Εμφύλιος Πόλεμος (1946-1949)
Να εξεταστούν συγκριτικά τα δύο ποιήματα. Ποια είναι η επιλογή του Εγγονόπουλου και ποια του Αναγνωστάκη;
Η σχέση ανάμεσα στα δύο αυτά ποιήματα είναι εμφανής, καθώς τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς το περιεχόμενο παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες. Η προφορική δήλωση του Αναγνωστάκη, βέβαια, ήταν σαφής, το ποίημα αυτό απευθύνεται στον συναγωνιστή του Νίκο Ευστρατιάδη. Εντούτοις, ο τίτλος του ποιήματος μοιάζει να αφήνει σκόπιμα το περιθώριο του συσχετισμού με το ποίημα του Εγγονόπουλου.
Ομοιότητες των δύο ποιημάτων:
- Η χρονολογική ένδειξη των τίτλων: «Ποίηση 1948», «Στον Νίκο Ε... 1949». Οι ποιητές τοποθετούν χρονολογικά τα ποιήματά τους στην περίοδο της κορύφωσης του εμφυλίου πολέμου.
- Η μορφή των ποιημάτων: Ο τεμαχισμένος λόγος, που οδηγεί ακόμη και σε μονολεκτικούς στίχους και κατευθύνει τον αναγνώστη σε μια αργή, διακεκομμένη ανάγνωση, τα ελάχιστα σημεία στίξης και οι παρενθετικοί στίχοι.
- Το περιεχόμενο των ποιημάτων: Ο εμφύλιος πόλεμος με την κυριαρχία του θανάτου, της καταστροφής και της εγκατάλειψης.
- Η γλώσσα των ποιημάτων: Με απλές, καθημερινές λέξεις, χωρίς περίτεχνα σχήματα λόγου (μόνο παρομοιώσεις), οι ποιητές επιχειρούν να μεταδώσουν με απλότητα τα καίρια μηνύματά τους, σχετικά με τον αποτροπιασμό που προκαλεί αυτός ο πόλεμος.
- Η ελεγχόμενη συναισθηματική ανταπόκριση απέναντι στα γεγονότα: Οι δύο ποιητές αντικρίζουν το θάνατο και τις τραγικές συνέπειες του εμφυλίου πολέμου, αλλά δεν καταφεύγουν σε περιττούς συναισθηματισμούς. Καταγράφουν τις σκέψεις τους με απλότητα, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, αφήνοντας τα γεγονότα να μιλήσουν απευθείας στην ψυχή του αναγνώστη. Ακόμη και ο Αναγνωστάκης, που αναμένει την εκτέλεσή του, κατορθώνει να μεταδώσει την αγωνία του, με ελεγχόμενο τρόπο, σχεδόν αποστασιοποιημένο.
Διαφορές των δύο ποιημάτων:
- Στη μορφή των ποιημάτων: Ο Εγγονόπουλος προχωρά σε μια χαμηλόφωνη εξομολόγηση, η οποία αισθητοποιείται με την πλήρη απουσία κεφαλαίων γραμμάτων, δίνοντας την αίσθηση του ψιθυρίσματος στα λόγια του. Ενώ, ο Αναγνωστάκης καταφεύγει στην καταγγελία όσων βιώνει και αντικρίζει γύρω του, ξεκινώντας κάθε στίχο του ποιήματος με κεφαλαίο γράμμα. Οι στίχοι του Αναγνωστάκη έρχονται να αναδείξουν με έντονο τρόπο τη φρίκη του εμφυλίου, έρχονται να καταγγείλουν τη διάψευση των ελπίδων και τον πόνο των αγωνιστών.
- Στο περιεχόμενο των ποιημάτων: Ο Εγγονόπουλος ερχόμενος αντιμέτωπος με τον παραλογισμό του εμφυλίου πολέμου, αισθάνεται πως η ποίηση δεν μπορεί να προσφέρει ουσιαστικό έργο. Η εποχή του πολέμου καθιστά την ποιητική ενασχόληση περιττή και άτοπη, όπως και κάθε άλλη παρόμοια καλλιτεχνική δημιουργία. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι ο ποιητής δε γνωρίζει το χρέος του απέναντι στα γεγονότα της εποχής του, γι’ αυτό άλλωστε καταγράφει τις σκέψεις του και μιλά για τη βαρβαρότητα του εμφυλίου. Ο Εγγονόπουλος διατυπώνει τη σκέψη ότι αυτή η εποχή δεν είναι κατάλληλη για ποίηση, αλλά το κάνει γράφοντας ποίηση.
Από την άλλη, ο Αναγνωστάκης με μια σαφέστερη διάθεση καταγγελίας, καταγράφει τη φρίκη του πολέμου -δεν χρησιμοποιεί τον προσδιορισμό εμφύλιος, όπως ο Εγγονόπουλος- και αναρωτιέται ποιος θα μιλήσει με πόνο για όλα αυτά, αν δεν το κάνουν αυτό οι ποιητές και οι πνευματικοί άνθρωποι. Η αίσθηση του χρέους για τον Αναγνωστάκη είναι εμφανέστερη και με τους στίχους του έρχεται σε αντίθεση με τη διάθεση παραίτησης από την ποιητική δημιουργία που βρίσκουμε στους στίχους του Εγγονόπουλου. Ο Αναγνωστάκης σε κάθε εποχή της ζωής του είναι έτοιμος να αγωνιστεί, να καταγγείλει καταστάσεις και να πει τα πράγματα όπως ακριβώς έχουν, χωρίς περιστροφές και δισταγμούς. Μια μαχητική διάθεση που διαπνέει εν γένει την ποιητική του παραγωγή και η οποία δεν μοιάζει να υποχωρεί ούτε με τη φυλάκισή του.
Δείτε επίσης: