Dmitry Laudin
Σοφία
Παπαχριστοφίλου «Επιθυμία»
Σε ακούω
πλησιάζεις
η καρδιά μου θρόισμα νιώθει∙
πυξίδα η σκέψη μου
δεν λαθεύει ποτέ
κι εσύ ο Βορράς
με το βλέμμα σε αγγίζω
δυνατή η έλξη, ανυπόφορη
και μετά
αυτός ο γνώριμος πόνος
το ανικανοποίητο
το έρεβος μόνο
ποντισμένη εγώ.
Στη συλλογή «Από φεγγίτη μικρό» η
ποιήτρια Σοφία Παπαχριστοφίλου, ως «συλλέκτρια στιγμών» έχει με προσοχή
απομονώσει και καταγράψει στιγμές του ερωτικού εκείνου συναισθήματος που δεν
βρίσκει την επιζητούμενη ανταπόκριση∙ του ερωτικού εκείνου πάθους που καταδυναστεύει
την ερωτευμένη ψυχή και την καταβυθίζει στα πιο σκοτεινά σημεία της απόγνωσης,
προσφέροντάς της ως μόνη παραμυθία τις ελάχιστες, ίσως και φευγαλέες στιγμές,
που έχει την ευτυχία να αντικρίσει ή και να πλησιάσει το αγαπημένο της πρόσωπο.
Ο έρωτας είναι ιδωμένος εδώ στην πιο σκληρή του όψη, μιας και δεν επιτρέπει την
εκπλήρωση της επιθυμίας που δημιουργεί∙ το αντικείμενο του ερωτικού πόθου και
της ερωτικής τρυφερότητας παραμένει επίμονα απρόσιτο.
Σε ακούω
πλησιάζεις
η καρδιά μου θρόισμα νιώθει∙
Ο ήχος και μόνο των βημάτων εκείνου∙ η
αίσθηση και μόνο πως εκείνος βρίσκεται κοντά αρκεί για να προκαλέσει βαθιά
αναστάτωση στην ποιήτρια, που νιώθει την καρδιά της να πάλλεται γοργά και να
σκιρτά. Υπό την επίδραση του ερωτικού συναισθήματος το άλλο πρόσωπο
εξιδανικεύεται κι αποκτά μυθικές σχεδόν διαστάσεις, προκαλώντας μια ψυχική
αντίδραση που δύσκολα θα μπορούσε να εξηγηθεί με όρους αντικειμενικούς. Ωστόσο,
ό,τι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι οι ώρες που προηγήθηκαν∙ οι ώρες κατά τις
οποίες το ερωτευμένο άτομο συλλογιζόταν και αγωνιούσε για τη στιγμή που θα
μπορέσει ν’ αντικρίσει και πάλι το αγαπημένο του πρόσωπο∙ ώρες και σκέψεις που
γέννησαν μια ισχυρή προσδοκία, ικανή να πυροδοτήσει, όπως προκύπτει, μια σχεδόν
ακούσια σωματική και συναισθηματική αναστάτωση, καθώς πλησιάζει η στιγμή της
εκπλήρωσή της.
Η ποιήτρια επιλέγει ορθά λιτές
εκφραστικές γραμμές, εφόσον έχει επίγνωση πως ό,τι περιγράφει είναι ένα
συναίσθημα τόσο οικείο στους περισσότερους ανθρώπους, ώστε κι η απλούστερη
υπόμνησή του μπορεί ν’ ανακαλέσει στη σκέψη και στην ψυχή τους ανάλογα κι ίσως
εξίσου έντονα βιώματα. Με τους ίδιους τους στίχους και την ολιγόλογη διατύπωσή
τους να υποδεικνύουν μια αργή ανάγνωση, καθίσταται εφικτή η πλήρης κατανόηση
της βαθμιαία αυξάνουσας αναστάτωσης που βιώνεται από το ποιητικό υποκείμενο,
όπως ακριβώς και στη συνέχεια της έντονης συναισθηματικής απογοήτευσης και
πτώσης.
πυξίδα η σκέψη μου
δεν λαθεύει ποτέ
κι εσύ ο Βορράς
Η σκέψη της ποιήτριας παραμένει διαρκώς
προσηλωμένη σ’ εκείνον και σε καθετί δικό του∙ κάθε του κίνηση, κάθε γραμμή του
προσώπου και του σώματός του της είναι απολύτως γνωστά και οικεία. Έτσι, είναι
σε θέση να αναγνωρίσει και να αισθανθεί το πλησίασμά του και να στραφεί σ’
αυτόν ακαριαία και αλάνθαστα, σαν τη μαγνητική βελόνα που στρέφεται πάντοτε
προς τον βορρά.
με το βλέμμα σε αγγίζω
δυνατή η έλξη, ανυπόφορη
Η ποιήτρια, εντούτοις, δεν μπορεί να
βιώσει το ερωτικό της συναίσθημα με τον τρόπο που θα το ήθελε∙ δεν μπορεί να γνωρίσει
το άγγιγμά του και το ερωτικό του αγκάλιασμα. Είναι αναγκασμένη ν’ αρκείται στο
ν’ αγγίζει το αγαπημένο πρόσωπο και το αγαπημένο σώμα με το βλέμμα της μόνο,
νιώθοντας την ίδια στιγμή την έλξη που αισθάνεται γι’ αυτόν σαν μια ανυπόφορη
και οδυνηρή δύναμη να την εξουθενώνει ψυχικά. Ό,τι ποθεί περισσότερο, είναι
ακριβώς αυτό που δεν μπορεί να έχει.
και μετά
αυτός ο γνώριμος πόνος
το ανικανοποίητο
το έρεβος μόνο
ποντισμένη εγώ.
Έτσι, η ελάχιστη ευτυχία που της
αναλογεί είναι οι σύντομες στιγμές που εκείνος βρίσκεται στον ίδιο χώρο μ’
εκείνη∙ στιγμές, όμως, που περνούν γοργά, αφήνοντάς την ξανά και ξανά
παραδομένη στον γνώριμο πια πόνο της ανικανοποίητης επιθυμίας. Μόλις εκείνος
φεύγει είναι σαν να βυθίζεται η ύπαρξή της στο απόλυτο σκοτάδι∙ είναι σαν να
χάνονται γύρω της τα πάντα και ν’ απομένει η ίδια βυθισμένη στον πόνο της
απόγνωσης. Ό,τι της επιτρέπει ν’ αντέξει τη συντριπτική αυτή οδύνη είναι ίσως η
σκέψη πως θα μπορέσει να τον αντικρίσει ξανά και να ξεκλέψει μια φευγαλέα έστω
ματιά του.
Η ανικανοποίητη αυτή ερωτική επιθυμία∙
ο ανεκπλήρωτος έρωτας, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχει συντροφεύσει κι
έχει πληγώσει πολλούς ανθρώπους, εκλαμβάνεται από την ποιήτρια όχι ως φθοροποιός
δύναμη, αλλά κατά τρόπο παράδοξο ως μία κατάσταση που μπορεί να λειτουργήσει
ευεργετικά για το άτομο παρέχοντάς του τελικά ένα ισχυρό κίνητρο στη ζωή του. Σκέψη
που παρουσιάζεται με ιδιαίτερη ενάργεια στο ποίημα «Ζωντανός»:
Ο έρωτας ανεκπλήρωτος
ε και;
Καλύτερα για να ‘χεις κάτι
να κυνηγάς
έναν στόχο να παλεύεις
να επιμένεις, να υπάρχεις
να κρατιέσαι ζωντανός.
[Σοφία Παπαχριστοφίλου, «Από φεγγίτη
μικρό», Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016]