Meirion Matthias
Κωνσταντίνος Καβάφης «Η μάχη της
Μαγνησίας»
Έχασε την παληά του ορμή, το θάρρος
του.
Του κουρασμένου σώματός του, του
άρρωστου
σχεδόν, θάχει κυρίως την φροντίδα. Κι ο
επίλοιπος
βίος του θα διέλθει αμέριμνος. Aυτά ο
Φίλιππος
τουλάχιστον διατείνεται. Aπόψι κύβους
παίζει·
έχει όρεξι να διασκεδάσει. Στο τραπέζι
βάλτε πολλά τριαντάφυλλα. Τι αν στην
Μαγνησία
ο Aντίοχος κατεστράφηκε. Λένε
πανωλεθρία
έπεσ’ επάνω στου λαμπρού στρατεύματος
τα πλήθια.
Μπορεί να τα μεγάλωσαν· όλα δεν θάναι
αλήθεια.
Είθε. Γιατί αγκαλά κ’ εχθρός, ήσανε μια
φυλή.
Όμως ένα «είθε» είν’ αρκετό. Ίσως
κιόλας πολύ.
Ο Φίλιππος την εορτή βέβαια δεν θ’
αναβάλει.
Όσο κι αν στάθηκε του βίου του η
κόπωσις μεγάλη,
ένα καλό διατήρησεν, η μνήμη διόλου δεν
του λείπει.
Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν, τι
είδος λύπη
είχαν, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των
Μακεδονία.—
Ν’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι· τους
αυλούς, τη φωταψία.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης με έξοχη
λιτότητα πραγματεύεται την αδυναμία των ανθρώπων, των εθνών, αλλά και σε
συγχρονική θέαση των πολιτών να αναγνωρίσουν τον κοινό εχθρό και συμπράττοντας
να τον αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Γειτονικά έθνη, κοινωνικές ομάδες, αλλά
και μεμονωμένοι πολίτες εγκλωβίζονται στις προσωπικές τους επιδιώξεις,
αδυνατώντας να δουν τα οφέλη που θα τους προσέφερε η εγκατάλειψη των επιμέρους
μεταξύ τους διαφορών και αντιδικιών, ώστε να επιτευχθεί μια ουσιαστική
συνεργασία απέναντι στον κοινό εχθρό που εκμεταλλεύεται άκοπα τη διάσπασή τους.
Ο Φίλλιπος Ε΄ της Μακεδονίας και ο
Αντίοχος Γ΄ της δυναστείας των Σελευκιδών, που κατάγονταν αμφότεροι από Μακεδόνες
στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έχουν να αντιμετωπίσουν -έστω κι αν ο
Αντίοχος δεν το αντιλαμβάνεται έγκαιρα- έναν ισχυρότατο εχθρό, ο οποίος εν
καιρώ θα ελέγχει τα βασίλεια και των δύο, τους Ρωμαίους. Ο Φίλιππος θα έρθει
πρώτος αντιμέτωπος μαζί τους και θα ηττηθεί∙ γεγονός το οποίο αντί να
ανησυχήσει τον Αντίοχο, θα εκληφθεί απ’ αυτόν ως ευκαιρία να επεκτείνει το
βασίλειό του ακόμη και σε βάρος του Φιλίππου και των υπόλοιπων Ελλήνων.
Ο Αντίοχος θεωρεί πιθανώς πως βρίσκεται
σε απόσταση ασφαλείας από τους Ρωμαίους, παρερμηνεύει τη διάθεσή τους να
εγκαταλείψουν τον ελληνικό χώρο και εν τέλει υποτιμά τον κίνδυνο από την
ανερχόμενη ρωμαϊκή δύναμη.
Ιστορικό πλαίσιο
Ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας (238-179
π.Χ.) μετά το τέλος του Α΄ Μακεδονικού πολέμου (215-205 π.Χ.) έχοντας εδραιώσει
την υπεροχή του έναντι των άλλων ελληνικών πόλεων και συμπολιτειών, ξεκινά μια
εντόνως επεκτατική πολιτική. Το 203 π.Χ. υπογράφει μυστικό σύμφωνο με τον
Αντίοχο Γ΄ των Σελευκιδών εις βάρος των Πτολεμαίων της Αιγύπτου. Σε λιγότερα
από τρία χρόνια, ενώ ο σύμμαχός του Αντίοχος ανέτρεπε τις πτολεμαϊκές θέσεις
στην Κοίλη Συρία, όλα τα θρακικά παράλια ως το Βυζάντιο, τμήμα της ασιατικής
ακτής του Ελλησπόντου και της Προποντίδας, καθώς και σημαντικό μέρος της
νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας είχαν καταληφθεί από τον Μακεδόνα βασιλιά.
Η επεκτατική πολιτική και οι πειρατικές
επιδρομές του Φιλίππου Ε΄ έστρεψαν, ωστόσο, πολλά ελληνικά κράτη εναντίον του
και τα ώθησαν να ζητήσουν την επέμβαση των Ρωμαίων, συμβάλλοντας έτσι στην
έκρηξη του Β΄ Μακεδονικού πολέμου (200 – 197 π.Χ.), που είχε ως αποτέλεσμα την
εξασθένηση και την απομόνωση του κράτους των Μακεδόνων. Στον πόλεμο αυτό μόνο η
Ήπειρος και η Ακαρνανία πολέμησαν στο πλευρό του Φιλίππου, ενώ η Αχαϊκή
Συμπολιτεία, σύμμαχός του ως τότε, παρέμεινε αρχικά ουδέτερη και προσχώρησε το
198 π.Χ. στο στρατόπεδο των Ρωμαίων, όπως και η Βοιωτία, που ως τότε είχε
βοηθήσει τον Φίλιππο. Με τους Ρωμαίους, εξάλλου, ευθύς εξ αρχής είχαν ταχθεί οι
Ρόδιοι και οι σύμμαχοί τους, ο Άτταλος Α΄ του Περγάμου και οι Αθηναίοι∙ λίγο
αργότερα εξασφαλίσθηκε η συμμαχία των βασιλέων Αμυνάνδρου των Αθαμάνων και
Βάτωνος των Δαρδάνων, καθώς και του Πλευράτου, άρχοντα των Ιλλυρίων. Η Αιτωλική
Συμπολιτεία, ενώ δίσταζε αρχικά να εμπλακεί στον πόλεμο, έλαβε τελικά τα όπλα
εναντίον του Φιλίππου το 199 π.Χ. Τέλος, το 197 π.Χ., λίγο πριν από την
αποφασιστική μάχη των Κυνός Κεφαλών, προσχώρησαν στη ρωμαϊκή συμμαχία ο Νάβις,
βασιλιάς της Σπάρτης, καθώς και αρκετές πόλεις της Κρήτης.
Η μάχη των Κυνός Κεφαλών (Ιούνιος 197
π.Χ.)
Η αποφασιστική μάχη των Κυνός Κεφαλών
σφράγισε την ήττα του Φιλίππου Ε΄ και το τέλος του Β΄ Μακεδονικού πολέμου.
Υπήρξε η πρώτη σημαντική αναμέτρηση του ρωμαϊκού στρατού με τη μακεδονική
φάλαγγα, η οποία αήττητη στην κατά μέτωπο επίθεση, ήταν ιδιαίτερα τρωτή από τα
νώτα λόγω της δυσκαμψίας της, που την έκανε να μειονεκτεί μπροστά στην
ευκινησία του ρωμαϊκού στρατού.
Οι μακεδονικές προφυλακές, που είχαν
διαταχθεί να καταλάβουν τις κορυφές των Κυνός Κεφαλών, συγκρούσθηκαν με
Ρωμαίους ανιχνευτές και τους απώθησαν προς τις υπώρειες των λόφων. Η νίκη τους
αυτή παρέσυρε τον Φίλιππο στο μοιραίο σφάλμα να εμπλακεί στη μάχη σε ακατάλληλο
για τον στρατό του έδαφος, χωρίς να έχει συγκεντρώσει και παρατάξει όλες τις
δυνάμεις του. Έτσι, ενώ το δεξιό τμήμα της φάλαγγας και οι πελταστές με αρχηγό
τον Φίλιππο απώθησαν σε βάθος τους αντιπάλους τους, το αριστερό της τμήμα, ενώ
βρισκόταν ακόμη σε διάταξη πορείας, δέχθηκε σφοδρή επίθεση από τη ρωμαϊκή δεξιά
πτέρυγα υπό τον Φλαμινίνο. Οι ελέφαντες, ιδιαίτερα, που ο Ρωμαίος ύπατος είχε τοποθετήσει
μπροστά στη λεγεώνα, έτρεψαν σε άτακτη φυγή τους Μακεδόνες. Η χαριστική βολή
δόθηκε από Ρωμαίο χιλίαρχο, ο οποίος απέσπασε τους άνδρες του από την
προελαύνουσα νικηφόρα δεξιά ρωμαϊκή πτέρυγα και τους οδήγησε στα νώτα του
Φιλίππου. Οι απέναντί του Ρωμαίοι, που ως τότε υποχωρούσαν, αναθάρρησαν και
επιτέθηκαν εναντίον των Μακεδόνων, οι οποίοι κυκλωμένοι εγκατέλειψαν τον αγώνα.
Η μάχη έτσι έληξε με περήφανη νίκη των
Ρωμαίων και βαριά ήττα των Μακεδόνων, οι οποίοι άφησαν στο πεδίο της μάχης
8.000 νεκρούς, ενώ 5.000 αιχμάλωτοι έπεσαν στα χέρια των νικητών.
Επεκτατική πολιτική του Αντιόχου Γ΄ -
Σύγκρουση με τη Ρώμη
Ενώ ο Αντίοχος μεταξύ των ετών 200 και
198 π.Χ. ολοκλήρωνε την κατάκτηση της Κοίλης Συρίας, η έκρηξη του Β΄
Μακεδονικού πολέμου και η εμπλοκή σ’ αυτόν του Φιλίππου, του Αττάλου και των
Ροδίων του παρείχε πρόσφορο έδαφος για την ολοκλήρωση των κατακτητικών του
σχεδίων με την προσάρτηση των πατρογονικών του κτήσεων στη Μικρά Ασία και στη
Θράκη.
Τα αμέσως επόμενα χρόνια θα επιχειρήσει
και θα επιτύχει την κατάκτηση του μεγαλύτερου μέρους της Μικράς Ασίας,
βρίσκοντας ουσιαστική αντίσταση μόνο στη Σμύρνη και τη Λάμψακο, οι οποίες
θέλοντας να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία τους έστειλαν πρέσβεις στη Ρώμη
ζητώντας να παρέμβει υπέρ της ελευθερίας τους. Οι άλλες μικρασιατικές πόλεις
αντίθετα δεν εκδήλωσαν, στην αρχή τουλάχιστον, αντίδραση προς τη σελευκιδική
κυριαρχία. Εξάλλου ο Αντίοχος, συνειδητοποιώντας τις δυσχέρειες που θα
προέκυπταν, αν επιχειρούσε να επιβάλει απολυταρχικά μέτρα, κράτησε απέναντί
τους συνετή και ελαστική στάση. Παραχώρησε στις ελληνικές πόλεις εσωτερική
αυτονομία και πλήθος προνόμια και απέφυγε να επιβάλει φόρους ή φρουρές δίνοντας
στην κυριαρχία του τον μανδύα ενός καθεστώτος ελευθερίας.
Κατά την περίοδο 196-193 π.Χ. κι ενόσω
διαρκούσαν οι πολεμικές επιχειρήσεις του Αντιόχου θα υπάρξουν αρκετές
ανταλλαγές διπλωματικών αποστολών με τη Ρώμη, προκειμένου να επιτευχθεί μεταξύ
τους μια συμφωνία για την εδραίωση της ειρήνης, ωστόσο κάτι τέτοιο δε στάθηκε
δυνατό.
Στο τέλος του 192 π.Χ. το κράτος του
Σελευκίδη βασιλέως Αντιόχου Γ΄ είχε επεκταθεί σημαντικά στη Μ. Ασία, όπου οι
περισσότερες παράλιες πόλεις είχαν αναγνωρίσει την κυριαρχία του, καθώς και
στις πόλεις της Χερσονήσου και στα θρακικά παράλια του Αιγαίου. Η επέκταση αυτή
του κράτους του Αντιόχου απετέλεσε σημαντικό παράγοντα της συγκρούσεώς του με
τη Ρώμη. Αφορμή για τον πόλεμο έδωσαν οι Αιτωλοί, που, δυσαρεστημένοι εναντίον
της Ρώμης μετά το Β΄ Μακεδονικό πόλεμο, στράφηκαν προς τον Αντίοχο και ζήτησαν
την επέμβασή του στην Ελλάδα. Τους Αιτωλούς ακολούθησαν και οι Μάγνητες, ενώ οι
Βοιωτοί, οι Ευβοείς, οι υπόλοιποι Θεσσαλοί, οι Αθαμάνες, οι Ακαρνάνες και
πολλοί Ηπειρώτες στον ελλαδικό χώρο, καθώς και η Βιθυνία, η Καππαδοκία και η
Γαλατία στη Μικρά Ασία περιλαμβάνονταν στα κράτη που συμμάχησαν ή κράτησαν
φιλική στάση προς τον Αντίοχο. Με τους Ρωμαίους εξάλλου τάχθηκαν η Αχαϊκή
Συμπολιτεία, στην οποία ανήκε πια και η Λακωνία με τη Σπάρτη, ο βασιλεύς των
Μακεδόνων Φίλιππος Ε΄, ο βασιλεύς της Περγάμου Ευμένης Β΄, οι Ρόδιοι και οι
σύμμαχοί τους, καθώς και οι μικρασιατικές πόλεις Σμύρνη, Λάμψακος και
Αλεξάνδρεια Τρωάς.
Ο Αντίοχος στις συγκρούσεις του με τις
ρωμαϊκές δυνάμεις επί ελληνικού εδάφους θα ηττηθεί και θα αναγκαστεί να
επιστρέψει στην Ασία, όπου και θα πραγματοποιηθεί η καθοριστική αναμέτρηση
μεταξύ των δύο αντίπαλων δυνάμεων.
Η μάχη της Μαγνησίας (Δεκέμβριος του
190 ή Ιανουάριος του 189 π.Χ.)
Οι Ρωμαίοι αποφασισμένοι να εξαλείψουν
κάθε απειλή προερχόμενη από τους Σελευκίδες μονάρχες τορπίλισαν όλες τις
προσπάθειες του Αντιόχου για επίτευξη ειρήνης και επιδίωξαν να αναμετρηθούν
μαζί του στο πεδίο της μάχης. Μετά την ένωσή τους με τις συμμαχικές δυνάμεις
του Ευμένους στην Ελαία προχώρησαν προς τα Θυάτειρα, όπου ο Αντίοχος είχε
συγκεντρώσει πολυάριθμο στράτευμα. Πριν φθάσουν όμως εκεί πληροφορήθηκαν τη νέα
θέση του αντιπάλου στρατού στο Υρκάνιο πεδίο και ακολουθώντας τη δεξιά όχθη του
Φρυγίου ποταμού έφθασαν απέναντι από το εχθρικό στρατόπεδο. Ο Σελευκίδης
βασιλιάς είχε επιλέξει εξαιρετικά κατάλληλο για την ανάπτυξη των δυνάμεών του
πεδίο και εκεί ανέμενε τις ρωμαϊκές λεγεώνες.
Στην αποφασιστική μάχη της Μαγνησίας, ο
Αντίοχος αντιπαρέταξε στις ρωμαϊκές λεγεώνες ένα κολοσσιαίο στράτευμα
στρατολογημένο από όλες τις επαρχίες του αχανούς βασιλείου του. Τις ελπίδες του
όμως για νίκη στήριζε στην ορθή εκλογή του πεδίου της μάχης, στα ισχυρά σώματα
της φάλαγγας και του ιππικού και στο τρομερό όπλο των ασιατικών στρατών τα
δρεπανηφόρα άρματα. Ο Ευμένης εξαπέλυσε στην αρχή της μάχης εναντίον των
δρεπανηφόρων τα ελαφρά σώματα του στρατού του, που ενέσπειραν πανικό στα
υποζύγια και συνετέλεσαν με την παρέμβαση και του ιππικού του στην ολοκληρωτική
διάλυση της αριστερής αντιοχικής πτέρυγας. Ακάλυπτη έτσι η φάλαγγα δέχθηκε
συντονισμένη επίθεση των δυνάμεων του Ευμένους από τα πλάγια και των ρωμαϊκών
λεγεώνων κατά μέτωπο και αναγκάσθηκε μετά από ηρωική αντίσταση να υποχωρήσει.
Εν τω μεταξύ ο Αντίοχος επικεφαλής της δεξιάς πτέρυγας του στρατού του πέτυχε
με ισχυρή έφοδο του ιππικού και κυκλωτικό ελιγμό να κατατροπώσει τις απέναντι
του παραταγμένες ρωμαϊκές δυνάμεις και να τις απωθήσει προς το στρατόπεδό τους.
Προχώρησε όμως στην καταδίωξη περισσότερο από όσο έπρεπε, αφήνοντας ακάλυπτη
και από το δεξιό πλευρό τη φάλαγγα. Έτσι, η εξουδετέρωσή της που ακολούθησε τη
διάλυση της αριστερής πτέρυγας του στρατού του έκρινε τη μάχη, η οποία έληξε με
ολοκληρωτική νίκη των Ρωμαίων και βαρύτατες απώλειες του στρατού του Αντιόχου.
[Τα ιστορικά στοιχεία έχουν αντληθεί
από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Ε, της Εκδοτικής Αθηνών]
Το ποίημα
«Έχασε την παληά του ορμή, το θάρρος
του.
Του κουρασμένου σώματός του, του
άρρωστου
σχεδόν, θάχει κυρίως την φροντίδα. Κι ο
επίλοιπος
βίος του θα διέλθει αμέριμνος. Aυτά ο
Φίλιππος
τουλάχιστον διατείνεται. Aπόψι κύβους
παίζει·»
Ο ποιητής παρουσιάζει το Φίλιππο την
ημέρα που μαθαίνει τα νέα της συντριβής του Αντιόχου Γ΄. Ο Μακεδόνας βασιλιάς
εμφανίζεται κουρασμένος, καταπονημένος απ’ τις μάχες -έχει προηγηθεί η
σύγκρουσή του με τους Ρωμαίους, καθώς και η σύμπραξη μαζί τους ενάντια στον
Αντίοχο- και με διάθεση παραίτησης. Υπολογίζει, όπως λέει, να περάσει το
υπόλοιπο της ζωής του αμέριμνος, εφόσον δεν έχει πια ούτε την τόλμη, ούτε τη
δύναμη και την ευρωστία της νιότης. Ο Φίλλιπος είναι 48 ετών εκείνη την εποχή
και φυσικά δεν έχει καμία πρόθεση να παραμείνει αδρανής, έστω κι αν οι
συμφωνηθέντες με τους Ρωμαίους όροι ειρήνης περιορίζουν κατά πολύ το πεδίο
δράσης του. Στα 11 χρόνια που απομένουν μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, ο Φίλιππος
επρόκειτο να συνεχίσει τις προσπάθειές του για την οικονομική ανόρθωση και
επέκταση του βασιλείου του.
Έτσι, το σχόλιο του ποιητή πως «αυτά ο
Φίλιππος τουλάχιστον διατείνεται», το οποίο λειτουργεί φαινομενικά ως ένδειξη
δυσπιστίας απέναντι στις προθέσεις του Μακεδόνα βασιλιά, είναι επί της ουσίας ο
τρόπος που επιλέγει ο Καβάφης για να δώσει εμμέσως τα πραγματικά συναισθήματα
του Φιλίππου. Η μέρα εκείνη δεν είναι μέρα παραίτησης, ούτε η αρχή ενός
αμέριμνου βίου, είναι -όσο κι αν αυτό δεν ταιριάζει στο ήθος ενός σημαντικού
μαχητή- μια ευκαιρία να «απολαύσει» την ήττα ενός ανταγωνιστή. Η χαιρεκακία του
Φιλίππου -συναίσθημα μικροπρεπές και ανούσιο-, η οποία διαφαίνεται από τη
διάθεσή του να διασκεδάσει κι από την απροθυμία του να αναβάλει την αυτοσχέδια
γιορτή, δε δηλώνεται κατηγορηματικά από τον ποιητή. Υπονοείται, ωστόσο,
επαρκώς, φανερώνοντας μια διάσταση της προσωπικότητας του Φιλίππου, και μέσω
αυτού των ανθρώπων εν γένει, η οποία ανταποκρίνεται στα χαμηλότερη ένστικτα της
εκδικητικότητας, της μικροπρέπειας, αλλά και της μικρόνοιας, που δεν επιτρέπει
την καθαρότερη θέαση των πραγμάτων και τον αντίκτυπο που έχει στο ίδιο το άτομο
η ήττα κι η αποτυχία του άλλου.
«έχει όρεξι να διασκεδάσει. Στο τραπέζι
βάλτε πολλά τριαντάφυλλα. Τι αν στην
Μαγνησία
ο Aντίοχος κατεστράφηκε. Λένε
πανωλεθρία
έπεσ’ επάνω στου λαμπρού στρατεύματος
τα πλήθια.
Μπορεί να τα μεγάλωσαν· όλα δεν θάναι
αλήθεια.»
Ο Φίλιππος θέλει να διασκεδάσει, έστω
κι αν έμαθε για την πανωλεθρία του Αντιόχου ή καλύτερα ακριβώς επειδή έμαθε για
την πανωλεθρία του. Παρά το γεγονός πως σε πρακτικό επίπεδο η εξουδετέρωση του
Αντιόχου δεν προσφέρει πολλά στον ήδη ηττημένο από τους Ρωμαίους Φίλιππο,
λειτουργεί -ανομολόγητα βέβαια- ως ηθική ικανοποίηση. Ο άσπονδος σύμμαχος που
δε δίστασε να εκμεταλλευτεί την ήττα του Φιλίππου, γνωρίζει τώρα τη διάλυση του
δικού του στρατεύματος, γεύεται κι ο ίδιος τη δύναμη των Ρωμαίων.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Καβάφης
συνθέτει σταδιακά την εικόνα της ετοιμαζόμενης γιορτής, αποκαλύπτοντας
παράλληλα τις σκέψεις του Φιλίππου, φανερώνει μια έντονα ειρωνική διάθεση. Ο
δήθεν ελλιπώς ενημερωμένος Φίλιππος, που γνωρίζει μεν για τη συντριβή του
Αντιόχου, αλλά θεωρεί κιόλας πως ίσως πρόκειται για μια υπερβολική παρουσίαση
του γεγονότος, απέχει σαφώς από την ιστορική πραγματικότητα, εξυπηρετεί ωστόσο
άριστα την πρόθεση του ποιητή.
Ο Φίλιππος, με την σκοπίμως τονισμένη
-ανειλικρινή ωστόσο- πρόθεση παραίτησης από περαιτέρω αγώνες, κι η γιορτή που
δε λαμβάνει κάποια άλλη αιτιολόγηση, πέρα από μια τυχαία διάθεση του βασιλιά,
φανερώνουν το δίχως άλλο την -κατακριτέα απ’ τον ποιητή, γι’ αυτό και ειρωνικά
παρουσιαζόμενη- επιθυμία ενός ανθρώπου να απολαύσει, έστω κι αν δε θέλει να το
παραδεχτεί ευθέως, την ήττα του αντιπάλου του. Ο ηρωικός Φίλιππος, ο σημαντικός
αυτός βασιλιάς, εμφανίζεται εδώ ως ένας ακόμη άνθρωπος που εγκλωβίζεται απ’ το
ανώφελο συναίσθημα της χαιρεκακίας.
Η ειρωνεία του ποιητή γίνεται
αντιληπτή, όχι μόνο από το πώς παρουσιάζει το Φίλιππο και την προσπάθειά του να
αποκρύψει τα πραγματικά του συναισθήματα και τις πραγματικές του προθέσεις,
αλλά και από τη χρήση της ομοιοκαταληξίας, την οποία ο ποιητής μεταχειρίζεται
όταν επιθυμεί να υπονομεύσει το κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος ή εν γένει μια
ανθρώπινη στάση και συμπεριφορά.
«Είθε. Γιατί αγκαλά κ’ εχθρός, ήσανε
μια φυλή.
Όμως ένα «είθε» είν’ αρκετό. Ίσως
κιόλας πολύ.
Ο Φίλιππος την εορτή βέβαια δεν θ’
αναβάλει.
Όσο κι αν στάθηκε του βίου του η
κόπωσις μεγάλη,
ένα καλό διατήρησεν, η μνήμη διόλου δεν
του λείπει.
Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν, τι
είδος λύπη
είχαν, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των
Μακεδονία.—
Ν’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι· τους
αυλούς, τη φωταψία.»
Η μόνη παραχώρηση του Φιλίππου απέναντι
στον όλεθρο του Αντιόχου είναι ένα μακάρι, μια ευχή να μην είναι πράγματι τόσο
μεγάλη η καταστροφή του στρατού του όσο ακούγεται. Ωστόσο, κι αυτό το μακάρι
μοιάζει πολύ, μοιάζει εξαιρετικά γενναιόδωρο, αν αναλογιστεί τη στάση που
κράτησαν στη Συρία, στο βασίλειο των Σελευκιδών, όταν έμαθαν για τη δική του
συντριβή.
Ο Φίλιππος αναγνωρίζει βέβαια την κοινή
του καταγωγή με τον Αντίοχο, δεν μπορεί όμως να του συγχωρέσει το γεγονός πως
δεν τον βοήθησε όταν εκείνος ήρθε αντιμέτωπος με τους Ρωμαίους. Ο Αντίοχος
άφησε έκθετο τον υποτιθέμενα σύμμαχό του και προσπάθησε να εκμεταλλευτεί προς
όφελός του την ήττα του Φιλίππου. Έτσι, «σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των
Μακεδονία», ο Αντίοχος, όχι μόνο δε λυπήθηκε, αλλά εξέλαβε το γεγονός
αυτό ως ιδανική ευκαιρία για να υλοποιήσει τις προσωπικές του φιλοδοξίες.
Ο Φίλιππος δεν μπορεί να ξεχάσει τη
στάση του Αντιόχου, γι’ αυτό και τώρα ετοιμάζει την προσωπική του γιορτή,
αδιαφορώντας για την ήττα του έτερου Μακεδόνα βασιλιά, αναλογιζόμενος συνάμα το
πώς θα μπορέσει ο ίδιος να αξιοποιήσει τα νέα δεδομένα.
Η μικροπρέπεια του Φιλίππου, η διάθεσή
του να γιορτάσει, όχι κάποια δική του επιτυχία, αλλά την αποτυχία του εχθρού
του, συνιστά ένα βασικό ελάττωμα της ανθρώπινης φύσης. Καίρια, επομένως, και
απολύτως δικαιολογημένη η ειρωνεία του ποιητή, ο οποίος επιδιώκει να
στηλιτεύσει την αδυναμία των ανθρώπων να αντιληφθούν πως η συνεργασία, η
αμοιβαία στήριξη και το ειλικρινές ενδιαφέρον για τα προβλήματα του άλλου,
έχουν να προσφέρουν πολύ περισσότερα από την επονείδιστη χαρά που προέρχεται
απ’ την αποτυχία ή τη συμφορά του άλλου ανθρώπου.
Ό,τι άλλωστε στο μικροεπίπεδο των
καθημερινών συναναστροφών περιορίζεται σε διαπροσωπικές αντιδικίες και
αντιζηλίες, σε επίπεδο κοινωνικών ομάδων και εθνών μπορεί να έχει πολύ
σημαντικότερες επιπτώσεις. Η απροθυμία του Αντιόχου να στηρίξει ενεργά τον
Φίλιππο στον αγώνα του ενάντια στους Ρωμαίους, έφερε κατόπιν τη δική του πικρή
ήττα. Αντιστοίχως, ομάδες ανθρώπων και έθνη που δεν αντιλαμβάνονται τη δύναμη
που μπορούν να αποκτήσουν συνεργαζόμενα απέναντι σ’ έναν ευρύτερο και
σημαντικότερο εχθρό, διασπώνται και αποδυναμώνονται.