English School
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Στρατηγού Θάνατος»
Το χέρι του ο θάνατος απλώνει
κ’ ενός ενδόξου στρατηγού το μέτωπον
αγγίζει.
Το βράδυ μια εφημερίς το νέον
φανερώνει.
Το σπίτι του αρρώστου με πλήθος πολύ
γεμίζει.
Εκείνον τον παρέλυσαν οι πόνοι
τα μέλη και την γλώσσα του. Το βλέμμα
του γυρίζει
και ώρα πολλή σε πράγματα γνώριμα
προσηλώνει.
Ατάραχος, τους παλαιούς ήρωας
ενθυμίζει.
Απ’ έξω — τον εσκέπασε σιγή κι
ακινησία.
Μέσα — τον σάπισεν ο φθόνος της ζωής,
δειλία,
λέπρα ηδονική, μωρόν πείσμα, οργή,
κακία.
Βαριά βογγά. — Ξεψύχησε.— Θρηνεί κάθε
πολίτου
φωνή· «Την πολιτεία μας ερήμαξ’ η θανή
του!
Aλίμονον η Αρετή απέθανε μαζί του!».
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης με την ιδιαίτερη
ειρωνεία της γραφής του προσεγγίζει τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στη δημόσια
εικόνα ενός προσώπου και την πραγματική του υπόσταση. Από τη μία τα
χαρακτηριστικά εκείνα που θεωρείται πως αρμόζουν σ’ ένα πρόσωπο με βάση την
κοινωνική και επαγγελματική του θέση, τα οποία συνθέτουν κατά κάποιο τρόπο ένα
πρότυπο συμπεριφοράς που οφείλει να ακολουθεί, κι από την άλλη η αληθινή του
φύση, που μένει, δικαίως ίσως, κρυφή, προκειμένου να μην αλλοιωθεί η
εξιδανικευμένη και προβεβλημένη δημόσια εικόνα.
Το χέρι του ο θάνατος απλώνει
κ’ ενός ενδόξου στρατηγού το μέτωπον
αγγίζει.
Το βράδυ μια εφημερίς το νέον
φανερώνει.
Το σπίτι του αρρώστου με πλήθος πολύ
γεμίζει.
Ο ποιητής συνθέτει σταδιακά το
αφηγηματικό πλαίσιο του ποιήματος. Ένας ένδοξος στρατηγός είναι βαριά άρρωστος∙
ο θάνατος απλώνει ήδη το χέρι του και αγγίζει το μέτωπο του μεγάλου ανδρός. Το
νέο δημοσιοποιείται από μια εφημερίδα και πλήθος κόσμου σπεύδει στο σπίτι του
στρατηγού, για να εκφράσει τη συμπαράστασή του.
Το γεγονός ότι το κεντρικό πρόσωπο του
ποιήματος είναι ένας «ένδοξος» στρατηγός, δημιουργεί ήδη από την πρώτη αναφορά
ορισμένες προσδοκίες σχετικά με τις ηθικές του ποιότητες και την προσωπικότητά
του, κι αυτές επιχειρεί έμμεσα να τονίσει ο ποιητής με τις λέξεις και τις εικόνες
εκείνες που αποπνέουν μια αίσθηση ηρωισμού. Η εισαγωγική κιόλας εικόνα με τον
θάνατο που απλώνει το χέρι του στο μέτωπο του στρατηγού, φέρνει στη σκέψη μια
ηρωική αναμέτρηση με τον Χάρο, όπως την ήθελε η παράδοση για τον Διγενή Ακρίτα.
Εκείνον τον παρέλυσαν οι πόνοι
τα μέλη και την γλώσσα του. Το βλέμμα
του γυρίζει
και ώρα πολλή σε πράγματα γνώριμα
προσηλώνει.
Ατάραχος, τους παλαιούς ήρωας
ενθυμίζει.
Η εικόνα που παρουσιάζει ο
ετοιμοθάνατος στρατηγός δημιουργεί δέος, αφού παρά τους έντονους πόνους που
έχουν παραλύσει τελείως τα μέλη του σώματός του και τη γλώσσα του, στερώντας
του πια την κίνηση και την ομιλία, εκείνος δεν αφήνει κανένα ίχνος οδύνης να
φανεί. Υπομένει με στωικότητα το τελευταίο του μαρτύριο, κοιτάζοντας απλώς γύρω
του και προσηλώνοντας για ώρα το βλέμμα του σε πράγματα που του είναι οικεία.
Έτσι ατάραχος όπως είναι, παρά τους πόνους που αισθάνεται, θυμίζει τους παλιούς
εκείνους ήρωες που το ψυχικό τους σθένος ξεπερνούσε τα ανθρώπινα μέτρα.
Απ’ έξω — τον εσκέπασε σιγή κι
ακινησία.
Μέσα — τον σάπισεν ο φθόνος της ζωής,
δειλία,
λέπρα ηδονική, μωρόν πείσμα, οργή,
κακία.
Η εξωτερική εικόνα του στρατηγού -αυτή
που βλέπουν όσοι σπεύδουν να τον αποχαιρετήσουν- χαρακτηρίζεται από στωική
σιωπή και ακινησία. Η εσωτερική του κατάσταση, όμως, είναι τελείως διαφορετική,
καθώς μέσα του τον έχει σαπίσει η ζήλια της ζωής∙ τον έχει διαλύσει η επίγνωση
πως πεθαίνει, ενώ εκείνος το μόνο που θα ήθελε είναι να συνεχίσει να ζει, όπως όλοι
αυτοί γύρω του, που τον κοιτούν με θλίψη∙ τον έχει παραλύσει η δειλία για το τι
πρόκειται να συμβεί∙ τον έχει εξαχρειώσει η αίσθηση της εσωτερικής του σήψης,
προκαλώντας του ένα ανόητο πείσμα να αντισταθεί στο αναπόφευκτο, να παλέψει για
τη ζωή που τόσο επιθυμεί. Μέσα του νιώθει απροσμέτρητη οργή γι’ αυτό που του
συμβαίνει και βαθιά κακία απέναντι στους άλλους που θα συνεχίσουν να
απολαμβάνουν το δώρο της ζωής.
Ο ηρωισμός του στρατηγού, που τόσο
επαινείται, δεν είναι παρά φανέρωμα της φιλοδοξίας του και της επιθυμίας του
για εξουσία και αναγνώριση. Η επιλογή του να σταδιοδρομήσει στον στρατό
συνδέεται περισσότερο απ’ όλα με τον εγωκεντρισμό και την απληστία του∙ με την
ανάγκη του να έχει ελέγχει καθετί γύρω του. Ο ένδοξος στρατηγός δεν είναι ένας γνήσια
ηρωικός άνθρωπος με αφιλοκερδές και ειλικρινές ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους
του και την πατρίδα του. Είναι ένας φαύλος άνθρωπος, άπληστος για δόξα και
δύναμη∙ με ακόρεστη όρεξη για ζωή και τιμές. Ο ένδοξος στρατηγός είναι ένας κενόδοξος
άνθρωπος, γεμάτος φθόνο και κακία, που έχει ωστόσο τη σύνεση να κρύβει καλά το
πραγματικό ποιόν του.
Βαριά βογγά. — Ξεψύχησε.— Θρηνεί κάθε
πολίτου
φωνή∙ «Την πολιτεία μας ερήμαξ’ η θανή
του!
Aλίμονον η Αρετή απέθανε μαζί του!».
Ο ένδοξος στρατηγός ξεψυχά εντέλει, μ’
ένα τελευταίο βαρύ βογγητό, κι ο θάνατός του σκορπά το θρήνο σε όλους τους πολίτες.
Οδύρονται κι εκφράζουν την απόγνωσή τους για τη μεγάλη αυτή απώλεια, σχολιάζοντας
πως ο θάνατός του ρήμαξε την πολιτεία τους και πως μαζί μ’ εκείνον πέθανε -αλίμονο-
και η Αρετή!
Οι πολίτες στο πρόσωπο του ένδοξου
στρατηγού χάνουν ένα πρότυπο ηθικής κι έναν ηρωικό άνδρα που έθετε πάντα το
καθήκον και το χρέος απέναντι στην πατρίδα πάνω απ’ τον εαυτό του. Χάνουν έναν άξιο
μέλος της κοινωνίας τους κι ένα σύμβολο της ανδρείας και του ήθους.
Οι πολίτες, βέβαια, έχουν αυτή την
εξιδανικευμένη εικόνα για τον ένδοξο στρατηγό, καθώς αυτή είναι η εικόνα που
εξυπηρετεί την ανάγκη της κοινωνίας να παρουσιάζει θετικά πρότυπα στα μέλη της∙
αυτή είναι η εικόνα που τους δημιουργεί την αίσθηση πως πάντοτε υπάρχουν
εκείνοι οι ηθικά άμεμπτοι άνθρωποι που είναι έτοιμοι να θυσιαστούν για το καλό της
πατρίδας, χωρίς να υπολογίζουν τον εαυτό τους και τη ζωή τους.
Οι πολίτες έχουν αυτή την
εξιδανικευμένη εικόνα για τον ένδοξο στρατηγό, διότι η κοινωνία δεν αντέχει να
αναγνωρίζει παντού και σε όλους την ίδια ελλιπή ανθρώπινη φύση με τα πολλαπλά της
ελαττώματα και τον υπέρμετρο εγωισμό της.
Ενώ, κι ο ίδιος ο στρατηγός -όπως και
κάθε άλλο πρόσωπο στη θέση εκείνου- φροντίζει να υιοθετήσει την περσόνα που του
αποδίδουν και να υποδυθεί το ρόλο που του αναλογεί, αποκομίζοντας το επιπλέον
όφελος των τιμών και του σεβασμού από τους πολίτες, έστω κι αν στην
πραγματικότητα κάθε του πράξη και κάθε του επιδίωξη αποσκοπούσε στο προσωπικό
του συμφέρον και μόνο.