Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αδίδακτο Κείμενο: Λυσίας, Δήμου καταλύσεως ἀπολογία §§25-26 [Συντακτική ανάλυση]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 

Jane Davies


Αδίδακτο Κείμενο: Λυσίας, Δήμου καταλύσεως πολογία §§25-26 [Συντακτική ανάλυση]
(έκδ. του Albini, U. Φλωρεντία: Sansoni, 1955)
 
Ο ομιλητής προσπαθεί να αποδείξει ότι, μολονότι παρέμεινε στην Αθήνα κατά την περίοδο της διακυβέρνησης των Τριάκοντα, δεν υπήρξε συνεργός ή ομοϊδεάτης τους. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο απολογούμενος συνιστά στους δικαστές να μην υποπέσουν στα λάθη που επακολούθησαν με την πτώση των Τετρακοσίων του 411 π.Χ., οι οποίοι κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου ανέτρεψαν το δημοκρατικό πολίτευμα και εγκαθίδρυσαν τυραννία.
 
ξιον δέ μνησθναι <καί> τν μετά τούς τετρακοσίους πραγμάτων· ε γρ εσεσθε τι, μέν οτοι συμβουλεύουσιν, οδεπώποτε μν λυσιτέλησεν, δ’ γώ παραιν, μφοτέραις εί τας πολιτείαις συμφέρει. στε γρ πιγένην καί Δημοφάνην κα Κλεισθένην δί μν καρπωσαμένους τάς τς πόλεως συμφοράς, δημοσί δέ ντας μεγίστων κακν ατίους. νίων μέν γάρ πεισαν μς κρίτων θάνατον καταψηφίσασθαι, πολλν δέ δίκως δημεσαι τάς οσίας, τούς δ' ξελάσαι καί τιμσαι τν πολιτν· τοιοτοι γάρ σαν στε τούς μέν μαρτηκότας ργύριον λαμβάνοντες φιέναι, τούς δέ μηδέν δικηκότας ες μς εσιόντες πολλύναι. Καί ο πρότερον παύσαντο, ως τήν μέν πόλιν ες στάσεις καί τάς μεγίστας συμφοράς κατέστησαν, ατοί δ’ κ πενήτων πλούσιοι γένοντο. μες δ οτως διετέθητε στε τούς μέν φεύγοντας κατεδέξασθε, τούς δ’ τίμους πιτίμους ποιήσατε, τος δ’ λλοις περί μονοίας ρκους μνυτε·
 
Μετάφραση
Αξίζει να θυμηθείτε και τα γεγονότα μετά την περίοδο των τετρακοσίων∙ γιατί θα αντιληφθείτε πλήρως ότι όσα εκείνοι σας συμβουλεύουν ουδέποτε σας ωφέλησαν, όσα, όμως, εγώ σας προτείνω συμφέρουν πάντοτε και τις δύο πολιτικές παρατάξεις. Γνωρίζετε, άλλωστε, ότι ο Επιγένης, ο Δημοφάνης και ο Κλεισθένης καρπώνονταν προσωπικά οφέλη από τις συμφορές της πολιτείας, ενώ ήταν οι υπαίτιοι για τα σημαντικότερα δεινά του δημοσίου. Γιατί  σας έπεισαν να καταδικάσετε μερικούς σε θάνατο χωρίς δίκη, να δημεύσετε την περιουσία πολλών άδικα, να εξορίσετε και να ατιμώσετε άλλους από τους πολίτες∙ γιατί ήταν τέτοιοι, ώστε μπορούσαν να απελευθερώνουν ενόχους λαμβάνοντας χρήματα, ενώ για εκείνους που δεν είχαν διαπράξει κανένα αδίκημα να τους αφανίζουν φέρνοντάς τους σε εσάς. Και δεν σταμάτησαν προτού εμπλέξουν την πόλη σε εξεγέρσεις και στις μεγαλύτερες συμφορές, ενώ οι ίδιοι από φτωχοί έγιναν πλούσιοι. Εσείς, ωστόσο, είχατε την μεγαθυμία, ώστε να δεχτείτε πίσω τους εξόριστους, να αποκαταστήσετε τους ατιμασμένους, και να δεσμευτείτε με όρκο να μονοιάσετε με τους άλλους.   
 
Συντακτική ανάλυση
 
ξιον δέ μνησθναι <καί> τν μετά τούς τετρακοσίους πραγμάτων·
Κύρια πρόταση
ξιον (στί): Απρόσωπη έκφραση σε θέση ρήματος. μνησθναι: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο της απρόσωπης έκφρασης. μς: Υποκείμενο απαρεμφάτου (εννοείται) λόγω ετεροπροσωπίας. τν πραγμάτων: Αντικείμενο απαρεμφάτου. μετά τούς τετρακοσίους: Εμπρόθετος προσδιορισμός της χρονικής ακολουθίας (ύστερα από).
[μνησθναι: Τα ρήματα που σημαίνουν μνήμη ή λήθη δέχονται αντικείμενο σε γενική]
 
ε γρ εσεσθε
Κύρια πρόταση
εσεσθε: Ρήμα. μες: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). ε: Επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου.
 
τι οδεπώποτε μν λυσιτέλησεν
Δευτερεύουσα ειδική πρόταση ως αντικείμενο του ρήματος της κύριας
λυσιτέλησεν: Ρήμα. (Ως υποκείμενό του λειτουργεί η αναφορική πρόταση). μν: Αντικείμενο του ρήματος. οδεπώποτε: Επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου.
[* Το λυσιτελ είναι το μόνο ρήμα από όσα δηλώνουν βλάβη ή ωφέλεια που συντάσσεται με δοτική και όχι με αιτιατική]
 
μέν οτοι συμβουλεύουσιν,
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση ως υποκείμενο ρήματος
συμβουλεύουσιν: Ρήμα. οτοι: Υποκείμενο ρήματος. : Αντικείμενο ρήματος.
 
δ’ γώ παραιν
Δευτερεύουσα αναφορική ως υποκείμενο του ρήματος συμφέρει
παραιν: Ρήμα. γώ: Υποκείμενο ρήματος. : Αντικείμενο ρήματος.
 
μφοτέραις εί τας πολιτείαις συμφέρει
Δευτερεύουσα ειδική πρόταση κατ’ αναλογία με την προηγούμενη ειδική ως αντικείμενο της κύριας (ε γρ εσεσθε)
συμφέρει: Ρήμα. (Ως υποκείμενο του ρήματος λειτουργεί η αναφορική πρόταση). τας πολιτείαις: Αντικείμενο του ρήματος. μφοτέραις: Επιθετικός προσδιορισμός στο τας πολιτείαις. εί: Επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου.
 
στε γρ πιγένην καί Δημοφάνην κα Κλεισθένην δί μν καρπωσαμένους τάς τς πόλεως συμφοράς, δημοσί δέ ντας μεγίστων κακν ατίους.
Κύρια πρόταση
στε: Ρήμα. μες: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). πιγένην & Δημοφάνην & Κλεισθένην: Αντικείμενα ρήματος. καρπωσαμένους: Κατηγορηματική μετοχή. Ως υποκείμενό της λειτουργούν τα αντικείμενα του ρήματος. τάς συμφοράς: Αντικείμενο της μετοχής. τς πόλεως: Γενική κτητική. δί: Δοτική του τρόπου. ντας: Κατηγορηματική μετοχή. Ως υποκείμενό της λειτουργούν τα αντικείμενα του ρήματος. ατίους: Κατηγορούμενο στα υποκείμενα της μετοχής. κακν: Γενική της αιτίας. μεγίστων: Επιθετικός προσδιορισμός στο κακν. δημοσί: Δοτική του τρόπου.
 
νίων μέν γάρ πεισαν μς κρίτων θάνατον καταψηφίσασθαι, πολλν δέ δίκως δημεσαι τάς οσίας, τούς δ' ξελάσαι καί τιμσαι τν πολιτν·
Κύρια πρόταση
πεισαν: Ρήμα. οτοι: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). μς: Άμεσο αντικείμενο ρήματος. καταψηφίσασθαι: Έμμεσο αντικείμενο ρήματος, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενό του το μς. θάνατον: Άμεσο αντικείμενο απαρεμφάτου. νίων: Έμμεσο αντικείμενο απαρεμφάτου. κρίτων: Επιρρηματικό κατηγορούμενο του τρόπου στο νίων, με το οποίο βρίσκεται στην ίδια πτώση. δημεσαι: Έμμεσο αντικείμενο ρήματος, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενό του το μς. τάς οσίας: Αντικείμενο απαρεμφάτου. πολλν: Γενική κτητική. δίκως: Επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου. ξελάσαι: Έμμεσο αντικείμενο ρήματος, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενό του το μς. τούς δε: Αντικείμενο απαρεμφάτου. τιμσαι: Έμμεσο αντικείμενο ρήματος, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενό του το μς και αντικείμενο τούς δε. τν πολιτν: Γενική διαιρετική.
 
τοιοτοι γάρ σαν
Κύρια πρόταση
σαν: Ρήμα. οτοι: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). τοιοτοι: Κατηγορούμενο του υποκειμένου.
 
στε τούς μέν μαρτηκότας ργύριον λαμβάνοντες φιέναι,
Δευτερεύουσα συμπερασματική πρόταση
φιέναι: Απαρέμφατο σε θέση ρήματος, με εννοούμενο υποκείμενο το οτοι (ταυτοπροσωπία με το ρήμα της κύριας). τούς μαρτηκότας: Αντικείμενο απαρεμφάτου, επιθετική μετοχή. λαμβάνοντες: Τροπική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του απαρεμφάτου (ρήματος). ργύριον: Αντικείμενο της τροπικής μετοχής.
 
τούς δέ μηδέν δικηκότας ες μς εσιόντες πολλύναι.
Δευτερεύουσα συμπερασματική πρόταση με βάση το σχήμα τούς μεν – τούς δε
πολλύναι: Απαρέμφατο σε θέση ρήματος, με εννοούμενο υποκείμενο το οτοι (ταυτοπροσωπία με το ρήμα της κύριας). τούς δικηκότας: Αντικείμενο απαρεμφάτου, επιθετική μετοχή, με υποκείμενο το άρθρο της. μηδέν: Αντικείμενο επιθετικής μετοχής. εσιόντες: Τροπική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του απαρεμφάτου (ρήματος). ες μς: Εμπρόθετος προσδιορισμός που δηλώνει το ενώπιον.
 
Καί ο πρότερον παύσαντο,
Κύρια πρόταση
ο παύσαντο: Ρήμα. οτοι: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). πρότερον: Επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου.
 
ως τήν μέν πόλιν ες στάσεις καί τάς μεγίστας συμφοράς κατέστησαν,
Δευτερεύουσα χρονική πρόταση που δηλώνει το σύγχρονο
κατέστησαν: Ρήμα. οτοι: Υποκείμενο ρήματος (εννοείται). τήν πόλιν: Αντικείμενο ρήματος. ες στάσεις και (ες) συμφοράς: Εμπρόθετοι προσδιορισμοί της κατάστασης. μεγίστας: Επιθετικός προσδιορισμός στο συμφοράς.
 
ατοί δ’ κ πενήτων πλούσιοι γένοντο.
Δευτερεύουσα χρονική πρόταση με βάση το σχήμα μέν – δε
γένοντο: Ρήμα. ατοί: Υποκείμενο ρήματος. πλούσιοι: Κατηγορούμενο υποκειμένου. κ πενήτων: Εμπρόθετος προσδιορισμός της προέλευσης/αφετηρίας.
 
μες δ οτως διετέθητε
Κύρια πρόταση
διετέθητε: Ρήμα. μες: Υποκείμενο. οτως: Επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου.
 
στε τούς μέν φεύγοντας κατεδέξασθε,
Δευτερεύουσα συμπερασματική πρόταση
κατεδέξασθε: Απαρέμφατο σε θέση ρήματος. μες: Υποκείμενο απαρεμφάτου (εννοείται). τούς φεύγοντας: Αντικείμενο απαρεμφάτου, επιθετική μετοχή.
 
τούς δ’ τίμους πιτίμους ποιήσατε
Δευτερεύουσα συμπερασματική (τούς μέν – τούς δε)
ποιήσατε: Ρήμα. μες: Υποκείμενο ρήματος. τούς τίμους: Αντικείμενο ρήματος. πιτίμους: Κατηγορούμενο του αντικειμένου.
 
τος δ’ λλοις περί μονοίας ρκους μνυτε·
Δευτερεύουσα συμπερασματική
μνυτε: Ρήμα. μες: Υποκείμενο ρήματος. ρκους: Αντικείμενο (σύστοιχο) του ρήματος. τος λλοις: Δοτική αντικειμενική. περί μονοίας: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αναφοράς.
 
«Το θέμα προέρχεται και αντλήθηκε από την πλατφόρμα της Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας που αναπτύχθηκε (MIS5070818-Tράπεζα θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Γενικό Λύκειο-ΕΠΑΛ) και είναι διαδικτυακά στο δικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) στη διεύθυνση (http://iep.edu.gr/el/trapeza-thematon-arxiki-selida)».

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κλίνω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Dean Russo
 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κλίνω»
 
κλίνω: γέρνω προς ορισμένη κατεύθυνση, εμφανίζω τάση προς κάτι, σχηματίζω τύπους του παραδείγματος κλιτού μέρους του λόγου, κάνω κάτι να στραφεί
 
Ενεργητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
κλίνω, κλίνεις, κλίνει, κλίνουμε, κλίνετε, κλίνουν (ή κλίνουνε)
Υποτακτική
να κλίνω, να κλίνεις, να κλίνει, να κλίνουμε, να κλίνετε, να κλίνουν (ή να κλίνουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: κλίνε – β΄ πληθυντικό: κλίνετε
Μετοχή
κλίνοντας
 
Παρατατικός
Οριστική
έκλινα, έκλινες, έκλινε, κλίναμε, κλίνατε, έκλιναν ή κλίνανε
Η χρονική αύξηση του ρήματος διατηρείται όταν τονίζεται.
 
Αόριστος
Οριστική
έκλινα, έκλινες, έκλινε, κλίναμε, κλίνατε, έκλιναν ή κλίνανε
Το κλίνω έχει κοινούς τύπους για τον παρατατικό και τον αόριστο.
Υποτακτική
να κλίνω, να κλίνεις, να κλίνει, να κλίνουμε, να κλίνετε, να κλίνουν (ή να κλίνουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: κλίνε – β΄ πληθυντικό: κλίνετε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κλίνω, θα κλίνεις, θα κλίνει, θα κλίνουμε, θα κλίνετε, θα κλίνουν (ή θα κλίνουνε)
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κλίνω, θα κλίνεις, θα κλίνει, θα κλίνουμε, θα κλίνετε, θα κλίνουν (ή θα κλίνουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω κλίνει, θα έχεις κλίνει, θα έχει κλίνει, θα έχουμε κλίνει, θα έχετε κλίνει, θα έχουν(ε) κλίνει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω κλίνει, έχεις κλίνει, έχει κλίνει, έχουμε κλίνει, έχετε κλίνει, έχουν(ε) κλίνει
Υποτακτική
να έχω κλίνει, να έχεις κλίνει, να έχει κλίνει, να έχουμε κλίνει, να έχετε κλίνει, να έχουν(ε) κλίνει
Μετοχή
έχοντας κλίνει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα κλίνει, είχες κλίνει, είχε κλίνει, είχαμε κλίνει, είχατε κλίνει, είχαν(ε) κλίνει
 
Παθητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
κλίνομαι, κλίνεσαι, κλίνεται, κλινόμαστε, κλίνεστε, κλίνονται
Υποτακτική
να κλίνομαι, να κλίνεσαι, να κλίνεται, να κλινόμαστε, να κλίνεστε, να κλίνονται
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: κλίνεστε
Μετοχή
κλινόμενος, κλινόμενη, κλινόμενο
 
Παρατατικός
Οριστική
κλινόμουν, κλινόσουν, κλινόταν, κλινόμαστε, κλινόσαστε, κλίνονταν
(& κλινόμουνα, κλινόσουνα, κλινότανε, κλινόμασταν, κλινόσασταν, κλινόντουσαν)
 
Αόριστος
Οριστική
κλίθηκα, κλίθηκες, κλίθηκε, κλιθήκαμε, κλιθήκατε, κλίθηκαν (ή κλιθήκανε)
Υποτακτική
να κλιθώ, να κλιθείς, να κλιθεί, να κλιθούμε, να κλιθείτε, να κλιθούν (ή να κλιθούνε)
Προστακτική
β΄ ενικού: κλίσου – β΄ πληθυντικό: κλιθείτε
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κλίνομαι, θα κλίνεσαι, θα κλίνεται, θα κλινόμαστε, θα κλίνεστε, θα κλίνονται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα κλιθώ, θα κλιθείς, θα κλιθεί, θα κλιθούμε, θα κλιθείτε, θα κλιθούν (ή θα κλιθούνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω κλιθεί, θα έχεις κλιθεί, θα έχει κλιθεί, θα έχουμε κλιθεί, θα έχετε κλιθεί, θα έχουν(ε) κλιθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω κλιθεί, έχεις κλιθεί, έχει κλιθεί, έχουμε κλιθεί, έχετε κλιθεί, έχουν(ε) κλιθεί
Υποτακτική
να έχω κλιθεί, να έχεις κλιθεί, να έχει κλιθεί, να έχουμε κλιθεί, να έχετε κλιθεί, να έχουν(ε) κλιθεί
Μετοχή
κεκλιμένος, κεκλιμένη, κεκλιμένο
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα κλιθεί, είχες κλιθεί, είχε κλιθεί, είχαμε κλιθεί, είχατε κλιθεί, είχαν(ε) κλιθεί
 
Σημειώσεις: Η μετοχή κεκλιμένος γράφεται με ένα -μ-, αφού ο παρακείμενος και οι άλλοι χρόνοι της μεσοπαθητικής φωνής σχηματίστηκαν στην Αρχαία από το θέμα κλι- (χωρίς ν): κέκλιμαι > κεκλιμένος (όχι κεκλιμμένος)∙ παράβαλε, κρίνω – κέκριμαι > κεκριμένος (συγκεκριμένος, διακεκριμένος, εγκεκριμένος).
Ο αόριστος τύπος του ρήματος κλίνω είναι έκλινα, ίδιος δηλαδή με τον παρατατικό. Έτσι, δεν λέμε *έκλισα το ρήμα, αλλά Έκλινα το ρήμα – Το πλοίο παρεξέκλινε της πορείας του, όχι *παρεξέκλισε κ.λπ. Στην ίδια κατηγορία ανήκει και το κρίνω: αόριστος έκρινα, όπως ακριβώς και ο παρατατικός: Έκρινα ότι έτσι έπρεπε να πράξω – Τον έκριναν με αυστηρά κριτήρια.
Η εξήγηση γιατί ο αόριστος του κλίνω και του κρίνω σχηματίζεται χωρίς σίγμα αλλά είναι ίδιος με τον παρατατικό βρίσκεται στην Αρχαία Ελληνική∙ τα κλίνω και τα κρίνω είχαν θέμα κλιν- και κριν- με βραχύ -ι-. Στον αόριστο έλαβαν κανονικά την κατάληξη -σα του αορίστους (*κλιν-σα, *κριν-σα). Με απλοποίηση του συμπλέγματος -νσ- που δεν ήταν φωνητικά ανεκτό στην Αρχαία Ελληνική και αντέκταση του βραχέος -ι- (δηλαδή από βραχύ έγινε μακρό) ο αόριστος κρινε (με μακρό -ι-) διακρινόταν φωνητικά από τον παρατατικό κρινε (με βραχύ -ι-). Φυσικά, αυτή η διαφορά ποσότητας του φωνήεντος ήταν αισθητή στην Αρχαία Ελληνική, οπότε δεν υπήρχε το πρόβλημα της συγχύσεως που αντιμετωπίζουμε στη Νέα Ελληνική, στην οποία δεν υπάρχει διάκριση βραχέων και μακρών φωνηέντων.
 
Πηγή σημειώσεων: Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό των δυσκολιών και των λαθών στη χρήση της ελληνικής, Κέντρο Λεξικολογίας.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...