Jindra Noewi
Κωνσταντίνος Καβάφης «Η αρχή των»
Η εκπλήρωσις της έκνομής των ηδονής
έγινεν. Aπ’ το στρώμα σηκωθήκαν,
και βιαστικά ντύνονται χωρίς να μιλούν.
Βγαίνουνε χωριστά, κρυφά απ’ το σπίτι· και καθώς
βαδίζουνε κάπως ανήσυχα στον δρόμο, μοιάζει
σαν να υποψιάζονται που κάτι επάνω των προδίδει
σε τι είδους κλίνην έπεσαν προ ολίγου.
Πλην του τεχνίτου πώς εκέρδισε η ζωή.
Aύριο, μεθαύριο, ή με τα χρόνια θα γραφούν
οι στίχ’ οι δυνατοί που εδώ ήταν η αρχή των.
Στα ερωτικά ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη καταγράφεται συχνά η ενοχική αίσθηση που δημιουργείται στον ποιητή από την ιδιαιτερότητα των ερωτικών του επιλογών. Κινούμενος σε μια εποχή που αντιμετωπίζει την ομοφυλοφιλία ως κατακριτέο εκφυλισμό, βρίσκεται σ’ ένα διαρκή διχασμό ανάμεσα στο κοινωνικώς αποδεκτό και στις προσωπικές του επιθυμίες.
Η συγκρουσιακή αυτή κατάσταση χαρακτηρίζει κυρίως τα νεανικά χρόνια του ποιητή, καθώς με το πέρασμα των χρόνων ο Καβάφης συμφιλιώνεται με τη φύση του και συνειδητοποιεί το κέρδος που προσέφερε ο έκνομος ερωτικός του βίος στην Τέχνη του. Μέσα από τις ηδονικές του εμπειρίες, μορφώνει σταδιακά το υλικό της ποίησής του, γνωρίζει τον εαυτό του και οδηγείται στην ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του.
Η αποστασιοποίηση του Καβάφη από τα γεγονότα, που τόσο παραστατικά εκφράζεται μέσα από την ειρωνική χροιά της ποίησής του, η οξυδέρκεια με την οποία αντικρίζει τον κόσμο και η εντυπωσιακή επαγωγική δύναμη της σκέψης του, προκύπτουν, ως ένα βαθμό, από τη διαρκή κατάσταση επαγρύπνησης στην οποία βρίσκεται η ενοχική συνείδησή του. Ο Καβάφης δε βιώνει τη νοητική ηρεμία που συνοδεύει την ευκολία μιας ζωής που βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τα κοινωνικά πρότυπα. Λειτουργεί διαρκώς υπό καθεστώς ανησυχίας, προβληματισμού, ενοχικών οπισθοδρομήσεων και ωθείται εν τέλει σε μια αποστασιοποιημένη θέαση της πραγματικότητας. Από τη στιγμή, άλλωστε, που αναγκάζεται ανά διαστήματα να αποστασιοποιηθεί από τις εσώτατες επιθυμίες και ανάγκες του, η απόσταση μέχρι την κατά βούληση αποστασιοποίηση από καθετί κοινότοπο, που θα οδηγούσε σε τέλμα τη σκέψη του, είναι μικρή.
Στα νεανικά του χρόνια βιώνει τον έρωτα ενοχικά και με το φόβο μιας πιθανής αποκάλυψης, αλλά δεν αφήνεται για πολύ σ’ αυτή την επονείδιστη κατάσταση. Σύντομα αντιλαμβάνεται πως η δική του έκφανση του ωραίου και του επιθυμητού, δεν μπορεί παρά να είναι κοινή και γι’ άλλους ανθρώπους και τότε αποφασίζει να μετουσιώσει τις ηδονικές στιγμές της ζωής του σε ποίηση.
«Πλην του τεχνίτου πώς εκέρδισε η ζωή.
Aύριο, μεθαύριο, ή με τα χρόνια θα γραφούν
οι στίχ’ οι δυνατοί που εδώ ήταν η αρχή των.»
Οι δυνατοί στίχοι της ποίησής του, έχουν την αρχή τους στην εκπλήρωση της ηδονής, έστω κι αν η ηδονή αυτή εκλαμβάνεται από τους πολλούς ως έκνομη. Ο ποιητής κερδίζει μέσα από τις ερωτικές του εμπειρίες το υλικό για την ποιητική του τέχνη και παράλληλα, με το πέρασμα των χρόνων, την επίγνωση πως η ποίησή του βρίσκει την ιδανική της έκφραση, όταν ο ίδιος αποφασίζει να καταγράψει την αλήθεια του, χωρίς ενοχές και δισταγμούς.
Οι εμπειρίες του ποιητή πλουτίζουν, άλλωστε, όχι μόνο την τέχνη του, αλλά και τον ίδιο, καθώς τον φέρνουν πλησιέστερα στην αποδοχή της πραγματικής του φύσης και στη συνειδητοποίηση πως οι ενοχές του καθυστερούσαν απλώς τη συναισθηματική, αλλά και την ποιητική του ολοκλήρωση.