Hiroko Sakai
Ερωτήσεις ΚΕΕ Γεώργιος Βιζυηνός "Το αμάρτημα της μητρός μου" (εργασίες)
Πώς νομίζετε ότι υπηρετεί την αφήγηση η παρουσίαση των γεγονότων από διπλή οπτική γωνία; Γιατί η οπτική γωνία του αφηγητή μεταβάλλεται, ενώ της μητέρας παραμένει αμετάβλητη;
Ο συγγραφέας θέλοντας να διατηρήσει την απορία των αναγνωστών σχετικά με το αμάρτημα της μητέρας, ξεκινά την αφήγηση των γεγονότων από την οπτική του παιδιού-αφηγητή, το οποίο αγνοεί το αμάρτημα και μας παρουσιάζει απλώς τη συμπεριφορά της μητέρας την περίοδο που κορυφώνεται η ασθένεια της Αννιώς, χωρίς να μπορεί να την εξηγήσει. Επομένως, πέρα από τη διπλή οπτική που προσφέρει η αφήγηση της μητέρας, έχουμε και τη διάσταση στην αφήγηση των γεγονότων από τον ίδιο τον αφηγητή, υπό την έννοια πως ένα μέρος της αφήγησης δίνεται από την οπτική του αφηγητή όταν ήταν παιδί και το υπόλοιπο μέρος από τον αφηγητή όταν έχει πια ενηλικιωθεί.
Όπως είναι λογικό, αν η αφήγηση δίνονταν από τον ενήλικα-αφηγητή που γνωρίζει τα γεγονότα στην ολότητά τους, τότε δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί η ψευδαίσθηση της άγνοιας του αμαρτήματος και ο αφηγητής θα έπρεπε να ξεκινήσει την αφήγηση απευθείας από το σημαντικότερο γεγονός, από το αμάρτημα δηλαδή, στερώντας από το διήγημα την αγωνία σχετικά με το λόγο που οδηγεί τη μητέρα να παραμελεί σε τέτοιο βαθμό τα παιδιά της και να υιοθετεί κορίτσια.
Πέραν, πάντως, από τη διατήρηση του ενδιαφέροντος σχετικά με τη λύση του αινίγματος που θέτει ο τίτλος του διηγήματος, η αφήγηση από το παιδί-αφηγητή επιτρέπει στο συγγραφέα να παρουσιάσει τα γεγονότα όπως τα αντιλήφθηκε το μικρό παιδί, το οποίο ήρθε αντιμέτωπο με την αδιαφορία της μητέρας του και με την πλήρη αφοσίωσή της στην Αννιώ. Κορυφαίες στιγμές του διηγήματος, όπως η προσευχή της μητέρας στην εκκλησία, δεν θα μπορούσαν να έχουν την ίδια ένταση, αν η αφήγηση γινόταν από τον ενήλικα αφηγητή. Η πρόσληψη των γεγονότων από την παιδική αντίληψη τα δραματοποιεί και χαρίζει στο διήγημα ιδιαίτερη ένταση και συναισθηματική φόρτιση.
Ο ενήλικας-αφηγητής, έχοντας γνωρίσει τα γεγονότα στην πλήρη του διάσταση, θα έχει την ευκαιρία να συγχωρέσει τη μητέρα του και να αντιληφθεί πόσο άδικος υπήρξε μαζί της. Επιπλέον, θα επιχειρήσει να βοηθήσει τη μητέρα του στην επίπονη πορεία της προς την εξιλέωση, χωρίς όμως να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η μεγάλη αρετή του διηγήματος έγκειται στο γεγονός ότι η αποκάλυψη του αμαρτήματος και όλες οι σημαντικές λεπτομέρειες για εκείνη την τραγική περίοδο, δίνονται από την ίδια τη μητέρα, η οποία έχει έτσι την ευκαιρία να παρουσιάσει το αμάρτημά της και να εξηγήσει συμπεριφορές και αποφάσεις της, οι οποίες παρέμεναν ανεξήγητες στα μάτια του αφηγητή και του προκαλούσαν μεγάλη στεναχώρια. Η δεύτερη αυτή οπτική στην αφήγηση έρχεται να αποκαταστήσει ανακρίβειες στην αφήγηση του παιδιού-αφηγητή, που παρουσιάζει τα γεγονότα όχι μόνο, όπως τα αντιλήφθηκε στην ευαίσθητη ηλικία που βρισκόταν, αλλά και με μια, ακούσια ίσως, διάθεση να αποκαταστήσει λανθασμένες δικές του συμπεριφορές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αναφορά του παιδιού-αφηγητή πως τα αγόρια δεν ζήλευαν την Αννιώ και ήταν πρόθυμα να βοηθήσουν κι αυτά την άρρωστη αδερφή τους, στοιχείο που ανατρέπει η αφήγηση της μητέρας, όταν αποκαλύπτει πως ο αφηγητής ζήλευε αφόρητα τη μικρή του αδερφή.
Η οπτική της μητέρας παραμένει αμετάβλητη, καθώς η ίδια βίωσε όλα τα γεγονότα ούσα ενήλικη, οπότε δεν υπήρχε περιθώριο αλλαγής του τρόπου θέασης όσων συνέβησαν. Αντιθέτως, η οπτική του αφηγητή αλλάζει, καθώς τα παλαιότερα γεγονότα τα αφηγείται, όπως τα αντιλήφθηκε όταν ήταν παιδί, ενώ τα μεταγενέστερα γεγονότα τα αφηγείται ως ενήλικας.