Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τράπεζα Θεμάτων (Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τράπεζα Θεμάτων (Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ν. Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Ακρόαση, ακοή και ομιλία: σύντομες σκέψεις για τη σχέση τους με τον διάλογο

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Brent Schreiber

 
Ν. Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Ακρόαση, ακοή και ομιλία: σύντομες σκέψεις για τη σχέση τους με τον διάλογο
 
Κείμενο 1
Ακρόαση, ακοή και ομιλία: σύντομες σκέψεις για τη σχέση τους με τον διάλογο.
Το παρακάτω κείμενο αποτελεί απόσπασμα άρθρου της Harlene Anderson, ψυχολόγου, συμβούλου και οικογενειακής θεραπεύτριας, το οποίο ανακτήθηκε από την ιστοσελίδα http://www.psychological-opinions.gr/el στις 23-03- 2021. (διασκευή)
 
     Ο διάλογος είναι μια μορφή συνομιλίας: μιλάμε ή συνομιλούμε με τον εαυτό μας ή κάποιον άλλον προς μία αναζήτηση νοήματος και κατανόησης - φωναχτά, σιωπηρά, με ή χωρίς λόγια. Μέσα και διαμέσου αυτής της διαλογικής αναζήτησης, νοήματα και αντιλήψεις ερμηνεύονται, επανερμηνεύονται, διευκρινίζονται και αναθεωρούνται συνεχώς. Έτσι δημιουργούνται δυνατότητες για σκέψη, αίσθηση, συναίσθημα, δράση, κ.λπ. Με άλλα λόγια, ο μετασχηματισμός είναι εγγενής στον διάλογο. Ο αληθινός διάλογος δεν μπορεί παρά είναι παραγωγικός.
     Ο διάλογος προξενεί στους συμμετέχοντες μια αίσθηση αμοιβαιότητας, γνήσιου σεβασμού και ειλικρινούς ενδιαφέροντος για τον άλλο, εφόσον απαιτεί συνεργατικό σχεδιασμό σχετικά με την εστίαση, τη διεργασία και το αποτέλεσμά του. Αυτό είναι μέρος της διαδικασίας της συν-δημιουργίας νέων εννοιών και δράσεων.
     Ο διάλογος απαιτεί εμπιστοσύνη και δεκτικότητα στον συνομιλητή και τη διαφορετικότητά του, καθώς και ανοχή στην αμφισβήτηση, την επίκριση και τη διαφωνία από την άλλη πλευρά. Είναι σημαντικό να είμαστε προσεκτικοί για να μην υποθέσουμε αμέσως ότι ξέρουμε τι εννοεί ο συνομιλητής και να μην συμπληρώνουμε τα κενά ή τις λεπτομέρειες της ιστορίας του συνομιλητή, ή ό,τι θεωρούμε ότι κρύβεται πίσω από την αφήγηση. Αντίθετα, χρειάζεται να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη λογική του συνομιλητή, όχι τη δική μας. Αυτό απαιτεί αποστασιοποίηση, προκειμένου να βεβαιωθούμε ότι έχουμε κατανοήσει την οπτική γωνία του άλλου όσο καλύτερα μπορούμε, και να έχουμε πάντα κατά νου ότι κατανόηση δεν σημαίνει συμφωνία.   
     Ορισμένες πράξεις δεν ενθαρρύνουν το διάλογο. Για παράδειγμα, διάλογος δεν είναι να προσπαθείτε να πείσετε τον άλλο να καταλάβει ή να συμφωνήσει μαζί σας. Αν προσπαθείτε να κάνετε κάτι τέτοιο, τότε δεν είστε σε διάλογο ούτε με τον εαυτό σας ούτε και με τον άλλο. Επίσης, διάλογος δεν είναι η επιδίωξη για συναίνεση ή σύνθεση.
    Ομοίως, το να θέτετε ερωτήσεις στις οποίες νομίζετε ότι ξέρετε την απάντηση ή για να πάρετε την απάντηση που θέλετε, δεν ενθαρρύνει το διάλογο. Με άλλα λόγια, για να εμπλακείτε πραγματικά σε διάλογο, πρέπει να είστε σε θέση να αφήσετε τα πάθη, την εμπιστοσύνη και τις αντιλήψεις σας να αμφισβητηθούν από τους άλλους και από εσάς τους ίδιους.
     Εν κατακλείδι, η πρόθεση και η ελπίδα αυτού που προσκαλεί σε διάλογο είναι να προσκαλέσει και να εμπλέξει και τον εαυτό του και τον άλλον στη διαδικασία. Με δυο λόγια, ο διάλογος απαιτεί τη δυνατότητα ακρόασης, ομιλίας και ακοής.
 
Κείμενο 2
[Το παρελθόν της Ρίτας]
Το παρακάτω κείμενο είναι απόσπασμα από το μυθιστόρημα της Λένας Διβάνη «Ενικός αριθμός» (Αθήνα 2002, εκδ. Καστανιώτη). Συνομιλούν δύο γυναίκες, η μητέρα (Ρίτα) και η κόρη (Ήρα) και αναφέρονται στο παρελθόν της μητέρας.
 
«Τίποτε δεν ξέρεις για μένα. Ούτε ενδιαφέρθηκες να μάθεις. Μόνο ο πατέρας σου υπήρχε. Δε σ’ έβλεπα εγώ πώς τον κοιτούσες; Στα μάτια, σαν σκυλάκι. Εγώ είτε ζούσα είτε δε ζούσα ένα και το αυτό».
«Αυτός τουλάχιστον μ’ αγαπούσε. Και το έλεγε κιόλας».
«Και λοιπόν; Στα λόγια κολλάς; Ξύπνα, κορόιδο! Αυτοί που λεν ότι μας αγαπάν, αυτοί μας την κάνουν τη δουλειά. Για ρώτα κι εμένα. Ποιος με ξευτίλισε; Αυτός που έλεγε ότι μ’ αγαπούσε με ξευτίλισε. Μόλις βρήκε την προίκα, μην το είδατε μην τον απαντήσατε. Τρεις μήνες αρραβωνιασμένοι είχαμε, στο σπίτι μας μπαινόβγαινε, η γειτονιά τον ήξερε. Άντε να βγω εγώ στο δρόμο μετά. Περνούσα κι από πίσω μου μου σούρνανε. Η πείσα, η δείξα η παστρικιά1 …».
«Για ποιον μιλάμε τώρα; Μπερδεύτηκα.».
«Για τον αρραβωνιαστικό μου, που κακό ψόφο να ’χει. Δεν είχε όμως. Ο πατέρας σου, ο άγιος ο άνθρωπος, πέθανε. Αυτός ζει και βασιλεύει με τη βλαχάρα του».
«Μπα; Είχες κι άλλον αρραβωνιαστικό; Αυτά δεν μας τα ’χες πει.»
«Πότε να σ’ τα πω; Μιλιόσουνα εσύ; Ήρθες μια φορά σαν παιδί να με πλησιάσεις; Σαν να ’χα χολέρα έκανες. Σου χάριζα τα ακριβότερα φουστάνια και μετά τα έβρισκα στα σκουπίδια».
«Σιγά τα φουστάνια…»
Η Ρίτα βούρκωσε. Την έπνιξε η οργή.
«Σιγά τα φουστάνια, ε; Επειδή τα είχες στοίβες. Για ρώτα κι εμένα που έκανα μετάνοιες για να ράψω ένα τσιτάκι2. Αχάριστη, ε, αχάριστη.»
Η Ήρα την κοιτούσε. Ε, θα την τρελάνει αυτή η γυναίκα. Όλα τα κατάπιε με ψυχραιμία, αλλά στο φουστάνι δάκρυσε. Τι να πεις…
«Εγώ, κυρά μου, για να αρραβωνιαστώ κατέβασα την κουρτίνα απ΄ το σαλόνι, της γιαγιάς μου ένα κέντημα, κοφτό, και την έκανα φουστάνι. Κι ήρθε αυτή η σκρόφα3 η αδελφή του και τη γνώρισε. “Ωραίο το φουστανάκι σου, μπράβο”, μου είπε. “Τι θα βάλετε τώρα για κουρτίνα;”. Με χαντάκωσε. Να το σόι μετά να κοιτάει την κουρτίνα και να χαχανίζει. Μου ’ρθε να πάω μέσα και να κρεμαστώ».
 
1. Μειωτικός χαρακτηρισμός που απευθυνόταν σε γυναίκα και σήμαινε ότι έχει αμφίβολη ηθική.
2. Φτηνό και κακής ποιότητας ύφασμα.
3. Στρίγγλα (μειωτικός χαρακτηρισμός που απευθύνεται σε γυναίκα)
 
1ο ΘΕΜΑ
1ο υποερώτημα
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις του διαλόγου, σύμφωνα με το Κείμενο 1, και ποιες πράξεις ή συμπεριφορές δεν ενθαρρύνουν την ανάπτυξή του; (60-70 λέξεις)
Βασικές προϋποθέσεις του διαλόγου είναι η αποδοχή της διαφορετικότητας του συνομιλητή και η ανεκτικότητα απέναντι στην επίκριση ή τη διαφωνία. Η κατανόηση της οπτικής του άλλου και η αποφυγή βιαστικών εικασιών σχετικά με το νόημα των λόγων του άλλου. Η κατανόηση, άλλωστε, δεν ταυτίζεται με τη συμφωνία. Η προσπάθεια, μάλιστα, να πειστεί ή να συμφωνήσει ο άλλος υπονομεύει τον διάλογο. Όπως, αντιστοίχως, κι η καθοδήγηση με ερωτήσεις που οδηγούν σε συγκεκριμένες απαντήσεις.  
[Λέξεις: 72]
 
2ο υποερώτημα
Να επισημάνετε με ποιον τρόπο εισάγονται οι 3 πρώτες παράγραφοι του Κειμένου 1 και να εξηγήσετε ποιον ρόλο διαδραματίζει η εισαγωγή αυτή στη διασφάλιση της νοηματικής αλληλουχίας.
 
Οι τρεις (3) πρώτες παράγραφοι του κειμένου εισάγονται με ρηματική φράση, παρόμοιας δομής και μορφής, στην οποία υποκείμενο κάθε φορά είναι η κύρια έννοια «διάλογος»:
- Ο διάλογος είναι …
- Ο διάλογος προξενεί …
- Ο διάλογος απαιτεί …
Το δομικό αυτό σχήμα (σχεδόν αυτούσια επαναφορά) διαμορφώνει τη νοηματική αλληλουχία του κειμένου, εφόσον εισάγει διαδοχικά και παρατακτικά τρεις βασικές παραμέτρους του διαλόγου, ως πράξης και συμπεριφοράς. Ειδικότερα, στην 1η παράγραφο ο διάλογος προσδιορίζεται ως μορφή σκέψης και επικοινωνίας και δίδονται οι βασικές του ιδιότητες (αναζήτηση, ερμηνεία, αναθεώρηση, παραγωγή ιδεών)· στη 2η παράγραφο παρουσιάζεται η επίδραση του διαλόγου στους συμμετέχοντες και τα είδη συμπεριφοράς που προκαλεί (αμοιβαιότητα, σεβασμός, ενδιαφέρον)· στην 3η παράγραφο αναλύονται οι προϋποθέσεις του λειτουργικού και παραγωγικού διαλόγου.
Με αυτόν τον τρόπο το φαινόμενο του διαλόγου περιγράφεται επαρκώς και το κείμενο κερδίζει σε συνεκτικότητα – γίνεται εύληπτο για τον αναγνώστη.
 
3ο υποερώτημα
Να μεταγράψετε στο απαντητικό σου φύλλο τον παρακάτω πίνακα, έχοντας συμπληρώσει τα κενά για το κάθε αφηρημένο ουσιαστικό του κειμένου, που έχει υπογράμμιση, με το παράγωγο ρήμα ή το παράγωγο επίθετο ή και τα δύο. Τι προσφέρει, κατά τη γνώμη σας, η διαδοχική χρήση αφηρημένων ουσιαστικών στο κείμενο;
 

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

ΡΗΜΑ

ΕΠΙΘΕΤΟ

παραδειγμα: διάλογος

διαλέγομαι

διαλογικός

αντιλήψεις

αντιλαμβάνομαι

 

αίσθηση

 

 

εμπιστοσύνη

 

 

επίκριση

 

επικριτικός

αφήγηση

 

 

συναίνεση

συναινώ

 

σύνθεση

 

 

ακρόασης

 

 

 
αντιλήψεις – αντιλαμβάνομαι – αντιληπτικός
αίσθηση – αισθάνομαι – αισθησιακός
εμπιστοσύνη – εμπιστεύομαι – εμπιστευτικός
επίκριση – επικρίνω – επικριτικός
αφήγηση – αφηγούμαι – αφηγηματικός
συναίνεση – συναινώ – συναινετικός
σύνθεση – συνθέτω – συνθετικός
ακρόασης – ακροώμαι – ακροαματικός
 
Η διαδοχική χρήση αφηρημένων ουσιαστικών προσδίδει στο κείμενο πυκνότητα, εφόσον τα νοήματα περισσότερο παρατάσσονται παρά αναλύονται με ρηματικές φράσεις και προτάσεις και η έμφαση δίνεται στα είδη πράξεων και συμπεριφορών και όχι στους δράστες. Παράλληλα, το ύφος λόγου καθίσταται δηλωτικό και τυπικό, εφόσον τα αφηρημένα ουσιαστικά δεν εκφράζουν, στο συγκεκριμένο κείμενο, συνυποδηλωτικές σημασίες.
 
2Ο ΘΕΜΑ
Σε ένα άρθρο 350-400 λέξεων καλείστε να παρουσιάσετε αφενός τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες προκειμένου ο διάλογος να είναι αποτελεσματικός και να διεξάγεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κι αφετέρου το πώς μπορούν να καλλιεργηθούν στους νέους οι ζητούμενες ποιότητες, προκειμένου να καταστούν κατάλληλοι συνομιλητές. 
 
Διάλογος: προϋποθέσεις και παιδευτική προετοιμασία
 
     Η διενέργεια ενός αποτελεσματικού και παραγωγικού διαλόγου δεν είναι επιτεύξιμη χωρίς να πληρούνται ορισμένες καίριες προϋποθέσεις από όλους τους συμμετέχοντες σε αυτόν. Ένας διάλογος, για παράδειγμα, μεταξύ φανατισμένων και μισαλλόδοξων ατόμων δεν μπορεί να επιφέρει κάποιο αποτέλεσμα. Απαιτείται, ως εκ τούτου, μια έγκαιρη παιδευτική προετοιμασία των ατόμων, προκειμένου να αποκτούν τις ζητούμενες αρετές ενός καλού συνομιλητή.
     Μια πρώτη καίριας σημασίας προϋπόθεση για τη συμμετοχή σε μια γόνιμη συζήτηση είναι η δεκτικότητα του ατόμου απέναντι στη διαφορετικότητα τόσο των απόψεων όσο και της προσωπικότητας του συνομιλητή του. Ζητούμενο είναι να μπορεί το άτομο να ακούει προσεκτικά την αντίθετη ή τη διαφορετική άποψη επιδιώκοντας να κατανοήσει τον ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας και αντίληψης των πραγμάτων από τον συνομιλητή του. Η προσεκτική αυτή ακρόαση δεν αποσκοπεί, άλλωστε, στην υιοθέτηση της άλλης άποψης, αλλά στη σε βάθος διερεύνησή της, προκειμένου να εντοπιστούν τα αληθή και τα ορθά στοιχεία που πιθανώς εμπεριέχονται σε αυτή.
     Αντίστοιχη διερεύνηση, μάλιστα, οφείλει να διενεργήσει ο συνομιλητής, ώστε να κατανοήσει και να ελέγξει τις απόψεις του ατόμου. Ό,τι έπεται συνεπάγεται την ύπαρξη μιας ακόμη βασικής προϋπόθεσης για τη συμμετοχή στο διάλογο, τη δεκτικότητα των ατόμων στην αμφισβήτηση και στον αυστηρό έλεγχο των απόψεων και των επιχειρημάτων τους. Έτσι, μετά την προσεκτική ακρόαση των αντιτιθέμενων απόψεων οι συνομιλητές οφείλουν να δεχτούν, χωρίς να δυσανασχετούν, την αντίκρουση των ιδεών τους και τον πιθανό, ακόμη, κλονισμό επιχειρημάτων που ίδιοι ίσως θεωρούσαν στέρεων και πληρέστατων.
     Συμμετοχή σε διάλογο, ούτως ή άλλως, σημαίνει την αποδοχή σε μια απαιτητική διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας οι απόψεις ελέγχονται, ερμηνεύονται και εξελίσσονται. Ο διάλογος εκ των πραγμάτων οδηγεί σε αλλαγές, εφόσον καμία άποψη δεν αποτελεί έκφραση μιας απόλυτης και αμφισβητήσιμης αλήθειας. Οφείλουν, άρα, οι συνομιλητές να είναι πρόθυμοι να θέσουν υπό αμφισβήτηση ακόμη και τον ίδιο τους τον εαυτό, καθώς μέσω του διαλόγου ενδέχεται να αναδυθούν νέες ιδέες και διαφοροποιημένες απόψεις.
     Προκειμένου, εντούτοις, να είναι τα άτομα έτοιμα και σε θέση να ανταποκριθούν στις προκλήσεις και τις απαιτήσεις του διαλόγου, χρειάζεται να έχουν λάβει από νωρίς κατάλληλη αγωγή. Τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να αναδείξουν το πολύπλευρο της αλήθειας, ώστε να αποτρέψουν τους νέους από την παγίδα του δογματισμού. Οφείλουν, συνάμα, να παρέχουν πολλαπλές ευκαιρίες διαλόγου και εποικοδομητικών συζητήσεων, προκειμένου να μάθουν αφενός να στηρίζουν τις απόψεις τους κι αφετέρου να εξοικειωθούν με το ενδεχόμενο ανατροπής των επιχειρημάτων τους. Παραλλήλως, μάλιστα, απαιτείται από τους φορείς αγωγής να προβάλλουν ορθά πρότυπα διαλογικών διαδικασιών, για να εδραιώσουν στη σκέψη των νέων το σύνολο των αρετών εκείνων που διακρίνουν έναν ώριμο συνομιλητή.
     Όσο σημαντικός είναι ο διάλογος για τις διαπροσωπικές ανάγκες και για τη δημοκρατία τόσο απαιτητικός είναι στην πραγμάτωσή του, εφόσον προϋποθέτει τη δυνατότητα των συμμετεχόντων να επιδεικνύουν σεβασμό, αδογμάτιστη σκέψη και συγκροτημένη σκέψη. Αρετές, δηλαδή, που κατακτούνται με συστηματική προσπάθεια και πολύχρονη καθοδήγηση.
 
3ο ΘΕΜΑ
Να καταγράψετε τέσσερις γλωσσικές επιλογές μέσω των οποίων διαφαίνεται η έντονη συναισθηματική κατάσταση της μητέρας στο Κείμενο 2 και να αιτιολογήσετε την ειδικότερη νοηματική λειτουργίας κάθε επιμέρους επιλογής.
 
Με τη χρήση σχήματος αντίθεσης «Εγώ είτε ζούσα είτε δε ζούσα ένα και το αυτό» η μητέρα εκφράζει εμφατικά το παράπονό της πως η κόρης της δεν έδειχνε ποτέ ενδιαφέρον για εκείνη και τα συναισθήματά της, εφόσον ό,τι την ενδιέφερε κυρίως ήταν ο πατέρας της. Ενώ, με τη χρήση επανάληψης «Ποιος με ξευτίλισε; Αυτός που έλεγε ότι μ’ αγαπούσε με ξευτίλισε.» αποδίδει την πικρία της για το γεγονός πως ένας άνθρωπος που είχε εμπιστευτεί την έκανε να αισθανθεί βαθιά ταπείνωση. Αίσθημα που αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα ακριβώς μέσω της επανάληψής του. Με τη χρήση, άλλωστε, μεταφορικού λόγου «που κακό ψόφο να ’χει» φανερώνει τη διάρκεια του αισθήματος αγανάκτησης και αντιπάθειας που αισθάνεται για τον πρώην αρραβωνιαστικό της, τον επώδυνο θάνατο του οποίου εμφανίζεται να εύχεται ως αναγκαία τιμωρία. Επιπροσθέτως, με την αξιοποίηση υβριστικού λόγου «Κι ήρθε αυτή η σκρόφα, η αδελφή του» καθιστά εναργέστερα εμφανές το αίσθημα οργής που συνεχίζει να την ταλανίζει λόγω της ταπείνωσης που είχε βιώσει στη νεανική της ηλικία.
 
4ο ΘΕΜΑ
Ποια σχέση εντοπίζεις ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις των ανθρώπων στο Κείμενο 2; Πώς η σχέση αυτή επηρεάζει τη μοίρα των ηρωίδων, κατά τη γνώμη σου; Να αναπτύξεις την απάντησή σου σε 100 - 150 λέξεις.
 
Ο διάλογος ανάμεσα στις δύο ηρωίδες (τη μαμά Ρίτα και την κόρη της) αποκαλύπτει τη βαθιά διάσταση ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις των ανθρώπων. Κατ’ αρχάς η μητέρα επισημαίνει στην κόρη ότι η αγάπη δεν κρίνεται από τα λόγια («Και λοιπόν… κολλάς;») - εννοώντας, προφανώς, ότι κρίνεται από τις πράξεις. Επιπλέον, τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις των ανθρώπων, που αγγίζει το όριο της υποκρισίας [«Αυτοί που λεν ότι… τη δουλειά»: αξιοπρόσεκτο το απλό, καθημερινό λεξιλόγιο («κορόιδο»), οι λαϊκές εκφράσεις («μας κάνουν τη δουλειά») και το οικείο ύφος], κάνοντας μία αναδρομή στο ίδιο της το παρελθόν κα αναφέροντας κάποιον που έλεγε ότι την αγαπούσε και την είχε αρραβωνιαστεί αλλά τη χώρισε, διότι δεν διέθετε προίκα («Για ρώτα κι εμένα… η παστρικιά»: αξιοπρόσεκτο το επιθετικό ύφος και οι χαρακτηρισμοί που αντανακλούν τη δύσκολη για τη γυναίκα κοινωνική πραγματικότητα της εποχής). Με τόνους ιδιαίτερα πικρούς και σκληρούς «η σκρόφα η αδελφή του», «Μου ’ρθε να πάω μέσα και να κρεμαστώ») αφηγείται τον εξευτελισμό που αισθάνθηκε την ημέρα των αρραβώνων, όταν η οικογένεια του γαμπρού αντιλήφθηκε ότι είχε μετατρέψει μία κουρτίνα σε φόρεμα και το είχε φορέσει («Εγώ, κυρά μου … και να κρεμαστώ»).
Αυτή η διάσταση λόγων και πράξεων των ανθρώπων, και ο τρόπος με τον οποίον την προσλαμβάνει η καθεμία από τις δύο ηρωίδες, επηρεάζει βαθύτατα τον ψυχισμό τους και καθορίζει τη μοίρα τους:
- η κόρη έχει ανάγκη να επιβεβαιώνει τα αισθήματα των άλλων προς αυτή με τα λόγια τους, γι’ αυτό και επισημαίνει ότι ο πατέρας της την αγαπούσε και το έλεγε («Αυτός τουλάχιστον… κιόλας»), ενώ ο κειμενικός δείκτης «τουλάχιστον» υποδεικνύει ότι πιστεύει πως η μητέρα της δεν την αγαπούσε και ούτε το έλεγε·
- η μητέρα από την άλλη πλευρά δίνει έμφαση και σημασία μόνο στις πράξεις, γι’ αυτό και κατηγορεί την κόρη για αχαριστία εφόσον απέρριπτε τα δώρα της («Η Ρίτα βούρκωσε… αχάριστη, ε, αχάριστη»), που γι’ αυτήν αποτελούν πράξεις αγάπης.
Δύο πλάσματα πληγωμένα από το παρελθόν τους και εγκλωβισμένα σε μία αλυσίδα παρεξηγήσεων.
 
«Το θέμα προέρχεται και αντλήθηκε από την πλατφόρμα της Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας που αναπτύχθηκε (MIS5070818-Tράπεζα θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Γενικό Λύκειο-ΕΠΑΛ) και είναι διαδικτυακά στο δικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) στη διεύθυνση (http://iep.edu.gr/el/trapeza-thematon-arxiki-selida)».

Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Γλώσσα και κοινωνικοποίηση

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Diane Palmer 
 
Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Γλώσσα και κοινωνικοποίηση
 
Κείμενο 1
[Γλώσσα και κοινωνικοποίηση]
Το κείμενο είναι απόσπασμα που έχει αντληθεί από το βιβλίο του ομότιμου πλέον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ναπολέοντα Μήτση. 1996. Διδακτική του γλωσσικού μαθήματος. Από τη γλωσσική θεωρία στη διδακτική πράξη. Αθήνα: Gutenberg, 39-40 (διασκευή)
 
     Ο πρώτος κώδικας επικοινωνίας, δηλαδή η μητρική γλώσσα, είναι κοινωνικός θεσμός. Αυτό σημαίνει ότι η γνώση της μητρικής γλώσσας και η καλή χρήση της είναι το κυριότερο μέσο ένταξης στην κοινότητα, εφόσον αποτελεί τη βασικότερη προϋπόθεση για επικοινωνία και για δημιουργία σωστών και ολοκληρωμένων σχέσεων με τα υπόλοιπα μέλη. Χρησιμοποιούμε την ομιλία, για να έρθουμε σε επαφή με τους άλλους. Για να μην είμαστε μόνοι ή αποξενωμένοι. Και από την άποψη αυτή, η κατάκτηση της γλώσσας μας βοηθάει να αποφύγουμε την απομόνωση.
     Κι ακόμα, ο κοινωνικός χαρακτήρας της γλώσσας υποδηλώνει ότι πρόκειται για ένα σύστημα το οποίο λειτουργεί πέρα και πριν από τα συγκεκριμένα άτομα. Κάθε νέος άνθρωπος υποχρεώνεται να μαθαίνει και να χρησιμοποιεί τη μητρική του γλώσσα, γιατί σε αντίθετη περίπτωση διατρέχει τον κίνδυνο της περιθωριοποίησης ή και της απόρριψής του από την ομάδα. Και από την άποψη αυτή η κατάκτηση της μητρικής του γλώσσας δεν είναι απλώς μια ευγενική πρόσκληση προς το κάθε νέο άτομο αλλά, μέσα σε ορισμένα πλαίσια, πρέπει να νοείται ως κοινωνική επιταγή1. Έτσι, η κοινωνικοποίηση του ατόμου και η επικοινωνία του με τα άλλα άτομα της γλωσσικής κοινότητας έρχεται ως αποτέλεσμα της κατάκτησης της μητρικής του γλώσσας, αλλά και ταυτόχρονα αποτελεί το αίτιο για περαιτέρω καλλιέργεια και βελτίωση της γλωσσικής του ικανότητας.
      Η σχέση όμως μεταξύ ατόμου και γλώσσας δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μονόδρομος, ως πλήρης δηλαδή υποταγή του ατόμου στον κώδικα του κοινωνικού συνόλου. Όπως, βέβαια, είναι φυσικό, κατά την πρώτη περίοδο κατάκτησης της γλώσσας από το άτομο, στην οποία μπαίνουν οι βάσεις της κοινωνικοποίησής του, υπάρχει σίγουρα η έννοια της υποταγής του στην κοινωνική απαίτηση. Όμως, σε ένα δεύτερο στάδιο ανοίγεται μια ευρεία προοπτική που του παρέχει δυνατότητες για ελεύθερη προσωπική έκφραση. Στο πλαίσιο, επομένως, της χρήσης της μητρικής γλώσσας το κάθε άτομο δημιουργεί το προσωπικό του ύφος και προβάλλει την ατομικότητά του, παρά το γεγονός ότι η γλωσσική επικοινωνία στηρίζεται σε ένα φαινόμενο που δημιουργείται και λειτουργεί με κανόνες και αρχές, οι οποίες καθιερώνονται από το κοινωνικό σύνολο.
 
1.      επιταγή: προσταγή, διαταγή
 
Κείμενο 2
Χωρίς Στεφάνι (απόσπασμα)
Το παρακάτω απόσπασμα έχει αντληθεί από το ομώνυμο κοινωνικό διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851 -1911), που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 24 Μαρτίου 1896 στην εφημερίδα «Ακρόπολις»
 
     […] Εις τας Αθήνας, ως γνωστόν, η πρώτη Ανάστασις είναι για τες κυράδες, η δευτέρα για τις δούλες. Η Χριστίνα η Δασκάλα εφοβείτο τας νύκτας να υπάγη εις την Εκκλησίαν, μήπως την κοιτάξουν, και δεν εφοβείτο την ημέραν, να μην την ιδούν. Διότι οι κυράδες την εκοίταζαν, οι δούλες την έβλεπαν απλώς. Εις τούτο δε ανεύρισκε μεγάλην διαφοράν. Δεν ήθελε ή δεν ημπορούσε να έρχεται εις επαφήν με τας κυρίας, και υπεβιβάζετο εις την τάξιν των υπηρετριών. Αυτή ήτο η τύχη της. […]
     Από τον καιρόν οπού είχεν ανάγκην από τας συστάσεις των κομματαρχών διά να διορίζεται δασκάλα, εις2 των κομματαρχών τούτων, ο Παναγής ο Ντεληκανάτας, ο ταβερνάρης, την είχεν εκμεταλλευθή. Άμα ήλλαξε το υπουργείον, και δεν ίσχυε πλέον να την διορίση, της είπεν: -Έλα να ζήσουμε μαζί, κι αργότερα θα σε στεφανωθώ. -Πότε; -Μετ’ ολίγους μήνας, μετά έν εξάμηνον, μετά ένα χρόνον.
     Έκτοτε παρήλθον χρόνοι και χρόνοι, κι εκείνος ακόμη είχε μαύρα τα μαλλιά, κι αυτή είχεν ασπρίσει. Και δεν την εστεφανώθη ποτέ. Αυτή δεν εγέννησε τέκνον. Εκείνος είχε και άλλας ερωμένας. Κι εγέννα τέκνα με αυτάς.[…]
     Εκείνος ουδέ λόγον της έκαμνε πλέον περί στεφανώματος. Κι αυτή δεν έλεγε πλέον τίποτε. Υπέφερεν εν σιωπή. Κι έπλυνε κι εσυγύριζεν όλον τον χρόνον. Την Μεγάλην Πέμπτην έβαπτε τ’ αυγά τα κόκκινα. Και τας καλάς ημέρας δεν είχε τόλμης πρόσωπον να υπάγη κι αυτή εις την εκκλησίαν.
     Μόνον το απόγευμα του Πάσχα, εις την ακολουθίαν της Αγάπης, κρυφά και δειλά εισείρπεν3 εις τον ναόν, διά ν’ ακούση το «Αναστάσεως ημέρα» μαζί με τις δούλες και τις παραμάνες. […]
     Αλλ’ Εκείνος, όστις ανέστη «ένεκα της ταλαιπωρίας των πτωχών και του στεναγμού των πενήτων4 », όστις εδέχθη της αμαρτωλής τα μύρα και τα δάκρυα και του ληστού το Μνήσθητί μου, θα δεχθή και αυτής της πτωχής την μετάνοιαν, και θα της δώση χώρον και τόπον χλοερόν, και άνεσιν και αναψυχήν εις τη βασιλείαν Του την αιωνίαν.
 
2. εις: ένας
3. εισείρπεν: σερνόταν, έμπαινε κρυφά
4. πενήτων: των φτωχών
 
ΘΕΜΑ 1
1ο υποερώτημα
Τι προσφέρει η κατάκτηση της μητρικής γλώσσας στη διαδικασία κοινωνικοποίησης του ανθρώπου και από ποιους κινδύνους αποτρέπει, σύμφωνα με το Κείμενο 1; (50-60 λέξεις)
 
Η μητρική γλώσσα προσφέρει τη δυνατότητα επικοινωνίας του ατόμου με τα υπόλοιπα μέλη της γλωσσικής του κοινότητας, διασφαλίζοντας την ένταξή του σε αυτή. Μέσω της ορθής χρήσης της, μάλιστα, το άτομο διαμορφώνει σωστές σχέσεις με τους άλλους και αποφεύγει, έτσι, την απομόνωσή του. Η αποτροπή της ενδεχόμενης αποξένωσης ή απόρριψης του ατόμου προϋποθέτει, άρα, την πλήρη κατάκτηση της μητρικής γλώσσας.
[Λέξεις: 60]
 
2ο υποερώτημα
Να διερευνήσεις αν η δομή της 3ης παραγράφου του Κειμένου 1 είναι πλήρης (θεματική πρόταση, σχόλια/λεπτομέρειες, περίοδος – κατακλείδα) και να τεκμηριώσεις την απάντησή σου με σχετικές αναφορές.
 
Η δομή της 3ης παραγράφου του κειμένου 1 είναι πλήρης και έχει ως ακολούθως:
- Θεματική πρόταση: «Η σχέση όμως …. κοινωνικού συνόλου».
- Λεπτομέρειες: «Όπως, βέβαια, είναι φυσικό … προσωπική έκφραση».
- Κατακλείδα: «Στο πλαίσιο, επομένως …. από το κοινωνικό σύνολο».
 
Αναλυτικότερα:
Στη θεματική πρόταση περιλαμβάνεται η βασική θέση της παραγράφου, ότι δηλαδή η κοινωνική διάσταση της γλώσσας δεν συνεπάγεται την πλήρη υποταγή του ατόμου σε αυτό που λέγεται ή γράφεται από το κοινωνικό σύνολο.
Στις λεπτομέρειες αναλύεται η βασική θέση, με την προσθήκη ότι ναι μεν κατά το στάδιο της κοινωνικοποίησης το άτομο δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τις γλωσσικές απαιτήσεις της κοινότητας, στη συνέχεια, ωστόσο, η γλώσσα του δίνει τη δυνατότητα να εκφραστεί προσωπικά, όπως ο ίδιος / η ίδια επιθυμεί, χωρίς περιορισμούς.
Τέλος, στην κατακλείδα εξάγεται το συμπέρασμα πως με τη χρήση της μητρικής γλώσσας μπορεί ο καθένας / η καθεμία να διαμορφώσει προσωπικό ύφος και να προβάλλει την ατομικότητά του / της, παρά το γεγονός ότι οι ρυθμιστικές αρχές του γλωσσικού φαινομένου δεν είναι ατομικές, αλλά κοινωνικές.
 
3ο υποερώτημα
Να γράψεις την ένδειξη Σωστό - Λάθος σε καθεμιά από τις παρακάτω προτάσεις, οι οποίες βασίζονται στο Κείμενο 1:
1. εφόσον αποτελεί τη βασικότερη προϋπόθεση για επικοινωνία και για δημιουργία σωστών και ολοκληρωμένων σχέσεων με τα υπόλοιπα μέλη. (1η παράγραφος): Στην παραπάνω πρόταση ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεται το μήνυμα είναι με βεβαιότητα.
2. Για να μην είμαστε μόνοι ή αποξενωμένοι (1η παράγραφος): Στην περίοδο λόγου η σύνταξη παραπέμπει σε ελλειπτικό λόγο και στοχεύει στο να δοθεί έμφαση στον σκοπό χρήσης της ομιλίας.
3. ο κοινωνικός χαρακτήρας της γλώσσας υποδηλώνει ότι πρόκειται …: Συνώνυμη της λέξης «υποδηλώνει» στο γλωσσικό περιβάλλον της πρότασης είναι η λέξη «επιβεβαιώνει».
4. υπάρχει σίγουρα η έννοια της υποταγής του στην κοινωνική απαίτηση. (3η παράγραφος): Στην πρόταση ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεται το μήνυμα δηλώνει βεβαιότητα.
5. ανοίγεται μια ευρεία προοπτική (3η παράγραφος): Στη φράση η λειτουργία της γλώσσας είναι μεταφορική.
 





 
ΘΕΜΑ 2
Σε ένα δικό σας άρθρο να αναφερθείτε αφενός στην ιδιαίτερη αξία της μητρικής γλώσσας του ατόμου και αφετέρου στα περιθώρια που έχει το άτομο να διαμορφώσει «το προσωπικό του ύφος και να προβάλλει την ατομικότητά του» στο πλαίσιο της χρήσης της μητρικής γλώσσας. (Λέξεις 350-400)
Μονάδες 30
 
Η μητρική γλώσσα ως συνεκτικός δεσμός και μέσο προσωπικής έκφρασης
 
     Η μητρική γλώσσα κάθε ατόμου λειτουργεί ως το αναγκαίο εκείνο μέσο επικοινωνίας που διασφαλίζει την ένταξή του στην κοινότητά του και την αποδοχή του από τα άλλα μέλη της. Επιτρέπει, παράλληλα, χάρη στη δημιουργική και διαρκώς εξελισσόμενη φύση κάθε γλώσσας τη δυνατότητα στο εκάστοτε άτομο να προσδώσει στο ύφος του μια προσωπική και μοναδική διάσταση, ώστε να προβάλλει την ατομικότητά του.
      Με τη συνδρομή της μητρικής του γλώσσας κάθε άνθρωπος επικοινωνεί τόσο με το άμεσο οικογενειακό του περιβάλλον όσο και με τα μέλη της ευρύτερης κοινότητάς του, χτίζοντας σχέσεις και διασφαλίζοντας την αποδοχή του. Αποφεύγει κατ’ αυτό τον τρόπο το ενδεχόμενο της απομόνωσής του και κατορθώνει να λειτουργήσει αρμονικά ως μέλος της εθνολογικής του ομάδας. Διαφαίνεται, έτσι, πως η μητρική γλώσσα δεν είναι ένα ακόμη μέσο επικοινωνίας, αλλά το ουσιαστικότερο, αφού είναι εκείνη που προσφέρει τη συνοχή σε μια κοινότητα και επιτρέπει τη μετάδοση κρίσιμων γνώσεων, αντιλήψεων και αξιών σε κάθε νέο μέλος.
      Μέρος, άλλωστε, της επικοινωνίας μεταξύ των μεγαλύτερων ατόμων και των νεότερων είναι ακριβώς η προσπάθεια των πρώτων να μεταλαμπαδεύσουν τόσο βασικές γνώσεις όσο και ηθικές ποιότητες στους νεότερους. Η μητρική γλώσσα, ως εκ τούτου, διαδραματίζει καίριο ρόλο όχι μόνο στις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου, αλλά και στη δόμηση μιας ευρείας πνευματικής κουλτούρας, στην οποία εμπεριέχονται πολύτιμα στοιχεία της εθνολογικής ταυτότητάς του. Σημαντικό τμήμα, μάλιστα, των γνώσεων αυτών σχετίζεται με την ίδια τη μητρική γλώσσα και την ορθή χρήση της. Οι νεότεροι καλούνται, δηλαδή, να μάθουν τους κανόνες της γλώσσας, ώστε να τη χρησιμοποιούν σωστά και αποτελεσματικά.
     Η ύπαρξη, βέβαια, κανόνων για την ορθή χρήση της γλώσσας δεν σηματοδοτεί κάποιον περιορισμό στη δυνατότητα του ατόμου να διαμορφώσει ένα δικό του προσωπικό ύφος στον προφορικό ή γραπτό λόγο του. Οι καθοδηγητικοί, δηλαδή, κανόνες και η συνήθης χρήση της μητρικής γλώσσας δεν θα πρέπει να εκληφθούν ως εμπόδια στην έκφραση της ατομικότητας των μελών της κοινότητας. Κάθε γλώσσα, άλλωστε, είναι ένας εξελισσόμενος κώδικας επικοινωνίας, γεγονός που καθιστά εφικτή την προσαρμογή της στις κοινωνικές και τεχνολογικές συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά. Εμπεριέχει, συνάμα, την απαιτούμενη ευελιξία, για να ανταποκριθεί στη δημιουργική διάνοια των επιμέρους χρηστών της.
     Η μητρική γλώσσα, επομένως, λειτουργεί ως το πρώτο και βασικότερο μέσο επικοινωνίας μεταξύ των μελών μιας κοινότητας, χωρίς να θέτει περιορισμούς στη δημιουργικότητα των ατόμων. Κάθε φυσικός ομιλητής μιας γλώσσας μπορεί να την αξιοποιεί με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, διαμορφώνοντας το ύφος που φανερώνει πληρέστερα την προσωπικότητά του.
[Λέξεις: 404]
 
ΘΕΜΑ 3 (μονάδες 20)
Να αιτιολογήσετε τη χρήση των ακόλουθων σχημάτων λόγου στο Κείμενο 2:
α. Ασύνδετο σχήμα: «Μετ’ ολίγους μήνας, μετά έν εξάμηνον, μετά ένα χρόνον.»
β. Μεταφορά: «δεν είχε τόλμης πρόσωπον να υπάγη κι αυτή εις την εκκλησίαν.»
γ. Αντίθεση: «κι εκείνος ακόμη είχε μαύρα τα μαλλιά, κι αυτή είχεν ασπρίσει.»
 
α. Με τη χρήση του ασύνδετου σχήματος, στο πλαίσιο του οποίου υπάρχει μια σκόπιμη κλιμάκωση του χρόνου από μερικούς μήνες έως τον ένα χρόνο, γίνεται εναργέστερα αντιληπτή η ασάφεια της υπόσχεσης του κομματάρχη. Η απροθυμία του να προσδιορίσει συγκεκριμένο χρόνο για την τέλεση του γάμου με τη Χριστίνα προϊδεάζει για την αέναη αναβολή του.
 
β. Με την αξιοποίηση της μεταφοράς «τόλμης πρόσωπον» ο αφηγητής επιτυγχάνει να αποδώσει συνοπτικά και με δραστικότητα το γεγονός πως για την ηρωίδα ακόμη και το να πάει στην εκκλησία απαιτούσε μεγάλο ψυχικό σθένος. Χρειαζόταν τόλμη για να εμφανιστεί μπροστά στους οικογενειάρχες και τις «αξιοσέβαστες» γυναίκες, εκείνη που συζούσε με έναν άντρα χωρίς να τον έχει παντρευτεί.  
 
γ. Με τη χρήση της αντίθεσης ο αφηγητής προβάλλει εντονότερα το υπέρμετρο κόστος που πληρώνει η ηρωίδα λόγω των κοινωνικών στερεοτύπων της εποχής. Τη στιγμή που ο άντρας ξεπερνά αλώβητος την απουσία γάμου μεταξύ τους, εκείνη είναι υποχρεωμένη να σηκώνει όλο το βάρος της ντροπής για την «άνομη» σχέση τους.
    
ΘΕΜΑ 4 (μονάδες 15)
Να σχολιάσεις, με βάση το περιεχόμενο του Κειμένου 2, τη στάση του αφηγητή απέναντι στη Χριστίνα τη Δασκάλα και να εκφράσεις τη συμφωνία ή τη διαφωνία σου με αυτή. Να αναπτύξεις την ερμηνεία σου σε 100-150 λέξεις.
 
Ο αφηγητής παρακολουθεί με συμπάθεια και κατανόηση τη δυστυχία που βιώνει η ηρωίδα, η Χριστίνα η Δασκάλα, καθώς θεωρεί πως έχει πέσει θύμα εκμετάλλευσης («Αυτή ήτο η τύχη της»). Πιεζόμενη από την ανάγκη να εργαστεί η ηρωίδα κατέφευγε στους κομματάρχες για να λάβει τις αναγκαίες συστάσεις. Ένας, όμως, από αυτούς εκμεταλλεύτηκε την ανάγκη της και την κατέστησε ερωμένη του. Της υποσχέθηκε, μάλιστα, πως θα την παντρευτεί, όταν δεν είχε πια την πολιτική δύναμη να τη διορίζει, εκθέτοντάς τη περαιτέρω στον κοινωνικό περίγυρο, καθώς δεν πραγματοποίησε ποτέ την υπόσχεσή του («Και δεν την εστεφανώθη ποτέ»). Η ηρωίδα υπέφερε σιωπηλά τη ντροπή που της προκαλούσε το γεγονός πως έμενε με τον Παναγή, χωρίς να έχουν παντρευτεί. Εκείνη δυστυχούσε, ενώ εκείνος συνέχιζε να απολαμβάνει τη ζωή του, βρίσκοντας διαρκώς νέες ερωμένες («εκείνος ακόμη είχε μαύρα τα μαλλιά, κι αυτή είχεν ασπρίσει»). Η ηρωίδα ντρεπόταν ακόμη και να πάει στην εκκλησία, διότι φοβόταν τις επικρίσεις των άλλων «τίμιων» γυναικών. Μη έχοντας, άλλωστε, την ελπίδα να αποκατασταθεί, προσδοκούσε τη μετά θάνατο συγχώρεση των αμαρτιών της και την ψυχική ανάπαυση στην άλλη ζωή («θα της δώση χώρον και τόπον χλοερόν, και άνεσιν και αναψυχήν»).
Προσωπικά συμφωνώ με τη συμπάθεια που εκφράζει ο αφηγητής για τη μοίρα της ηρωίδας, διότι εκείνη υπέφερε χωρίς να έχει διαπράξει κάτι κακό, μόνο και μόνο διότι ο «κομματάρχης» δεν θέλησε ποτέ να την παντρευτεί και να «διασώσει» την τιμή της. Πρόκειται, φυσικά, για μια άδικη κατάσταση, εφόσον εκείνος παρέμενε ανεπηρέαστος από την όποια κοινωνική πίεση ή επίκριση, ενώ η Χριστίνα βίωνε μια συνεχή ψυχική δοκιμασία και αισθήματα ντροπής.

Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Η σημασία της γλώσσας

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

John William Godward


Νεοελληνική Γλώσσα Α΄ Λυκείου: Η σημασία της γλώσσας

Το κείμενο (διασκευή) είναι απόσπασμα από το βιβλίο του M.W. Eysenck, «Βασικές Αρχές Γνωστικής Ψυχολογίας», (Μετάφραση Μ. Κουλεντιανού, σσ. 309-310,εκδ. Gutenberg, 2010).
 
     Αν κάποιος αμφιβάλλει για τη σημασία της γλώσσας στη ζωή του, αρκεί να σκεφτεί για μια στιγμή πόσο απίστευτα περιορισμένος θα ήταν χωρίς τη γλώσσα. Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με φίλους και γνωστούς εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη γλώσσα. Εξάλλου, οι άνθρωποι σήμερα γνωρίζουν πολύ περισσότερα πράγματα από τους ανθρώπους των προηγούμενων γενεών. Αυτό συμβαίνει γιατί η γλώσσα βοήθησε το μεγαλύτερο μέρος της γνώσης να περάσει από τη μια γενιά στην άλλη. Επομένως, το να γνωρίζει κανείς καλά τη γλώσσα είναι απολύτως απαραίτητο.
     Τι είναι, όμως, η γλώσσα; Διατυπώθηκε ο ορισμός ότι η γλώσσα είναι «ένα συμβατικό σύστημα επικοινωνιακών ήχων και μερικές φορές (αν και όχι απαραίτητα) γραπτών συμβόλων». Σ’ αυτόν τον ορισμό η κρίσιμη λέξη είναι το επίθετο «επικοινωνιακών», επειδή η πρωταρχική λειτουργία της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Βέβαια, με τη γλώσσα επιτελούνται και άλλες λειτουργίες. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι χρησιμοποιούμε τη γλώσσα, για να σκεφτόμαστε, να καταγράφουμε πληροφορίες, να συνειδητοποιούμε και να εκφράζουμε συναισθήματα, να εκφράζουμε την ταύτισή μας με μια ομάδα κ.λπ.
     Αναμφίβολα, η γλώσσα είναι ένα εντυπωσιακό επίτευγμα των ανθρώπων. Υπάρχουν όμως άλλα είδη που κάνουν χρήση της γλώσσας; Ίσως κάποιος να έδινε καταφατική απάντηση σκεπτόμενος για παράδειγμα τους παπαγάλους που λένε μερικές λέξεις. Ωστόσο, οι παπαγάλοι, ακόμα και αν προσπαθούν να επικοινωνήσουν, δεν χρησιμοποιούν γλώσσα με την πλήρη σημασία της έννοιας, επειδή δεν ακολουθούν κανόνες ούτε δείχνουν την ευελιξία στη χρήση της γλώσσας που δείχνουν οι άνθρωποι.
     Στην καθημερινή μας ζωή οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε εκτεταμένη χρήση τεσσάρων βασικών γλωσσικών δεξιοτήτων. Αυτές είναι οι ακόλουθες: ακούμε την ομιλία, διαβάζουμε, μιλάμε και γράφουμε. Είναι ίσως φυσικό να υποθέσουμε πως οι τέσσερις κεντρικές γλωσσικές δεξιότητες κάθε ανθρώπου μπορούν να είναι συνολικά ισχυρές ή αδύναμες. Αυτό το συμπέρασμα μπορεί συχνά, αλλά όχι πάντα, να είναι σωστό σε σχέση με την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας.
 
Κείμενο 2
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851 – 1911)
Το χριστόψωμο (απόσπασμα)
Το κείμενο είναι απόσπασμα από το ομώνυμο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα» το 1887.
 
Μεταξύ των πολλών δημωδών τύπων, τους οποίους θα έχωσι να εκμεταλλευθώσιν οι μέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπή κατέχει θέσιν η κακή πενθερά, ως και η κακή μητρυιά. […] Περί μιας κακής πενθεράς σήμερον ο λόγος.
     Εις τι έπταιεν η ατυχής νέα Διαλεχτή, ούτως ωνομάζετο, θυγάτηρ του Κασσανδρέως μπάρμπα Μανώλη, μεταναστεύσαντος κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εις μίαν των νήσων του Αιγαίου, εις τι έπταιεν αν ήτο στείρα και άτεκνος; Είχε νυμφευθή προ επταετίας, έκτοτε δις μετέβη εις τα λουτρά της Αιδηψού, πεντάκις της έδωκαν να πίη διάφορα τελεσιουργά1 βότανα, εις μάτην, η γη έμενεν άγονος. Δύο ή τρεις γύφτισσαι της έδωκαν να φορέση περίαπτα2 θαυματουργά περί τας μασχάλας, ειπούσαι αυτή ότι τούτο ήτο το μόνον μέσον, όπως γεννήση, και μάλιστα υιόν. Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τη εδώρησεν ηγιασμένον κομβολόγιον, ειπών αυτή να το βαπτίζη και να πίνη το ύδωρ. Τα πάντα μάταια.
     Επί τέλους με την απελπισίαν ήλθε και η ανάπαυσις της συνειδήσεως, και δεν ενόμιζεν εαυτήν ένοχον. Το αυτό3 όμως δεν εφρόνει και η γραία Καντάκαινα, η πενθερά της, ήτις επέρριπτεν εις την νύμφην αυτής το σφάλμα της μη αποκτήσεως εγγόνου διά το γήρας της. Είναι αληθές ότι ο σύζυγος της Διαλεχτής ήτο το μόνον τέκνον της γραίας ταύτης, και ούτος δε συνεμερίζετο4 την πρόληψιν της μητρός του εναντίον της συμβίας5 αυτού. Αν δεν τω εγέννα η σύζυγός του, η γενεά εχάνετο. Περίεργον δε, ότι πας Έλλην της εποχής μας ιερώτατον θεωρεί χρέος και υπερτάτην ανάγκην την διαιώνισιν του γένους του.
     Εκάστοτε, οσάκις6 ο υιός της επέστρεφεν εκ του ταξιδίου του, διότι είχε βρατσέραν7, και ήτο τολμηρότατος εις την ακτοπλοΐαν, η γραία Καντάκαινα ήρχετο εις προϋπάντησιν αυτού, τον ωδήγει εις τον οικίσκον της, τον εδιάβαζε, τον εκατήχει, του έβαζε μαναφούκια8, και ούτω τον προέπεμπε παρά τη γυναικί αυτού. Και δεν έλεγε μόνα τα ελαττώματά της, αλλά τα αυγάτιζε˙ δεν ήτο μόνον «μαρμάρα», τουτέστι στείρα, η νύμφη της, τούτο δεν ήρκει, αλλ’ ήτο άπαστρη9, απασσάλωτη10, ξετσίπωτη κλπ. Όλα τα είχεν, «η ποίσα, η δείξα, η άκληρη».
 
1. αποτελεσματικά
2. αντικείμενο που θεωρείται ότι έχει τη μαγική ικανότητα να αποτρέπει ή και να απομακρύνει το κακό, φυλακτό
3. το ίδιο
4. δε συμμεριζόταν (δε συμφωνούσε)
5. της συζύγου
6. κάθε φορά που
7. μικρό ιστιοφόρο
8. συκοφαντίες
9. βρώμικη
10. ακατάστατη
 
ΘΕΜΑΤΑ
 
ΘΕΜΑ 1 (μονάδες 35)
1ο υποερώτημα
Ποιες λειτουργίες επιτελεί η γλώσσα, σύμφωνα με το Κείμενο 1, και ποιες οι κύριες γλωσσικές ικανότητες που έχουν οι άνθρωποι (40 – 50 λέξεις);
 
Η επικοινωνία αποτελεί την κορυφαία λειτουργία της γλώσσας. Παράλληλα, με τη γλώσσα επιτελούνται και άλλες – εξίσου σημαντικές – λειτουργίες, όπως της σκέψης και της καταγραφής πληροφοριών. Επίσης, χρησιμοποιούμε τη γλώσσα για να συνειδητοποιούμε και να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, να εκφράζουμε την ταύτισή μας με μια ομάδα κλπ. Οι κύριες γλωσσικές ικανότητες των ανθρώπων στην καθημερινή ζωή τους είναι η ακρόαση, η ανάγνωση, η ομιλία και η γραφή.
 
2ο υποερώτημα
Να περιγράψεις με συντομία τον λόγο για τον οποίο ο συγγραφέας στην 3η παράγραφο του Κειμένου 1 χρησιμοποιεί το παράδειγμα των παπαγάλων.
 
Το παράδειγμα των παπαγάλων χρησιμοποιείται από τον συγγραφέα του Κειμένου 1 ως τρόπος ανάπτυξης της 3ης παραγράφου. Συγκεκριμένα, επιλέγεται ένα αντιπροσωπευτικό και οικείο για τον/την ανγνώστη/-στρια παράδειγμα, προκειμένου να ισχυροποιήσει και να τεκμηριώσει τη βασική θέση του συγγραφέα, όπως αυτή παρατίθεται στη θεματική περίοδο της παραγράφου, παρουσιάζοντας τη γλώσσα ως εντυπωσιακό – και αποκλειστικά – ανθρώπινο επίτευγμα με την πλήρη σημασία του όρου.
 
3ο υποερώτημα
«Τι είναι, όμως, η γλώσσα; Διατυπώθηκε ο ορισμός ότι η γλώσσα είναι «ένα συμβατικό σύστημα επικοινωνιακών ήχων και μερικές φορές (αν και όχι απαραίτητα) γραπτών συμβόλων». Σ’ αυτόν τον ορισμό η κρίσιμη λέξη είναι το επίθετο «επικοινωνιακών», επειδή η πρωταρχική λειτουργία της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Βέβαια, με τη γλώσσα επιτελούνται και άλλες λειτουργίες.»: Να ξαναγράψεις το παραπάνω τμήμα της 2ης παραγράφου του Κειμένου 1 αντικαθιστώντας κάθε υπογραμμισμένη λέξη με μια νοηματικά ισοδύναμή της.
 
«Τι είναι, όμως, η γλώσσα; Διατυπώθηκε ο ορισμός ότι η γλώσσα είναι «ένα τυπικό σύστημα επικοινωνιακών ήχων και μερικές φορές (αν και όχι απαραίτητα) γραπτών σημείων». Σ’ αυτόν τον ορισμό η καθοριστική λέξη είναι το επίθετο «επικοινωνιακών», επειδή η θεμελιώδης λειτουργία της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Βέβαια, με τη γλώσσα επιτυγχάνονται (πραγματοποιούνται) και άλλες λειτουργίες.»
 
ΘΕΜΑ 2 (μονάδες 30)
Σε ένα άρθρο που θα συντάξετε για εφημερίδα ευρείας κυκλοφορίας καλείστε, αξιοποιώντας ιδέες από το κείμενο που σας δόθηκε, να αναφερθείτε στη σημασία που έχει η γλώσσα στη ζωή των ανθρώπων. Θα σας βοηθήσει το να σκεφτείτε πόσες λειτουργίες επιτελεί η γλώσσα τόσο στην καθημερινή σας ζωή όσο και ευρύτερα.
(350-400 λέξεις)
 
Η κρίσιμη προσφορά της γλώσσας
 
     Η μητρική γλώσσα κάθε ατόμου αποτελεί ένα πολυδύναμο μέσο έκφρασης και επικοινωνίας, με τη συνδρομή του οποίου το άτομο σκέφτεται, συνομιλεί, καλλιεργείται και εξελίσσεται. Κάθε πτυχή, άλλωστε, του κοινωνικού, αλλά και του προσωπικού βίου εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη δυνατότητα αποτελεσματικής επικοινωνίας. Η γνώση και η χρήση της γλώσσας, ως εκ τούτου, συνιστά ένα ουσιώδους σημασίας προνόμιο.
     Η ιδιαίτερη σημασία της γλώσσας γίνεται εύκολα αντιληπτή, αν ληφθεί υπόψη ο ρόλος της στη συλλογιστική διαδικασία των ατόμων, στην επεξεργασία των ιδεών τους, καθώς και στη με σαφήνεια μετάδοσή τους στους άλλους ανθρώπους. Είτε πρόκειται για μια απλή σκέψη είτε για μια ρηξικέλευθη επιστημονική ιδέα οι άνθρωποι βασίζονται απόλυτα στη γλώσσα για να σκεφτούν και να δώσουν απτή μορφή στις ιδέες τους. Κατορθώνουν, μάλιστα, όχι μόνο να οδηγηθούν σε νέες ιδέες, αλλά και να γνωρίσουν τον πλούτο ιδεών και γνώσεων των προγενέστερων ακριβώς χάρη στη δυνατότητα της γλώσσας να εκφράζει και να διαφυλάττει τα πνευματικά έργα των ανθρώπων.
     Με τη συνδρομή της γλώσσας, συνάμα, καθίσταται εφικτή η εξωτερίκευση των όσων αισθάνονται οι άνθρωποι. Πρόκειται για μια ιδιαίτερης σημασίας λειτουργία, διότι επιτρέπει το φανέρωμα της πιο προσωπικής και πιο ανθρώπινης πλευράς του κάθε ατόμου και, κατ’ επέκταση, τη διαμόρφωση πιο ουσιαστικών διαπροσωπικών σχέσεων. Το μοίρασμα των συναισθημάτων βοηθά τους ανθρώπους να γίνουν πιο ευάλωτοι και να αναγνωρίσουν τις κοινές ανάγκες, τις κοινές ανασφάλειες ή ευαισθησίες με τους ανθρώπους γύρω τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο, όχι μόνο δημιουργούν φιλικές σχέσεις, αλλά αποκτούν και την αναγκαία ενσυναίσθηση, ώστε να στέκουν με βαθύτερη κατανόηση απέναντι στα προβλήματα των άλλων.
     Η γλώσσα, παραλλήλως, αποτελεί το κύριο μέσο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, διευκολύνοντας τόσο τις διαδικασίες συνεννόησης όσο και την αρμονικότερη συνύπαρξή τους. Μέσω της συνεχούς αλληλεπίδρασης οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται πληρέστερα τις απαιτήσεις ή τις ανάγκες των άλλων και, αντιστοίχως, έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τα δικά τους θέλω, προκειμένου η μεταξύ τους συνεργασία ή φιλική σχέση να δομείται σε πιο στέρεα θεμέλια. Λειτουργεί, έτσι, η γλώσσα ως ο συνεκτικός εκείνος δεσμός που καθιστά εφικτή τη συνεχή αναπροσαρμογή της συμπεριφοράς των ατόμων, καθώς γνωρίζουν ολοένα και καλύτερα την ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων του περιβάλλοντός τους.
     Διαφαίνεται, άρα, πως η γλώσσα δικαιολογημένα κατέχει κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μας, αφού αποτελεί το πλέον αποτελεσματικό μέσο για την επικοινωνία με τους άλλους. Μέσω αυτής οι άνθρωποι σκέφτονται, δημιουργούν, εκφράζονται, φανερώνουν την ταυτότητά τους, ανακαλύπτουν την προσωπικότητα των άλλων, και από κοινού διαμορφώνουν καλύτερους όρους κοινωνικής συνύπαρξης.
[Λέξεις: 400]
    
ΘΕΜΑ 3 (μονάδες 20)
1.α. Να αιτιολογήσετε τη χρήση του ασύνδετου σχήματος στο ακόλουθο χωρίο: «τον ωδήγει εις τον οικίσκον της, τον εδιάβαζε, τον εκατήχει, του έβαζε μαναφούκια».
β. Να αιτιολογήσετε τη χρήση της οριστικής έγκλισης στο ακόλουθο χωρίο: «Επί τέλους με την απελπισίαν ήλθε και η ανάπαυσις της συνειδήσεως, και δεν ενόμιζεν εαυτήν ένοχον».
 
1.α. Με τη χρήση ασύνδετου σχήματος και την αξιοποίηση θαμιστικής αφήγησης (χρήση παρατατικού χρόνου) ο διηγηματογράφος κατορθώνει να παρουσιάσει συνοπτικά και με εναργή τρόπο τις συνεχείς προσπάθειες της πεθεράς να διαβάλει τη νύφη της και να στρέψει το γιο της εναντίον της συζύγου του. Η μικρή έκταση του διηγήματος επιβάλλει την απόδοση των γεγονότων με σύντομο τρόπο, γι’ αυτό και επιλέγεται το ασύνδετο σχήμα, μέσω του οποίου καθίσταται εφικτή η πυκνή νοηματική απόδοση με την παράθεση αλλεπάλληλων ρημάτων.
 
β. Με τη χρήση της οριστικής έγκλισης ο διηγηματογράφος αποδίδει την ηρεμία συνειδήσεως και την απαλλαγή της ηρωίδας από τις ενοχές ως συντελεσμένο και πραγματικό γεγονός. Αν ο συγγραφέας είχε χρησιμοποιήσει υποτακτική, η θετική αυτή κατάσταση θα είχε αποδοθεί ως κάτι το επιθυμητό και επιδιωκόμενο, ενώ με την οριστική έγκλιση αποδίδεται ως κάτι που έχει ήδη επιτευχθεί.
 
ΘΕΜΑ 4 (μονάδες 15)
Σε ποιο βαθμό, σύμφωνα με το Κείμενο 2, οι κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής προσδιορίζουν τη στάση της πεθεράς προς τη νύφη της; Ποια συναισθήματα σού προκάλεσε η ανάγνωση; Να αναπτύξεις την ερμηνεία σου σε 100 – 150 λέξεις.
Μονάδες 15
 
Οι κοινωνικές αντιλήψεις εκείνης της εποχής επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τη στάση της πεθεράς απέναντι στη νύφη της, καθώς, όπως ειρωνικά σχολιάζει ο συγγραφέας: «πας Έλλην της εποχής μας ιερώτατον θεωρεί χρέος και υπερτάτην ανάγκην την διαιώνισιν του γένους του». Με δεδομένο το γεγονός πως η πεθερά της Διαλεχτής δεν είχε άλλο παιδί, ήταν εύλογο να έχει την προσδοκία και, εν μέρει, την αξίωση να δει εγγόνι από το μοναχοπαίδι της («επέρριπτεν εις την νύμφην αυτής το σφάλμα της μη αποκτήσεως εγγόνου διά το γήρας της»). Η «γραία Καντάκαινα» επηρεασμένη από τις αντιλήψεις της εποχής της θεωρεί πως η νύφη της έχει την υποχρέωση να αποκτήσει παιδί, αφού αυτός θεωρούνταν τότε ο προορισμός κάθε γυναίκας. Ωστόσο, αξίζει να προσεχθεί πως η αντίδραση της πεθεράς δεν υπαγορεύεται μόνο από τις τρέχουσες πεποιθήσεις. Τόσο ο γιος της, άλλωστε, όσο και η νύφη της είχαν αποδεχτεί την αδυναμία να αποκτήσουν παιδί και είχαν συμβιβαστεί με το ατυχές αυτής της εξέλιξης («ήλθε και η ανάπαυσις της συνειδήσεως»). Προκύπτει, έτσι, πως, ως ένα βαθμό, η άσχημη στάση της ήταν αποτέλεσμα του κακού χαρακτήρα της και της αντιπάθειας που έτρεφε για τη νύφη της.
Το κείμενο αυτό με προβληματίζει αφενός λόγω της άσχημης αντιμετώπισης που υφίσταται η νύφη, για κάτι που η ίδια δεν μπορεί να κάνει κάτι, κι αφετέρου για την ισχυρή επίδραση των στερεοτύπων και των εκάστοτε αντιλήψεων. Είναι, άλλωστε, προφανές πως η Διαλεχτή θα είχε τελείως διαφορετική αντιμετώπιση στις μέρες μας, καθώς και περισσότερες επιλογές στη διάθεσή της.
 
«Το/τα θέμα/τα προέρχεται και αντλήθηκε/αν από την πλατφόρμα της Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας που αναπτύχθηκε (MIS5070818-Tράπεζα θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Γενικό Λύκειο-ΕΠΑΛ) και είναι διαδικτυακά στο δικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) στη διεύθυνση (http://iep.edu.gr/el/trapeza-thematon-arxiki-selida)».
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...