Jean-Léon Gérôme
Κωνσταντίνος Καβάφης «Μηδέν περί
Λακεδαιμονίων»
Την
ειλικρίνειαν ν’ αγαπάς βεβαίως
και
να υπηρετείς.
Πλην
μετριόφρονα, γνωρίζοντας πως λίαν πιθανώς
θα
φτάσεις στο σημείον που ειλικρίνεια δεν κάνει.
Είναι καλή⸱ μα και το αίσθημα λαμπρό.
Τίμια και ειλικρινώς θα εκφράζεσαι
για πράγματα πολλά και θα ωφελείς.
Δικαίως θα σ’ εκτιμούν: τι άνθρωπος
ειλικρινής!
Μα εσύ νερό να βάζεις στο κρασί σου⸱ να μην ξιπασθείς
γιατί (ως το ξέρεις) «Μηδέν περί
Λακεδαιμονίων».
Κ. Π. Καβάφης «Ατελή Ποιήματα,
1918-1932», Φιλολογική έκδοση και σχόλια RENATA LAVAGNINI, Εκδόσεις Ίκαρος
Το ποίημα αυτό ανήκει στα διδακτικά
ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη και προβάλλει την ιδέα πως, παρά την αναμφισβήτητη
αξία της ειλικρίνειας, οι άνθρωποι οφείλουν να είναι ειλικρινείς μέχρις ενός σημείου.
Η υπερβολική ειλικρίνεια ενοχλεί, πληγώνει και παύει να εκτιμάται από τους άλλους,
εφόσον αρχίζει να θεωρείται προσβλητική και ανεπιθύμητη. Η συμβουλή του ποιητή
είναι να μην παρασύρονται οι άνθρωποι από την εκτίμηση που δείχνουν οι άλλοι
στην ειλικρίνεια, διότι είναι πιο εύκολο απ’ ό,τι νομίζει κανείς να ξεπεραστεί
το ανεκτό όριο και ο «ειλικρινής» λόγος να εκληφθεί ως προσωπική επίθεση ή
προσβολή.
Ο Καβάφης επιλέγει να τεκμηριώσει τη
θέση του με μια διακειμενική αναφορά που μάς παραπέμπει στους «Νεκρικούς
διαλόγους» του Λουκιανού (125-180 μ.Χ.) και ειδικότερα στο διάλογο ανάμεσα στον
κυνικό φιλόσοφο Διογένη και τον Πολυδεύκη, αδελφό της ωραίας Ελένης. Σύμφωνα με
τον μύθο ο Πολυδεύκης έλαβε από τον πατέρα του, τον Δία, το δώρο της αθανασίας,
όταν δολοφονήθηκε ο δίδυμος αδελφός του Κάστωρ. Ο Πολυδεύκης ζήτησε τότε να
μοιραστεί το δώρο αυτό με τον αδελφό του κι ο Δίας αποφάσισε να περνά μία μέρα
ο ένας αδελφός στον Άδη και μία ο άλλος, προσφέροντας έτσι μερίδιο του δώρου
του και στους δύο. Με δεδομένη, λοιπόν, την επιστροφή του Πολυδεύκη στον κόσμο
των ζωντανών, ο Διογένης, στο πλαίσιο του Νεκρικού διαλόγου, τού ζητά να
μεταφέρει μια σειρά από συμβουλές του σε όσους βρίσκονται στον πάνω κόσμο. Του
ζητά, για παράδειγμα, να πει στους πλούσιους ότι είναι μάταιο να φυλάνε το
χρυσάφι (τί, ὦ
μάταιοι, τὸν χρυσὸν φυλάττετε;), αφού μετά από λίγο καιρό
θα κατέβουν στον κάτω κόσμο, όπου θα χρειαστεί να έχουν μαζί τους μόνο έναν
οβολό. Του ζητά, επίσης, να παρηγορήσει τους φτωχούς, λέγοντάς τους να μην
κλαίνε και να μη θρηνούν για την κατάστασή τους, αφού στον κάτω κόσμο όλοι
είναι ίσοι (διηγησάμενος τὴν
ἐνταῦθα ἰσοτιμίαν). Κατά τρόπο παρόμοιο στέλνει
συμβουλές στους φιλοσόφους, στους όμορφους και στον κυνικό Μένιππο, και κάθε
φορά ο Πολυδεύκης δηλώνει πρόθυμος να μεταφέρει όσα του λέει ο Διογένης.
Όταν, όμως, ο Διογένης του ζητά να μαλώσει
τους Σπαρτιάτες, επειδή έχουν χαλαρώσει, τότε ο Πολυδεύκης, Σπαρτιάτης κι ο ίδιος,
αντιδρά: «Μηδέν, ὦ
Διόγενες, περὶ
Λακεδαιμονίων λέγε· οὐ
γὰρ ἀνέξομαί γε.» (Μη λες τίποτα, ω Διογένη,
για τους Λακεδαιμονίους, γιατί δεν θα το ανεχτώ.) Στο σημείο αυτό ο Διογένης,
επειδή καταλαβαίνει το λόγο αντίδρασης του Πολυδεύκη, συμφωνεί να παραλείψουν τους
Σπαρτιάτες (ἐάσωμεν
τούτους), ζητώντας μόνο να μεταφερθούν τα μηνύματά του στους υπόλοιπους.
«Την ειλικρίνειαν ν’ αγαπάς βεβαίως
και να υπηρετείς.
Πλην μετριόφρονα, γνωρίζοντας πως λίαν
πιθανώς
θα φτάσεις στο σημείον που ειλικρίνεια
δεν κάνει.»
Σε β΄ ενικό πρόσωπο ο ποιητής απευθύνει
τις συμβουλές του είτε σε κάποιον υποτιθέμενο ακροατή των λόγων του είτε στον
αναγνώστη του ποιήματος είτε στον ίδιο του τον εαυτό. Πρόκειται για ένα σύνηθες
τέχνασμα των ποιητών, το οποίο αξιοποιείται για να ενισχυθεί η θεατρικότητα του
ποιητικού κειμένου, ν’ αποκτήσει ζωντάνια και να γίνει έτσι περισσότερο
ενδιαφέρον.
Στους αρχικούς στίχους ο ποιητής
αναγνωρίζει πως είναι -βεβαίως- σημαντικό να αγαπά και να υπηρετεί κανείς την ειλικρίνεια,
εφόσον συνιστά μια ουσιώδη αρετή που επιτρέπει στους ανθρώπους τη δημιουργία
αληθινών σχέσεων φιλίας. Αναμφίβολα όλοι ζητούν από τους γύρω τους ειλικρίνεια
και κανείς δεν επιθυμεί να έχει σχέσεις με ψεύτες και ανειλικρινείς ανθρώπους. Ωστόσο
αυτή η απαίτηση για ειλικρίνεια έχει συγκεκριμένα όρια. Διότι, όπως έχουν ήδη
διαπιστώσει οι περισσότεροι άνθρωποι και θα διαπιστώσουν στη ζωή τους κι οι
νεότεροι, όταν φτάνει κανείς σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο συνειδητοποιεί πως η
ειλικρίνεια δεν έχει θέση και, κυρίως, παύει να γίνεται ευνοϊκά αποδεκτή. Για
το λόγο αυτό ο ποιητής συμβουλεύει τον αποδέκτη των λόγων του να υπηρετεί την
ειλικρίνεια με μέτρο (μετριόφρονα) κι όχι με απόλυτο τρόπο.
«Είναι καλή⸱ μα και το αίσθημα λαμπρό.»
Η ειλικρίνεια είναι σίγουρα καλή και
ωφέλιμη, μα την ίδια στιγμή εξίσου σημαντικό είναι και το αίσθημα, η αγάπη κι η
αφοσίωση των ανθρώπων σε ορισμένες αρχές, αξίες ή σε ορισμένα πρόσωπα. Ό,τι
υπονοείται εδώ είναι πως οι περισσότεροι δεν θέλουν να ακούν δυσάρεστες
αλήθειες για όσα οι ίδιοι εκτιμούν βαθιά και τα θεωρούν «ιερά» στη ζωή τους.
Μια μητέρα, για παράδειγμα, δεν θέλει να δέχεται «ειλικρινείς» παρατηρήσεις για
το παιδί της, διότι κάτι τέτοιο εύλογα την πληγώνει, αφού νιώθει πως οι άλλοι
δεν σέβονται το δικαίωμά της να αγαπά απεριόριστα και να αποδέχεται με κάθε
τυχόν του ελάττωμα το πλάσμα αυτό που για εκείνη είναι όλη της η ζωή. Σε μια
τέτοια περίπτωση η «ειλικρίνεια» λειτουργεί προσβλητικά και δεν προσφέρει κάτι
το σημαντικό. Κάθε μητέρα, άλλωστε, γνωρίζει ή συναισθάνεται εκ των προτέρων
καθετί που αφορά το παιδί της και δεν χρειάζεται υποδείξεις από τους άλλους.
Παρομοίως, κάποιος που αγαπά και τιμά με αφοσίωση την πατρίδα του, δεν θέλει να
ακούσει τις «ειλικρινείς» απόψεις κανενός, όταν οι απόψεις αυτές θίγουν κάτι
που για εκείνον είναι πολύτιμο και για το οποίο είναι έτοιμος να θυσιάσει ακόμη
και τη ζωή του.
«Τίμια και ειλικρινώς θα εκφράζεσαι
για πράγματα πολλά και θα ωφελείς.
Δικαίως θα σ’ εκτιμούν: τι άνθρωπος
ειλικρινής!»
Οι περιορισμοί που επιχειρεί να θέσει ο
ποιητής στην ειλικρίνεια, δεν υποτιμούν σε καμία περίπτωση την αξία της. Είναι
σαφές, όπως ο ίδιος το τονίζει, πως η ειλικρίνεια του ατόμου είναι αναγκαία και
θα φανεί ωφέλιμη σε ποικίλες περιπτώσεις. Θα έχει, δηλαδή, το άτομο την
ευκαιρία να εκφραστεί τίμια και ειλικρινώς για πολλά θέματα στη ζωή του, κι
αυτή του η ειλικρίνεια θα ωφελήσει σημαντικά εκείνους που θα τον ακούσουν. Θα
αποτελέσει, μάλιστα, μια ποιότητα του χαρακτήρα του που δικαίως θα εκτιμηθεί
από όλους. Θα τον επαινούν για την ειλικρίνειά του και θα σέβονται την ευθύτητά
του.
Μα εσύ νερό να βάζεις στο κρασί σου⸱ να μην ξιπασθείς
γιατί (ως το ξέρεις) «Μηδέν περί
Λακεδαιμονίων».
Ωστόσο, όσους επαίνους κι αν λάβει κάποιος,
όσες φορές κι αν ακούσει πόσο εκτιμούν οι συνάνθρωποί του την ειλικρίνεια, δεν
θα πρέπει να χάσει την αίσθηση του μέτρου, διότι υπάρχει ο κίνδυνος να
ξεπεράσει το όριο -και το όριο αυτό υπάρχει πάντοτε- και να γίνει χωρίς λόγο
δυσάρεστος κι ενοχλητικός. Το ξέρει, ούτως ή άλλως, πως τίποτε δεν θέλει να
ακούσει ο Πολυδεύκης για τους Σπαρτιάτες («Μηδέν περί Λακεδαιμονίων») κι αυτό
το όριο το σεβάστηκε ακόμη κι ο περιβόητος για το καυστικό του πνεύμα Διογένης.
Όσο κι αν μοιάζει παράδοξο, όσο κι αν
θεωρεί κανείς πως θα πρέπει να είμαστε απόλυτοι σε ό,τι αφορά αδιαμφισβήτητες
αρετές, όπως είναι αυτή της ειλικρίνειας, ο ποιητής μάς προειδοποιεί πως οφείλουμε
να τηρούμε κι εδώ το μέτρο. Καλή και ωφέλιμη η ειλικρίνεια, αλλά πάντοτε μέχρις
ενός σημείου.