Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «τοξεύω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «τοξεύω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «τοξεύω»
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
τοξεύω, τοξεύεις, τοξεύει, τοξεύομεν, τοξεύετε, τοξεύουσι(ν)
Υποτακτική
τοξεύω, τοξεύς, τοξεύ, τοξεύωμεν, τοξεύητε, τοξεύωσι(ν)
Ευκτική
τοξεύοιμι, τοξεύοις, τοξεύοι, τοξεύοιμεν, τοξεύοιτε, τοξεύοιεν
Προστακτική
---, τόξευε, τοξευέτω, ---, τοξεύετε, τοξευόντων (ή τοξευέτωσαν)
Απαρέμφατο
τοξεύειν
Μετοχή
τοξεύων, τοξεύουσα, τοξεον
 
Παρατατικός
Οριστική
τόξευον, τόξευες, τόξευε, τοξεύομεν, τοξεύετε, τόξευον
 
Μέλλοντας
Οριστική
τοξεύσω, τοξεύσεις, τοξεύσει, τοξεύσομεν, τοξεύσετε, τοξεύσουσι(ν)
Ευκτική
τοξεύσοιμι, τοξεύσοις, τοξεύσοι, τοξεύσοιμεν, τοξεύσοιτε, τοξεύσοιεν
Απαρέμφατο
τοξεύσειν
Μετοχή
τοξεύσων, τοξεύσουσα, τοξεσον
 
Αόριστος
Οριστική
τόξευσα, τόξευσας, τόξευσε(ν), τοξεύσαμεν, τοξεύσατε, τόξευσαν
Υποτακτική
τοξεύσω, τοξεύσς, τοξεύσ, τοξεύσωμεν, τοξεύσητε, τοξεύσωσι(ν)
Ευκτική
τοξεύσαιμι, τοξεύσαις ή τοξεύσειας, τοξεύσαι ή τοξεύσειε(ν), τοξεύσαιμεν, τοξεύσαιτε, τοξεύσαιεν ή τοξεύσειαν
Προστακτική
---, τόξευσον, τοξευσάτω, ---, τοξεύσατε, τοξευσάντων (ή τοξευσάτωσαν)
Απαρέμφατο
τοξεσαι
Μετοχή
τοξεύσας, τοξεύσασα, τοξεσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
τετόξευκα, τετόξευκας, τετόξευκε, τετοξεύκαμεν, τετοξεύκατε, τετοξεύκασι(ν)
 
Υποτακτική
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός ς
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα μεν
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα τε
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα σι
 
Ευκτική
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός εην
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός εης
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός εη
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα εημεν (εμεν)
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα εητε (ετε)
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός σθι
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός στω
---
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα στε
τετοξευκότες- τετοξευκυαι- τετοξευκότα στων
 
Απαρέμφατο
τετοξευκέναι
Μετοχή
τετοξευκώς- τετοξευκυα- τετοξευκός
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
τοξεύομαι, τοξεύ ή τοξεύει, τοξεύεται, τοξευόμεθα, τοξεύεσθε, τοξεύονται
Υποτακτική
τοξεύωμαι, τοξεύ, τοξεύηται, τοξευώμεθα, τοξεύησθε, τοξεύωνται
Ευκτική
τοξευοίμην, τοξεύοιο, τοξεύοιτο, τοξευοίμεθα, τοξεύοισθε, τοξεύοιντο
Προστακτική
---, τοξεύου, τοξευέσθω, ---, τοξεύεσθε, τοξευέσθων ή τοξευέσθωσαν
Απαρέμφατο
τοξεύεσθαι
Μετοχή
τοξευόμενος
τοξευομένη
τοξευόμενον
 
Μέλλοντας
Οριστική
τοξεύσομαι, τοξεύσ ή τοξεύσει, τοξεύσεται, τοξευσόμεθα, τοξεύσεσθε, τοξεύσονται
Ευκτική
τοξευσοίμην, τοξεύσοιο, τοξεύσοιτο, τοξευσοίμεθα, τοξεύσοισθε, τοξεύσοιντο
Απαρέμφατο
τοξεύσεσθαι
Μετοχή
τοξευσόμενος
τοξευσομένη
τοξευσόμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
τοξεύθην, τοξεύθης, τοξεύθη, τοξεύθημεν, τοξεύθητε, τοξεύθησαν
Υποτακτική
τοξευθ, τοξευθς, τοξευθ, τοξευθμεν, τοξευθτε, τοξευθσι(ν)
Ευκτική
τοξευθείην, τοξευθείης, τοξευθείη, τοξευθείημεν ή τοξευθεμεν, τοξευθείητε ή τοξευθετε, τοξευθείησαν ή τοξευθεεν
Προστακτική
---, τοξεύθητι, τοξευθήτω, ---, τοξεύθητε, τοξευθέντων ή τοξευθήτωσαν
Απαρέμφατο
τοξευθναι
Μετοχή
τοξευθείς
τοξευθεσα
τοξευθέν

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...