James W Johnson
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Σοφοί δε Προσιόντων»
Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε
γιγνομένων,
σοφοί δε προσιόντων αισθάνονται.
Φιλόστρατος, Τα ες τον Τυανέα Aπολλώνιον, VΙΙΙ, 7
Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των
φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα
προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων
γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την
οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.
Ο Καβάφης αξιοποιεί για μιαν ακόμη φορά
το έργο του Φιλόστρατου «Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον», απ’ το οποίο αντλεί και
αναπτύσσει μια διαπίστωση του σοφιστή. Η σκέψη πως οι σοφοί είναι σε θέση να
αντιληφθούν νωρίτερα απ’ τους άλλους ανθρώπους τις επερχόμενες αλλαγές, βρίσκει
σύμφωνο τον ποιητή, που παρουσιάζει εμφατικά την ιδέα αυτή προσδίδοντάς της την
αναγκαία δραματικότητα, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική η εντύπωσή της στη
μνήμη και την αντίληψη του αναγνώστη.
«Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των
φώτων.»
Οι άνθρωποι· οι απλοί πολίτες,
γνωρίζουν και αντιλαμβάνονται μόνο όσα συμβαίνουν γύρω τους. Κρίνουν την
πραγματικότητα με βάση την υπαρκτή εμπειρία, χωρίς ωστόσο να έχουν τη δυνατότητα
ή τη θέληση να κατανοήσουν τα σημάδια εκείνα που υποδηλώνουν πως επέρχεται
κάποια βαθύτερη αλλαγή· κάποια ανατροπή της κατάστασης που βιώνουν κι έχουν
ίσως αποδεχτεί ή συνηθίσει.
Στον αντίποδα των ανθρώπων βρίσκονται
οι θεοί, οι μόνοι πλήρεις γνώστες του μέλλοντος. Οντότητες έξω και πάνω απ’ την
ανθρώπινη εμπειρία, που έχουν το προνόμιο να γνωρίζουν όχι απλώς όσα
πλησιάζουν, αλλά κι εκείνα ακόμη που τοποθετούνται στο απώτερο μέλλον.
«Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα
προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται.»
Σε ξεχωριστή θέση απ’ το σύνολο των
ανθρώπων τοποθετούνται μόνο οι σοφοί, οι οποίοι, αν και δεν μπορούν να
γνωρίζουν όσα πρόκειται να συμβούν στο μακρινό μέλλον, έχουν εντούτοις τη
δυνατότητα να αντιληφθούν εκείνα τουλάχιστον που πλησιάζουν. Οι σοφοί μπορούν,
δηλαδή, να εικάσουν ή να συμπεράνουν τα γεγονότα του άμεσου μέλλοντος, καθώς
έχουν αφενός την επίγνωση πως δεν υπάρχουν ανθρώπινες καταστάσεις και συμβάσεις
που να παραμένουν διαχρονικά αναλλοίωτες, κι αφετέρου έχουν την ικανότητα να
αντικρίσουν ψύχραιμα τα υπάρχοντα δεδομένα απ’ τα οποία και αντλούν με σχετική
ασφάλεια τα συμπεράσματά τους.
«Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων
γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την
οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.»
Η δραματοποίηση των γεγονότων απ’ τον
ποιητή δίνει με έξοχη παραστατικότητα τη στιγμή που οι σοφοί άνθρωποι
συνειδητοποιούν πως επέρχεται κάποια σπουδαία αλλαγή. Την ώρα που μελετούν ή
ασχολούνται με κάτι σημαντικό αίφνης η ακοή τους ταράζεται απ’ τη μυστική βοή
των γεγονότων που πλησιάζουν, κι εκείνοι προσέχουν με ευλάβεια τα μηνύματα
αυτής της βοής.
Οι σοφοί άνθρωποι είναι πάντοτε έτοιμοι
να αντιληφθούν και να αποδεχτούν τις ενδείξεις κάποιας επερχόμενης αλλαγής, σε
αντίθεση με τους απλούς πολίτες, οι οποίοι είτε είναι ευχαριστημένοι με την
υπάρχουσα κατάστασή τους είτε όχι, προτιμούν να εθελοτυφλούν απέναντι στα
σχετικά μηνύματα. Οι απλοί πολίτες περισσότερο απ’ τα δεινά τους φοβούνται την
οποιαδήποτε αιφνίδια ανατροπή των καταστάσεων που ενδεχομένως θα ανατρέψει
ισορροπίες δύσκολα κατακτημένες.
Οι απλοί πολίτες, άλλωστε, ακόμη κι αν
έχουν παρακολουθήσει την ιστορική τάση της μη στασιμότητας των πραγμάτων,
αδυνατούν να κατανοήσουν πώς μπορεί να προκύψει κάποια αλλαγή στη δική τους
πραγματικότητα. Κατανοούν ίσως πως σε κάθε ιστορική περίοδο δεν έμενε τίποτε
σταθερό, αλλά θεωρούν πως το δικό τους παρόν θα παραμείνει απαρασάλευτα ίδιο,
υπακούοντας -προφανώς- στους δικούς τους προγραμματισμούς.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, οι σοφοί
άνθρωποι που έχουν διδαχτεί καλύτερα τα μαθήματα της ιστορίας, γνωρίζουν πως η
στασιμότητα είναι μια ψευδαίσθηση σταθερότητας, που δεν μπορεί σαφώς να
διατηρηθεί για πολύ, ιδίως αν η διαμορφωθείσα κατάσταση δεν ικανοποιεί την
πλειονότητα των πολιτών ή τους άρχοντες του τόπου. Οι αλλαγές -και κάποτε οι
βίαιες ανατροπές- προκύπτουν είτε γιατί οι άρχοντες έχουν σχεδιάσει κάποια
κατάσταση που εξυπηρετεί καλύτερα τα δικά τους συμφέροντα, είτε γιατί η
δυσαρέσκεια της πλειονότητας των πολιτών είναι τέτοιας έντασης, ώστε -ακόμη κι
ενάντια στη θέληση των αρχόντων- προκύπτει μια γοργή αλλαγή των δεδομένων.
Οι σοφοί άνθρωποι, λοιπόν,
αντιλαμβάνονται πως η μορφή που λαμβάνει κάθε φορά η ιστορική πραγματικότητα
δεν είναι παρά μια -στιγμιαία σχεδόν- κατάσταση που θα ανατραπεί πολύ σύντομα
είτε για χάρη των αρχόντων είτε λόγω των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα
υπάρχουν οι ενδείξεις εκείνες που θα σηματοδοτούν τον ερχομό αλλαγών, αφού τόσο
οι σχεδιασμοί των αρχόντων όσο κι η αγανάκτηση των πολιτών παρέχουν τα αναγκαία
σημάδια ύπαρξης. Σημάδια, τα οποία οι απλοί πολίτες είτε δεν αντιλαμβάνονται
καν είτε επιλέγουν να αγνοήσουν, σε αντίθεση με τους σοφούς ανθρώπους που τα
προσέχουν ευλαβώς.
«Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.»
Τη στιγμή που οι πολίτες δεν «ακούν»
και δεν αντιλαμβάνονται καμία απ’ τις ενδείξεις της επερχόμενης αλλαγής· τη
στιγμή που οι πολίτες διαμορφώνουν τα προγράμματά τους και κάμουν τα σχέδιά
τους με βάση την υπάρχουσα κατάσταση, οι σοφοί έχουν ήδη αντιληφθεί και
κατανοήσει την αναπότρεπτη ανατροπή που έρχεται.
Σχόλια
του Γ. Π. Σαββίδη
ð Πρωτογράφηκε τον Φεβρουάριο 1896 με
τίτλο «Επικείμενα»
ð Το 1915 ο Καβάφης δημοσίευσε
πρωτοφανώς 11 ποιήματα, αριθμό τον οποίο δεν ξεπέρασε παρά στα 1917 (13) και
1918 (12). Ο μέσος όρος του ετήσιας δημοσιεύσεως, από το 1911 ως το 1932, είναι
σχεδόν 6 ποιήματα (121:22)· εάν αφαιρεθούν οι τρεις αυτές σχετικώς πληθωρικές
χρονιές, ο μ.ό. κατεβαίνει σε σχεδόν πέντε ποιήματα ετησίως (93:19).
ð Τα δύο πρώτα κώλα της επιγραφής του
Φιλοστράτου μεταφράζονται στους στ. 1-2 (με επεξήγηση στον στ. 3), ενώ το τρίτο
αναπτύσσεται στους στ. 4-10.
«Ο ποιητής περιορίζει την
προορατικότητα των σοφών εις το εγγύς μέλλον. Προβλέπουν, ή μάλλον
συμπεραίνουν, μόνον τα προσερχόμενα» (Λ).
ð Αξιοσημείωτη η τοποθέτηση των σοφών,
δίκην ημιθέων, χαμηλότερα μεν από τους θεούς, αλλά υψηλότερα από τους κοινούς
ανθρώπους, σε θέση όπου άλλοι θα έβαζαν προφήτες ή μάντεις.
ð Ο
νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος και μάγος Απολλώνιος
γεννήθηκε στα Τύανα της Καππαδοκίας γύρω στις αρχές του πρώτου αιώνα και πέθανε
στα 96/8 μ.Χ. Σπούδασε φιλοσοφία και υιοθέτησε τον ασκητικό βίο των
Πυθαγορείων. Ταξίδεψε στην Ανατολή (μέχρι και στην Ινδία) και φημίστηκε για τις
θαυματουργικές του ικανότητες∙ έτσι, μετά θάνατον, έφθασε να προβληθεί ως
ανταγωνιστής του Ιησού Χριστού. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην
Έφεσο, αλλά διάφορες παραδόσεις υποστήριζαν πως «ανελήφθη» στη Ρόδο είτε στην
Κρήτη.
ð Η
θρυλική βιογραφία του, Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον, γράφηκε σχεδόν δύο αιώνες
αργότερα, από τον σοφιστή Φλάβιο
Φιλόστρατο – «έργον λίαν αξιοπερίεργον και ανταμείβον τον αναγνώστην του
[...] Η ανάγνωσίς του υπήρξε δι’ εμέ αληθής απόλαυσις [...] Η μορφή του μεγάλου
μάγου φιλοσόφου των Τυάνων γοητεύει το πνεύμα ως μεγαλοπρεπής υπεράνθρωπος
προσωπικότης. [...] Τα ποιητικά επεισόδια είναι πολλά, καθιστώντα το βιβλίον
αποταμίευμα ποιητικής ύλης» (Καβάφης, εφ. Τηλέγραφος, 24/5 Νοεμβρίου 1892).
ð Σημειωτέον ότι, από το 1896 ως το
1925, ο Καβάφης εμπνεύστηκε τέσσερα ποιήματα από Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον.