Oliver Frey
Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 5η
ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις: Να συγκρίνετε την τιμωρία αυτή με τη θανάτωση που προτάθηκε παραπάνω (κτείνειν ὡς νόσον πόλεως). Είναι η κύρωση αυτή ηπιότερη ή όχι και γιατί;
[Είναι ζήτημα αν είναι ηπιότερη, δεδομένης της σημασίας που έχει για τον άνθρωπο η κοινωνική ζωή. Ειδικότερα για την εποχή εκείνη η εξορία ισοδυναμούσε με θάνατο. Πρβλ. τις απόψεις του Σωκράτη στον Κρίτωνα (κεφ. 15- 16) και την Ἀπολογία.]
Ενώ ο Δίας ορίζει ως τιμωρία εκείνου που δε συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη, τη θανάτωση, ο Πρωταγόρας θεωρεί πως όποιος δε μετέχει της πολιτικής αρετής, δε θα πρέπει να ζει μαζί με τους άλλους ανθρώπους, θέτοντας δηλαδή ως ποινή την εξορία. Συγκρίνοντας τις δύο κυρώσεις, η θανάτωση μοιάζει σε πρώτο επίπεδο να είναι σκληρότερη, υπό την έννοια ότι επιφέρει στον άδικο άνθρωπο ένα βίαιο τερματισμό της ζωής του. Αν, όμως, εξετάσουμε την έννοια της εξορίας έχοντας υπόψη μας τον τρόπο σκέψης των Αθηναίων κατά τον 5ο και 4ο π.Χ. αιώνα, θα αντιληφθούμε πως για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής, όπου η κοινωνική και πολιτική δράση αποτελούσε την πολυτιμότερη έκφανση του βίου τους, η εξορία έμοιαζε εξίσου αυστηρή, αν όχι αυστηρότερη, από τη θανάτωση.
Η εκδίωξη ενός πολίτη από τον τόπο όπου είχε δημιουργήσει την οικογένειά του και του οποίου αποτελούσε μέχρι τότε ενεργό μέλος, σήμαινε τον βίαιο τερματισμό της πολιτικής και κοινωνικής του ύπαρξης, στερώντας του αίφνης το σημαντικότερο τμήμα της προσωπικότητάς του. Οι Αθηναίοι, που μεγάλωναν και εκπαιδεύονταν στα πλαίσια μιας συμμετοχικής δημοκρατίας, δεν μπορούσαν να διανοηθούν τη ζωή τους, χωρίς τη δυνατότητα της κοινωνικής συναναστροφής και φυσικά της ενεργής συμμετοχής στις δημοκρατικές διαδικασίες. Αν τους στερούσαν τις βασικές αυτές κοινωνικές δράσεις, ήταν σαν να τους στερούσαν την ίδια τους τη ζωή. Ακούγοντας, επομένως, την πρόταση του Πρωταγόρα για εξόριση των αδίκων, την εκλάμβαναν ως αυστηρότατη κύρωση.
Άλλωστε, τόσο η θανατική ποινή που όριζε ο Δίας όσο και η εξορία που πρότεινε ο Πρωταγόρας, είχαν επί της ουσίας την ίδια επιδίωξη, να καταστήσουν σαφές στους πολίτες πως αποτελούσε καίρια υποχρέωσή τους να σέβονται και να ακολουθούν τα πρότυπα αλληλοσεβασμού και δικαιοσύνης που συνιστούσαν την πολιτική αρετή.
Αντιμέτωπος με το δίλημμα της θανάτωσης ή της εξορίας έρχεται και ο ίδιος ο Σωκράτης, κατά τη διάρκεια της δίκης του, αλλά και αμέσως κατόπιν όταν οι φίλοι και μαθητές του, του προτείνουν να αυτοεξοριστεί προκειμένου να γλιτώσει από τη θανατική ποινή που του έχει επιβληθεί.
Στην Απολογία του ο Σωκράτης τονίζει πως ακόμη και αν τον εξόριζαν, ο ίδιος δεν θα μπορούσε ποτέ να σταματήσει τη συνήθη δράση του, να συνομιλεί δηλαδή με τους νέους και να εξετάζει τα ζητήματα της αρετής, γεγονός που θα τον καθιστούσε ανεπιθύμητο, όπου κι αν πήγαινε. Η ζωή, επομένως, για τον Σωκράτη δεν έχει καμία αξία, αν δεν μπορεί να επιτελεί το κοινωνικό του χρέος.
Πλάτωνα «Απολογία Σωκράτους»
ἀλλὰ δὴ φυγῆς τιμήσωμαι; ἴσως γὰρ ἄν μοι τούτου τιμήσαιτε. πολλὴ μεντἄν με φιλοψυχία ἔχοι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εἰ οὕτως ἀλόγιστός εἰμι ὥστε μὴ δύνασθαι λογίζεσθαι ὅτι ὑμεῖς μὲν ὄντες πολῖταί μου οὐχ οἷοί τε ἐγένεσθε ἐνεγκεῖν τὰς ἐμὰς [37d] διατριβὰς καὶ τοὺς λόγους, ἀλλ᾽ ὑμῖν βαρύτεραι γεγόνασιν καὶ ἐπιφθονώτεραι, ὥστε ζητεῖτε αὐτῶν νυνὶ ἀπαλλαγῆναι· ἄλλοι δὲ ἄρα αὐτὰς οἴσουσι ῥᾳδίως; πολλοῦ γε δεῖ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι. καλὸς οὖν ἄν μοι ὁ βίος εἴη ἐξελθόντι τηλικῷδε ἀνθρώπῳ ἄλλην ἐξ ἄλλης πόλεως ἀμειβομένῳ καὶ ἐξελαυνομένῳ ζῆν. εὖ γὰρ οἶδ᾽ ὅτι ὅποι ἂν ἔλθω, λέγοντος ἐμοῦ ἀκροάσονται οἱ νέοι ὥσπερ ἐνθάδε· κἂν μὲν τούτους ἀπελαύνω, οὗτοί με αὐτοὶ ἐξελῶσι πείθοντες τοὺς πρεσβυτέρους· [37e] ἐὰν δὲ μὴ ἀπελαύνω, οἱ τούτων πατέρες δὲ καὶ οἰκεῖοι δι᾽ αὐτοὺς τούτους. ἴσως οὖν ἄν τις εἴποι· “σιγῶν δὲ καὶ ἡσυχίαν ἄγων, ὦ Σώκρατες, οὐχ οἷός τ᾽ ἔσῃ ἡμῖν ἐξελθὼν ζῆν;“ τουτὶ δή ἐστι πάντων χαλεπώτατον πεῖσαί τινας ὑμῶν. ἐάντε γὰρ λέγω ὅτι τῷ θεῷ ἀπειθεῖν τοῦτ᾽ ἐστὶν καὶ διὰ τοῦτ᾽ ἀδύνατον [38a] ἡσυχίαν ἄγειν, οὐ πείσεσθέ μοι ὡς εἰρωνευομένῳ· ἐάντ᾽ αὖ λέγω ὅτι καὶ τυγχάνει μέγιστον ἀγαθὸν ὂν ἀνθρώπῳ τοῦτο, ἑκάστης ἡμέρας περὶ ἀρετῆς τοὺς λόγους ποιεῖσθαι καὶ τῶν ἄλλων περὶ ὧν ὑμεῖς ἐμοῦ ἀκούετε διαλεγομένου καὶ ἐμαυτὸν καὶ ἄλλους ἐξετάζοντος, ὁ δὲ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ, ταῦτα δ᾽ ἔτι ἧττον πείσεσθέ μοι λέγοντι. τὰ δὲ ἔχει μὲν οὕτως, ὡς ἐγώ φημι, ὦ ἄνδρες, πείθειν δὲ οὐ ῥᾴδιον. καὶ ἐγὼ ἅμα οὐκ εἴθισμαι ἐμαυτὸν ἀξιοῦν κακοῦ [38b] οὐδενός.
Μετάφραση:
Μήπως τότε να προτείνω εξορία; Ίσως να δεχόσαστε να με καταδικάσετε σε εξορία. Θα έπρεπε να αγαπώ πολύ τη ζωή μου, για να είμαι τόσο ασυλλόγιστος ώστε να μην μπορώ να σκεφτώ ότι εσείς οι συμπολίτες μου δεν μπορέσατε να υποφέρετε τον τρόπο της ζωής μου και τα λόγια μου και δυσφορήσατε και οργιστήκατε ώστε να ζητάτε τώρα να απαλλαγείτε απ’ αυτά, πώς λοιπόν θα υπήρχαν άλλοι που θα μπορούσαν να τα ανεχτούν αδιαμαρτύρητα; Συμβαίνει το αντίθετο, άνδρες Αθηναίοι. Τι ωραία, αλήθεια, θα ήταν η ζωή μου, αν έφευγα από την πόλη, παρόλο που έχω αυτή την ηλικία και αν ζούσα πηγαίνοντας από πόλη σε πόλη, διωγμένος από παντού. Γιατί γνωρίζω καλά ότι, όπου κι αν πάω, αν μιλώ, θα ακούνε τους λόγους μου οι νέοι, όπως συμβαίνει κι εδώ. Και αν προσπαθήσω να τους απομακρύνω, αυτοί οι ίδιοι θα με διώξουν, πείθοντας τους πιο ηλικιωμένους. Κι αν δεν τους απομακρύνω εγώ, θα το κάνουν γι’ αυτούς οι πατέρες τους και οι συγγενείς τους.
Θα μπορούσε ίσως να μου πει κανείς: «Δεν μπορείς, Σωκράτη, να φύγεις από εδώ και να ζήσεις σε ξένη χώρα σωπαίνοντας;» Αυτό ακριβώς δυσκολεύομαι να το εξηγήσω σε ορισμένους από σας. Γιατί αν σας πω ότι αυτό είναι σαν να παρακούω το θεό και για το λόγο αυτόν είναι αδύνατο να ζω ήσυχος, δεν θα με πιστέψετε, γιατί νομίζετε ότι σας ειρωνεύομαι.
Αν πάλι σας πω ότι είναι μεγάλο αγαθό για τον άνθρωπο το να μιλά καθημερινά για θέματα όπως η αρετή και για άλλα για τα οποία με ακούτε να συζητώ εξετάζοντας τον εαυτό μου και τους άλλους και ότι η ζωή, χωρίς να τα εξετάζει κανείς αυτά, είναι ζωή που δεν αξίζει να τη ζει ο άνθρωπος, τότε θα με πιστέψετε ακόμη λιγότερο. Παρ’ όλα αυτά, έτσι συμβαίνει, όπως σας τα λέω, άνδρες, και δεν είναι δύσκολο να σας πείσω. Εγώ πάντως δεν θεώρησα ποτέ τον εαυτό μου άξιο για οποιαδήποτε ποινή.
[Μετάφραση: Αλέκα Τσοκάκη]
Ο Σωκράτης, έχοντας πλέον καταδικαστεί σε θάνατο, αρνείται την πρόταση των φίλων του να δραπετεύσει από τη φυλακή και να ζήσει εξόριστος, μακριά από την Αθήνα. Εδώ, ο φιλόσοφος αναφέρεται εκτενέστερα στην έννοια της εξορίας, προβάλλοντας τη μεγάλη του αγάπη για την πατρίδα του, την ανάγκη να σεβαστεί τους νόμους της πολιτείας που τον γέννησε και τον ανέθρεψε, και φυσικά πόσο ανάξια θα ήταν η ζωή του αν βρισκόταν εξόριστος σε κάποια άλλη πόλη.
Στο πλατωνικό αυτό έργο ο Σωκράτης παρουσιάζει έναν υποθετικό διάλογο με τους Νόμους της αθηναϊκής πολιτείας, για να δείξει εναργέστερα στον Κρίτωνα το μέγεθος της παρανομίας που θα επιτελούσε, σε περίπτωση που δεχόταν να αποδράσει από τη φυλακή και να φύγει εξόριστος σε κάποια άλλη πόλη.
Πλάτωνα «Κρίτων»
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
αὐτὸς δὲ πρῶτον μὲν ἐὰν εἰς τῶν ἐγγύτατά τινα πόλεων ἔλϑῃς, ἢ Θήβαζε ἢ Μέγαράδε—εὐνομοῦνται γὰρ ἀμϕότεραι—πολέμιος ἥξεις, ὦ Σώϰρατες, τῇ τούτων πολιτείᾳ, ϰαὶ ὅσοιπερ ϰήδονται τῶν αὑτῶν πόλεων ὑποβλέψονταί σε διαϕϑορέα ἡγούμενοι τῶν νόμων, ϰαὶ βεβαιώσεις τοῖς διϰασταῖς τὴν δόξαν, ὥστε δοϰεῖν ὀρϑῶς τὴν [53c] δίϰην διϰάσαι· ὅστις γὰρ νόμων διαϕϑορεύς ἐστιν σϕόδρα που δόξειεν ἂν νέων γε ϰαὶ ἀνοήτων ἀνϑρώπων διαϕϑορεὺς εἶναι. πότερον οὖν ϕεύξῃ τάς τε εὐνομουμένας πόλεις ϰαὶ τῶν ἀνδρῶν τοὺς ϰοσμιωτάτους; ϰαὶ τοῦτο ποιοῦντι ἆρα ἄξιόν σοι ζῆν ἔσται; ἢ πλησιάσεις τούτοις ϰαὶ ἀναισχυντήσεις διαλεγόμενος—τίνας λόγους, ὦ Σώϰρατες; ἢ οὕσπερ ἐνϑάδε, ὡς ἡ ἀρετὴ ϰαὶ ἡ διϰαιοσύνη πλείστου ἄξιον τοῖς ἀνϑρώποις ϰαὶ τὰ νόμιμα ϰαὶ οἱ νόμοι; ϰαὶ οὐϰ οἴει ἄσχημον [ἂν] [53d] ϕανεῖσϑαι τὸ τοῦ Σωϰράτους πρᾶγμα; οἴεσϑαί γε χρή. ἀλλ᾽ ἐϰ μὲν τούτων τῶν τόπων ἀπαρεῖς, ἥξεις δὲ εἰς Θετταλίαν παρὰ τοὺς ξένους τοὺς Κρίτωνος; ἐϰεῖ γὰρ δὴ πλείστη ἀταξία ϰαὶ ἀϰολασία, ϰαὶ ἴσως ἂν ἡδέως σου ἀϰούοιεν ὡς γελοίως ἐϰ τοῦ δεσμωτηρίου ἀπεδίδρασϰες σϰευήν τέ τινα περιϑέμενος, ἢ διϕϑέραν λαβὼν ἢ ἄλλα οἷα δὴ εἰώϑασιν ἐνσϰευάζεσϑαι οἱ ἀποδιδράσϰοντες, ϰαὶ τὸ σχῆμα τὸ σαυτοῦ μεταλλάξας· ὅτι δὲ γέρων ἀνήρ, σμιϰροῦ χρόνου τῷ βίῳ λοιποῦ ὄντος ὡς τὸ [53e] εἰϰός, ἐτόλμησας οὕτω γλίσχρως ἐπιϑυμεῖν ζῆν, νόμους τοὺς μεγίστους παραβάς, οὐδεὶς ὃς ἐρεῖ; ἴσως, ἂν μή τινα λυπῇς· εἰ δὲ μή, ἀϰούσῃ, ὦ Σώϰρατες, πολλὰ ϰαὶ ἀνάξια σαυτοῦ. ὑπερχόμενος δὴ βιώσῃ πάντας ἀνϑρώπους ϰαὶ δουλεύων—τί ποιῶν ἢ εὐωχούμενος ἐν Θετταλίᾳ, ὥσπερ ἐπὶ δεῖπνον ἀποδεδημηϰὼς εἰς Θετταλίαν; λόγοι δὲ ἐϰεῖνοι οἱ περὶ [54a] διϰαιοσύνης τε ϰαὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς ποῦ ἡμῖν ἔσονται;
Μετάφραση:
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ο ίδιος μάλιστα, εάν αρχικά καταφύγεις σε κάποια από τις κοντινές πόλεις ή τη Θήβα ή τα Μέγαρα –γιατί είναι ευνομούμενες και οι δύο- θα φτάσεις ως εχθρός, Σωκράτη, της πολιτείας τους και όσοι φροντίζουν την πόλη τους θα σε κοιτάζουν περιφρονητικά, θεωρώντας σε διαφθορέα των νόμων, και θα επιβεβαιώσεις έτσι τη γνώμη των δικαστών, ώστε να θεωρήσουν ότι σε δίκασαν δίκαια∙ γιατί όποιος είναι διαφθορέας των νόμων, μπορεί να εκληφθεί ως διαφθορέας των νέων και των ανόητων ανθρώπων. Τι θα κάνεις, λοιπόν, θα φύγεις μακριά από τις ευνομούμενες πόλεις και από τους πιο ευπρεπείς ανθρώπους; Και κάνοντας αυτό θα αξίζει για σένα να ζεις; Ή θα πλησιάσεις αυτούς και με θράσος θα συζητήσεις μαζί τους –και τι θα πεις, Σωκράτη; Μήπως, όπως εδώ, πως η αρετή, η δικαιοσύνη, τα νόμιμα και οι νόμοι αξίζουν περισσότερο για τους ανθρώπους; Και δε νομίζεις πως αυτό θα φανεί πράγμα ανάξιο για τον Σωκράτη; Νομίζεις ότι αξίζει; Αλλά θα φύγεις απ’ αυτούς τους τόπους και θα πας στη Θεσσαλία κοντά στους φίλους του Κρίτωνα; Εκεί βέβαια υπάρχει μεγάλη ανομία και ατιμωρησία, και μπορεί να ακούσουν μ’ ευχαρίστηση πόσο γελοία απέδρασες από τη φυλακή, φορώντας κάποια στολή ή μια κάπα ή αυτά που συνηθίζουν να μεταμφιέζονται οι δραπέτες, αλλάζοντας τη μορφή σου. Θεωρείς ότι κανείς δε θα σου πει ότι γέρος άνθρωπος, που σου απομένει ελάχιστος χρόνος ζωής, τόλμησες να προσκολληθείς τόσο στην επιθυμία σου να ζήσεις, παραβαίνοντας τους σημαντικότερους νόμους; Ίσως, εάν δεν δυσαρεστήσεις κανέναν∙ διαφορετικά θα ακούσεις, Σωκράτη, πολλά και ανάξια για σένα. Κι ερχόμενος κρυφά εδώ θα ζήσεις κολακεύοντας όλους τους ανθρώπους –τι θα κάνεις, μήπως θα είσαι φιλοξενούμενος στη Θεσσαλία, όπως σαν να επισκέφτηκε τη Θεσσαλία για να παραστείς σε κάποιο δείπνο; Και οι λόγοι εκείνοι για τη δικαιοσύνη και την άλλη αρετή τι θα γίνουν για εμάς;
[Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μάντης]