Cameron Gray
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Ούτος Εκείνος»
Άγνωστος — ξένος μες στην Aντιόχεια —
Εδεσσηνός
γράφει πολλά. Και τέλος πάντων, να, ο
λίνος
ο τελευταίος έγινε. Με αυτόν ογδόντα
τρία
ποιήματα εν όλω. Πλην τον ποιητή
κούρασε τόσο γράψιμο, τόση στιχοποιία,
και τόση έντασις σ’ ελληνική
φρασιολογία,
και τώρα τον βαραίνει πια το κάθε τι —
Μια σκέψις όμως παρευθύς από την αθυμία
τον βγάζει — το εξαίσιον Ούτος Εκείνος,
που άλλοτε στον ύπνο του άκουσε ο
Λουκιανός.
Στο επίκεντρο του ποιήματος, και φυσικά
της καβαφικής ειρωνείας, τίθεται η ματαιόδοξη εκείνη φιλοδοξία που ωθεί
ορισμένους επίδοξους ποιητές να ασχοληθούν με την Ποιητική Τέχνη∙ την Τέχνη που
τόσο βαθιά εκτιμούσε ο Καβάφης. Κεντρικό πρόσωπο εδώ δεν είναι κάποιος μεγάλος
ποιητής, για τον οποίο η ποίηση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς
του, αλλά ένας ασήμαντος στιχοπλόκος -ούτε καν ποιητής-, ο οποίος αντικρίζει
την ποίηση χρησιμοθηρικά και ελπίζει πως μέσω αυτής θα αποκτήσει κάποτε μεγάλη
φήμη και αναγνώριση. Μια τέτοια αντιμετώπιση της ποίησης βρίσκει, φυσικά, τον
Καβάφη απολύτως αντίθετο, αφού φανερώνει έλλειψη σεβασμού απέναντι στην αξία
της ποιητικής τέχνης, αλλά και έλλειψη αφοσίωσης. Η Ποίηση, όπως την
προσεγγίζει τουλάχιστον ο Καβάφης, οφείλει να είναι ο σκοπός του δημιουργού και
όχι το μέσο.
Άγνωστος — ξένος μες στην Αντιόχεια — Εδεσσηνός
γράφει πολλά.
Ο ανώνυμος, ξενόγλωσσος, ελληνομαθής
ήρωας του ποιήματος είναι φανταστικό πρόσωπο, καταγόμενο από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.
Η Έδεσσα ήταν, από το 132 π.Χ., πρωτεύουσα της Οσροηνής, αλλά στα 116 μ.Χ.
καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους. Ο πληθυσμός της ήταν κυρίως Σημιτικός.
Σ’ αυτό το ποίημα του 1898, γίνεται η
πρώτη εμφάνιση της Αντιόχειας στο ποιητικό έργο του Καβάφη.
Και τέλος πάντων, να, ο λίνος
ο τελευταίος έγινε.
Ο άγνωστος ποιητής που έχει βρεθεί στην
Αντιόχεια, αναζητώντας προφανώς μια περιοχή με καλύτερες προοπτικές για έναν
τεχνίτη του λόγου, περνά το χρόνο του γράφοντας πολλά στιχουργήματα, ελπίζοντας
ίσως πως η ποσότητά τους θα αποτελέσει ικανό αντίβαρο για την απουσία επαρκούς
ποιότητας και ουσίας.
λίνος: «Είναι ένα είδος ποιήματος το
οποίον κατ’ αρχάς είχεν ως θέμα αντικείμενόν τι -ελεγειακής φύσεως- αφορών τον
πανάρχαιον ή μυθικόν ποιητήν Λίνον. Ένα είδος dirge [=
μοιρολόγι]. Κατόπιν, όμως, […] ήτο απλώς ένας σκοπός επάνω εις τον οποίον
έγραφαν ποιήματα οιασδήποτε φύσεως» (Καβάφης).
Με αυτόν ογδόντα τρία
ποιήματα εν όλω.
Ο άγνωστος ποιητής έχει ήδη συνθέσει 83
ποιήματα, γεγονός που τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής ως προς την ποσότητά τους,
αφού πλέον μπορεί να επαίρεται πως έχει πια δημιουργήσει ένα σημαντικό -σε αριθμό-
έργο. Ιδιαίτερα καυστικός ως προς το θέμα της ποσότητας των ποιημάτων ο
Καβάφης, σ’ ένα σχετικό επεξηγηματικό σχόλιο: «Τα ογδόντα τρία δύνασαι να τα κάμης 93 ή 73,
ή 103, ή 96, ή 70, ή 108, όπως σε βολεί, Αλλ’ όχι ολιγώτερα από 70, διότι τότε
πέφτουν λίγα» (Καβάφης)
Πλην τον ποιητή
κούρασε τόσο γράψιμο, τόση στιχοποιία,
και τόση έντασις σ’ ελληνική
φρασιολογία,
και τώρα τον βαραίνει πια το κάθε τι —
Ο άγνωστος ποιητής, έχοντας ολοκληρώσει
και το τελευταίο του ποίημα, αισθάνεται πια κουρασμένος από την τόση στιχοποιία
και την τόση πνευματική ένταση∙ πολύ περισσότερο εφόσον οι συνθέσεις του
γίνονται στην ελληνική γλώσσα, που δεν είναι η μητρική του.
Προσέχουμε πως ο φιλόδοξος αυτός ποιητής
έχει επιλέξει ως χώρο δράσης του την Αντιόχεια, καθώς είναι μια πόλη με
μεγαλύτερη διάδοση των τεχνών και των γραμμάτων απ’ ό,τι η Έδεσσα, κι έχει
εύλογα επιλέξει την ελληνική γλώσσα, αφού είναι η γλώσσα του εμπορίου, της εξουσίας,
αλλά και των πνευματικών ανθρώπων. Κάθε πολίτης, άλλωστε, των περισσότερων τότε
χωρών, που ήθελε να θεωρείται καλλιεργημένος φρόντιζε να μάθει ελληνικά.
Ο ποιητής έχει, λοιπόν, κουραστεί από
τη συνεχή ενασχόληση με την στιχοποιία και πλέον τον βαραίνει, του φαίνεται
ενοχλητικό και τον εξαντλεί το κάθε τι.
Στιχοποιία: «Επίτηδες μετεχειρίσθην την
λέξιν «στιχοποιίαν» δια να δείξω ότι δεν πρόκειται περί κανενός μεγάλου ποιητού
(έναν μεγάλο ποιητή ποτέ δεν μπορείς να τον πης Στιχοποιόν. Γι’ αυτό έγραψα και
«άγνωστος»). […] Θέλω να περιγράψω ένα φιλόδοξο στιχουργόν, χωρίς όμως εξ έλλου
pointedly [= απερίφραστα] να αναφέρω περί αυτού
τίποτε εξευτελιστικόν» (Καβάφης).
Μια σκέψις όμως παρευθύς από την αθυμία
τον βγάζει — το εξαίσιον Ούτος Εκείνος,
που άλλοτε στον ύπνο του άκουσε ο
Λουκιανός.
Παρά την κούραση που αισθάνεται ο
επίδοξος ποιητής, μια συγκεκριμένη σκέψη τον συνεφέρει αμέσως από την κακοκεφιά
του∙ το εκπληκτικό Ούτος Εκείνος (Είναι Εκείνος) που είχε κάποτε ακούσει ο
σατιρικός συγγραφέας Λουκιανός στον ύπνο του. Η υπόσχεση, δηλαδή της Παιδείας, πως
θα τον κοσμήσει με τόσα και τέτοια γνωρίσματα, ώστε όπου κι αν βρεθεί οι
άνθρωποι θα τον δείχνουν και θα λένε: Είναι Εκείνος!
Ο επίδοξος ποιητής φαντάζεται μια
αντίστοιχη υπόσχεση της Ποίησης, η οποία -ανεξάρτητα από το αν έχει πραγματική
αξία ως ποιητής ή όχι- θα φροντίσει να του διασφαλίσει τέτοια φήμη και
αναγνώριση, ώστε κάποια στιγμή, ακόμη κι όταν θα βρίσκεται σε χώρα άλλη από τη
δική του, οι άνθρωποι θα τον αναγνωρίζουν και θα λένε: Είναι Εκείνος.
Το κίνητρο, άρα, του άγνωστου ποιητή,
και η επιθυμία που τον ωθούν να ασχοληθεί με την ποιητική τέχνη, δεν είναι
κάποια εσωτερική ανάγκη έκφρασης ή κάποια θέληση να μετουσιώσει σε ποιητικό
λόγο εμπειρίες και σκέψεις του, είναι απλώς και μόνο η φιλοδοξία να γίνει
διάσημος και να αναγνωριστεί από τους συγκαιρινούς του. Η ποίηση δεν αποτελεί
κομμάτι του εαυτού του, δεν είναι μέρος της ψυχής του, είναι μόνο το μέσο για
να επιτύχει έναν τελείως εγωκεντρικό -και εντελώς ασύνδετο με την ποίηση-
στόχο∙ είναι το μέσο για να αποκτήσει δόξα.
Μια φιλοδοξία ξένη προς την πραγματική
ουσία της ποιητικής τέχνης, που εύλογα προκαλεί ενόχληση σε ποιητές, όπως ήταν
ο Καβάφης, που είχαν αφιερώσει όλη τους τη ζωή στο να υπηρετούν την τέχνη τους και
στο να προσπαθούν να φανούν αντάξιοι του δυσαπόκτητου τίτλου «Ποιητής». Ο
Καβάφης, άλλωστε, έχει κι άλλες φορές στηλιτεύσει τη διάθεση ορισμένων επίδοξων
ποιητών ή στιχοποιών να ασχολούνται με την ποίηση, όχι γιατί είναι πραγματικοί
ποιητές, αλλά γιατί θέλουν να αποκομίσουν κάποιο διαφορετικό όφελος∙ ενδεικτικά
είναι τα ποιήματα «Ο Δαρείος» και «Βυζαντινός Άρχων, εξόριστος, στιχουργών».
Ούτος Εκείνος: Φράση από το Ενύπνιον
του Λουκιανού (γενν. 115 μ.Χ.), ο οποίος λέει ότι, στα νιάτα του, επείστηκε να
προτιμήσει το στάδιο των γραμμάτων, όταν ονειρεύτηκε την Παιδεία να του
υπόσχεται, ανάμεσα σε άλλα:
«Κἄν που ἀποδημῇς, οὐδ ᾿ ἐπὶ τῆς ἀλλοδαπῆς ἀγνὼς καὶ ἀφανὴς ἔσῃ∙ τοιαῦτα σοι περιθήσω τὰ γνωρίσματα, ὥστε τῶν ὁρώντων ἕκαστος τὸν πλησίον κινήσας δεει σε τῷ δακτύλῳ "οὖτος ἐκεῖνος" λέγων.»
«Αν δε τύχει και ταξιδεύσεις, ούτε εις
τας ξένας χώρας θα είσαι άγνωστος και αφανής. Τοιαύτα γνωρίσματα θα σου
επιθέσω, ώστε καθείς που θα σε βλέπει, θα κινεί τον πλησίον και θα σε δεικνύει
με τον δάκτυλον λέγων: ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ (μετάφραση: Κονδυλάκη)