Richard Young
Οδυσσέας Ελύτης «Η Μαρίνα των βράχων» (ερωτήσεις)
Να εντοπίσετε το τοπίο και την εποχή του έτους, επισημαίνοντας τις αντίστοιχες λέξεις ή εικόνες, που τα υποδηλώνουν.
Το ποίημα «Η Μαρίνα των βράχων» συνδυάζει δύο αγαπημένες θεματικές του Ελύτη, το τοπίο των νησιών του Αιγαίου και το καλοκαίρι. Σε ό,τι αφορά την εποχή -πέρα από την αναδρομή στο παρελθόν, που μας πηγαίνει στις αρχές του φθινοπώρου: «που είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου»-, ο ποιητής εμμένει στους καλοκαιρινούς μήνες, στοιχείο που προκύπτει τόσο από τη σαφή αναφορά των στίχων 32-33 «Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο / άλλο καλοκαίρι», όσο κι από επιμέρους εικόνες: στίχος 13: «Σου ‘λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες», στίχος 19: «Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού», αλλά και ο στίχος 21: «Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα» που μας παραπέμπει σ’ έναν καλοκαιρινό περίπατο στο γιαλό. Αντίστοιχα και οι στίχοι 25-26: «Ανεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθών / Όπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας», παρά τη μεταφορική χρήση του νοήματος, μας παρουσιάζουν την ηρωίδα να κολυμπά.
Σχετικά με τον τόπο στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα του ποιήματος μπορούμε να εικάσουμε ότι είναι κάποιο νησί –πιθανότατα αιγαιοπελαγίτικο, μιας και ο Ελύτης έχει ιδιαίτερη αγάπη στα νησιά αυτά. Ήδη από τους δύο πρώτους στίχους: «Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη – Μα που γύριζες / Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας», η κυριαρχία της θάλασσας γίνεται εμφανής. Παράλληλα, ο ποιητής εμπλουτίζει το τοπίο με αναφορές σε λόφους και κάμπους, παραπέμποντάς μας στις πλούσιες εναλλαγές που χαρακτηρίζουν το ελληνικό τοπίο. «Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους», «Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους».
Ποιος είναι ο ρόλος των φράσεων ή στίχων του ποιήματος που επαναλαμβάνονται;
Ο πρώτος στίχος του ποιήματος «Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη – Μα που γύριζες», ο οποίος περιέχει τις στημονικές ιδέες του ποιήματος, δηλαδή τη συναισθηματική αναστάτωση της ηρωίδας (τρικυμία) και την εναγώνια εσωτερική της αναζήτηση (που γύριζες), επαναλαμβάνεται τμηματικά αποτελώντας ουσιαστικά το συνεκτικό δεσμό των επιμέρους νοηματικών ενοτήτων.
Η πρώτη επανάληψη «- Μα που γύριζες;» στο στίχο 11, μας επαναφέρει στην προσωπική περιπλάνηση της ηρωίδας, ύστερα από την αναδρομή στο παρελθόν που είχε προηγηθεί. Με τον τρόπο αυτό ο ποιητής δίνει έμφαση στην ένταση της εσωτερικής αναζήτησης της κοπέλας, ενώ παράλληλα με την επανάληψη του 2ου στίχου, ελαφρώς παραλλαγμένου «Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας» τονίζεται και η διάρκεια του προβληματισμού που κρατά την κοπέλα όλη μέρα κι όλη νύχτα σε κατάσταση εσωτερικής ανασκόπησης και ανησυχίας.
Η επόμενη επανάληψη «Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη» στο στίχο 17, έρχεται να δώσει με έμφαση τη συνέχιση της συναισθηματικής αναστάτωσης της ηρωίδας, που διατρέχει το ποίημα καθώς αποτελεί κεντρική θεματική του. Η έφηβη κοπέλα βρίσκεται σε μια δίνη συναισθημάτων, συνέπεια της μεταβατικής της ηλικίας, κι ο ποιητής θέλει να διατηρήσει στη μνήμη του αναγνώστη τη βασική αυτή σκέψη. Η επανάληψη άλλωστε του ημιστίχιου «- Μα που γύριζες» στον 20ο στίχο επαναφέρει τη θεματική της εσωτερικής περιπλάνησης της ηρωίδας. Η ερώτηση «μα που γύριζες» δεν αναφέρεται βέβαια σε μια κυριολεκτική περιπλάνηση, αλλά σε μια εσωτερική αναζήτηση, μιας και η κοπέλα αναμετράται με τα συναισθήματά της, με τις έντονες επιθυμίες της και με τη μεταβαλλόμενη φύση της, καθώς προχωρά προς την ενηλικίωση.
Στο στίχο 31 «Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη», ο αρχικός στίχος του ποιήματος επαναλαμβάνεται, παραλλαγμένος όμως, καθώς τώρα ο ποιητής αποκαλύπτει πως η γεύση τρικυμίας στα χείλη της κοπέλας είναι πικρή. Η συναισθηματική αναστάτωση της κοπέλας, δηλαδή, της προκαλεί πόνο και όχι την επιθυμητή χαρά κι αυτό γιατί τη στιγμή που ο ήλιος στέκει ως «θηρίο ελπίδας», τη στιγμή που κάθε νέα ημέρα αποτελεί για τους ανθρώπους μια νέα αρχή, μια πολύτιμη υπόσχεση νέων απολαύσεων κι ελπίδων, η ηρωίδα παραμένει εγκλωβισμένη σ’ έναν έρωτα που αδυνατεί να τις δώσει την προσδοκώμενη πληρότητα, γι’ αυτό και η αναστάτωσή της, η τρικυμία της, έχει μια πικρή γεύση.
Στο εισαγωγικό σημείωμα επισημαίνονται μερικά βασικά χαρακτηριστικά της ποιητικής γραφής του Ελύτη. Να επιβεβαιώσετε με παραδείγματα τα ακόλουθα:
- Αντλεί το υλικό των λέξεων και των εικόνων από τη φύση.
- Παραθέτει τις εικόνες ακολουθώντας περισσότερο τους συνειρμούς που η μνήμη και το συναίσθημα του επιβάλλουν.
- Οι λέξεις και οι εικόνες που χρησιμοποιεί δεν είναι πάντοτε ακριβείς στο νόημά τους ή το περίγραμμά τους· αυτή η ασάφεια στο νόημα μερικών λέξεων (λ.χ. ηρωίδα ιάμβου) ή το περίγραμμα των εικόνων (λ.χ. έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη) κινητοποιεί περισσότερο τη φαντασία του αναγνώστη.
Αντλεί το υλικό των λέξεων και των εικόνων από τη φύση: Τόσο στο συγκεκριμένο ποίημα όσο και γενικότερα στην ποίηση του Ελύτη, η συνομιλία με την ομορφιά της φύσης, με το φως και τη φυσική διάσταση του ανθρώπου είναι συνεχής και ιδιαιτέρως γόνιμη. Ο Ελύτης φέρνει τον αναγνώστη σ’ επαφή με το φυσικό περιβάλλον χρησιμοποιώντας τις αναφορές στη φύση τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Στο ποίημα αυτό ο ποιητής αξιοποιεί τις εικόνες της φύσης για να παρουσιάσει παραστατικότερα τη διαδρομή της ηρωίδας του από την αθωότητα της εφηβείας στην επώδυνη ενηλικίωση. Οι λέξεις και εικόνες από τη φύση, είναι βέβαια άφθονες: «τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας», «αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους», «να γυρνάς κίτρινους κάμπους», «όπου σελάγιζε ο δικός σου αστερίας».
Παραθέτει τις εικόνες ακολουθώντας περισσότερο τους συνειρμούς που η μνήμη και το συναίσθημα του επιβάλλουν: Η πορεία που ακολουθεί το ποίημα επιβάλλεται κάποτε από τους συνειρμούς που δημιουργούνται στη σκέψη του ποιητή, όπως για παράδειγμα στην πρώτη στροφή όπου από την παρούσα κατάσταση της ηρωίδας, μεταβαίνουμε στο παρελθόν της, όταν δεν είχε ακόμη γνωρίσει τις συναισθηματικές εντάσεις που φέρνει μαζί της η εφηβεία «Που είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου». Αντίστοιχα, η τρίτη στροφή του ποιήματος με το κόκκινο φόρεμα της ηρωίδας να κυριαρχεί, λειτουργεί περισσότερο ως συνειρμική συνέχεια των χρωματικών εικόνων που προηγήθηκαν, παρά ως ενότητα με νοηματική βαρύτητα στα πλαίσια του ποιήματος.
Οι λέξεις και οι εικόνες που χρησιμοποιεί δεν είναι πάντοτε ακριβείς στο νόημά τους ή το περίγραμμά τους· αυτή η ασάφεια στο νόημα μερικών λέξεων (λ.χ. ηρωίδα ιάμβου) ή το περίγραμμα των εικόνων (λ.χ. έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη) κινητοποιεί περισσότερο τη φαντασία του αναγνώστη: Η υπερρεαλιστική προσέγγιση του ποιητή, καθιστά κάποτε δύσκολη την ερμηνεία των εικόνων ή των λέξεων που χρησιμοποιεί, στοιχείο που προσφέρει τη δυνατότητα πολλαπλών αναγνώσεων και διευρύνει κατά πολύ τη νοηματική πρόσληψη του ποιήματος, καθώς οι στίχοι λειτουργούν ως ερεθίσματα για τη φαντασία αλλά και τη σκέψη του αναγνώστη. Για παράδειγμα όταν ο ποιητής παρουσιάζει στη Μαρίνα το ανέκκλητο που χαρακτηρίζει το πέρασμα του χρόνου, χρησιμοποιεί μια σειρά από εικόνες που μαγνητίζουν τη φαντασία του αναγνώστη και οι οποίες δεν μπορούν να ερμηνευτούν με ακρίβεια: «Για να αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια / Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους, / Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές / Ή για να πας καβάλα στο μαΐστρο».
Πώς δικαιολογείται ο παραινετικός τόνος της πέμπτης ενότητας;
Στην πέμπτη ενότητα, όπου παρουσιάζεται η γνωριμία της Μαρίνας με τις επώδυνες εμπειρίες που συνοδεύουν την πορεία του ανθρώπου προς την ενηλικίωση, ο ποιητής της επισημαίνει πως ο χρόνος περνά αμετάκλητα, επηρεάζοντας καταλυτικά τους ανθρώπους, αλλάζοντάς τους και ωθώντας τους σε διαδρομές που ίσως κάποτε να θεωρούσαν αδιανόητες. Ο χρόνος έχει μια απίστευτη δυναμική και στο πέρασμά του σαρώνει επιθυμίες και όνειρα, επιβάλλοντας τους δικούς του κανόνες, τη δική του διαβρωτική διάθεση. Κάτι που η έφηβη Μαρίνα μοιάζει να αγνοεί γι’ αυτό και μένει ολημερίς κι ολονυχτίς αγκιστρωμένη στην εσωτερική της αναζήτηση, γι’ αυτό αγνοεί το κάλεσμα της ζωής -ο ήλιος είναι θηρίο ελπίδας- και μένει να σφίγγει έναν έρωτα. Ο ενήλικας ποιητής που γνωρίζει τις μεταβολές που φέρνει ο χρόνος, κατανοεί πως δε θα πρέπει οι άνθρωποι να θεωρούν τίποτε ως δεδομένο και το κυριότερο δε θα πρέπει να αναλώνονται σε πίκρες, αφήνοντας τη ζωή τους να περνά ανεκμετάλλευτη.
Βλέποντας, δηλαδή, ο ποιητής το τέλος της εφηβείας να πλησιάζει για τη Μαρίνα, της υπενθυμίζει πως ο χρόνος δε γυρνά πίσω και πως θα πρέπει να μην αφήνει τις πολύτιμες στιγμές της ζωής της να φεύγουν απ’ τα χέρια της, χωρίς να τις γεύεται στο έπακρο. Η αθωότητα και η γαλήνη θα χαθούν μια για πάντα, ο χρόνος θα αλλάξει την έφηβη ηρωίδα κι αυτό είναι κάτι που ο ποιητής -όπως και κάθε ενήλικας άλλωστε- γνωρίζει πολύ καλά.
Ο τίτλος του ποιήματος αντιστοιχεί στην εικόνα που δίνει η τελευταία ενότητα;
Ο τίτλος του ποιήματος «Η Μαρίνα των βράχων» βρίσκεται σε αντιστοιχία τόσο με τους εισαγωγικούς στίχους του ποιήματος, όπου η κοπέλα παρουσιάζεται αρχικά να κάθεται ολημερίς στα βράχια, όσο και με την τελική εικόνα όπου έχοντας πλέον διαμορφωθεί οριστικά, έχοντας περάσει στην ενηλικίωση, παρουσιάζεται σε πλήρη αρμονία με το σκληρό και αμετάβλητο τοπίο των βράχων. Κι ενώ στους αρχικούς στίχους η ευμετάβλητη, λόγω της εφηβείας, ηρωίδα βρισκόταν σε αντίθεση με τη δύσκολα μεταβαλλόμενη φύση της πέτρας, στα πλαίσια της τελευταίας εικόνας η ηρωίδα έχει πια φύγει από τη μεταβατική ηλικία της εφηβείας, έχει διαμορφωθεί πλήρως «Θ’ αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου» κι εναρμονίζεται έτσι με τη σταθερή υπόσταση και εικόνα που χαρακτηρίζουν τα βράχια στα οποία στέκει στυλωμένη.
Το σχήμα κύκλου που στηρίζει τον τίτλο του ποιήματος, δημιουργεί μια μετάβαση από την ηλικία της διαμόρφωσης, όπου όλα είναι πιθανά, στην ενηλικίωση όπου πλέον το σμίλευμα του ανθρώπου έχει ολοκληρωθεί και οι δυνατότητες έχουν πια περιοριστεί.