Unique Capture
Μίλος
Ματσόουρεκ «O μεταξοσκώληκας»
Το βιβλίο Ζωολογία (1962) του
Τσεχοσλοβάκου συγγραφέα Μίλος Ματσόουρεκ περιέχει δέκα σύντομες ιστορίες ζώων,
οι οποίες με ευτράπελο τρόπο περιγράφουν τα φυσικά γνωρίσματα των ζώων, όπως τα
αντιλαμβάνεται και, κυρίως, τα χρησιμοποιεί ο άνθρωπος. Στην ιστορία του
μεταξοσκώληκα που επιλέξαμε, ο βασικός ρόλος του σκουληκιού-εργάτη στην
παραγωγή υψηλής ραπτικής είναι πάντα αφανής.
O μεταξοσκώληκας φτιάχνει λογής λογής
όμορφα πράματα, μεταξωτά φουλάρια, μπλούζες και γραβάτες, βραδινά φορέματα και
τα τοιαύτα, στη ζωή του ο μεταξοσκώληκας έχει κάνει πολλά πράματα, πολύ ακριβά
πράματα για τους καλύτερους μόδιστρους και μια φορά γίνεται μεγάλη επίδειξη
μόδας στου Κριστιάν Ντιορ, είσοδος μόνο με προσκλήσεις, ντουζίνες αυτοκίνητα
κουβαλάνε τους πιο κομψευόμενους ανθρώπους απ’ όλα τα σημεία της γης, ο
μεταξοσκώληκας τυχαίνει να περνάει αποκεί, θα πρέπει να ‘ναι ενδιαφέρον,
σκέφτεται, και σκαρφαλώνει στα σκαλιά, όμως εκεί, στο κεφαλόσκαλο, στέκεται ο
πορτιέρης με τη μεγάλη στολή: έχετε πρόσκληση, κύριε;
Ο μεταξοσκώληκας δεν έχει πρόσκληση, πού θα μπορούσε διάβολε να τη βρει,
δεν έχει άλλωστε καιρό να ασχολείται με προσκλήσεις, είναι πάρα πολύ
απασχολημένος με την ύφανση όλων αυτών των ωραίων μεταξωτών, ξανακατεβαίνει
λοιπόν από τα σκαλιά, κάνει έναν άσκοπο περίπατο γύρω στην πλατεία κι έπειτα
γυρίζει σπίτι και πέφτει νωρίς-νωρίς να κοιμηθεί. Τι άλλο να κάνει με τόση
δουλειά που τον περιμένει το πρωί.
Μ. Ματσόουρεκ, Ζωολογία,
μτφρ. Σπύρος Τσακνιάς, Στιγμή
Ερμηνευτικό
σχόλιο
Η ιστορία του μεταξοσκώληκα αποτελεί
μια αλληγορική αναφορά στη ζωή των ανθρώπων εκείνων που εργάζονται σκληρά,
παραμένουν ωστόσο αφανείς, καθώς είναι άλλοι εκείνοι που καρπώνονται τα
οικονομικά οφέλη και τη φήμη της δικής τους κοπιώδους εργασίας. Είναι, για
παράδειγμα, προφανής η σύνδεση με τη ζωή εργαζομένων σε βιομηχανικές και
βιοτεχνικές μονάδες παραγωγής ενδυμάτων ή προϊόντων τεχνολογίας, οι οποίοι
πραγματοποιούν πολύωρες βάρδιες λαμβάνοντας χαμηλότατους μισθούς, έστω κι αν τα
τελικά προϊόντα της εργασίας τους πωλούνται σε πολύ υψηλές τιμές. Υπ’ αυτή την
έννοια ο μεταξοσκώληκας συμβολίζει το σύνολο σχεδόν της εργατικής τάξης· των
ανθρώπων, δηλαδή, που με τον καθημερινό τους μόχθο προσφέρουν σε άλλους τη
δυνατότητα να αποκομίσουν σημαντικά οικονομικά κέρδη απ’ τα οποία οι ίδιοι οι
εργάτες λαμβάνουν ένα πενιχρό μόνο μέρος.
«O μεταξοσκώληκας φτιάχνει λογής λογής
όμορφα πράματα, μεταξωτά φουλάρια, μπλούζες και γραβάτες, βραδινά φορέματα και
τα τοιαύτα, στη ζωή του ο μεταξοσκώληκας έχει κάνει πολλά πράματα, πολύ ακριβά
πράματα για τους καλύτερους μόδιστρους»
Η επιλογή του μεταξοσκώληκα από τον
συγγραφέα, προκειμένου να αναδείξει το στοιχείο της εκμετάλλευσης του κόπου των
εργατών, είναι ιδιαιτέρως επιτυχημένη, καθώς για τους περισσότερους ο
μεταξοσκώληκας δεν λαμβάνεται καν υπόψη, όπως ακριβώς όλοι εκείνοι οι αφανείς
εργαζόμενοι σε χώρες όπως είναι η Ινδία ή η Κίνα που καλούνται υπό άθλιες
συνθήκες και με εξευτελιστικές αμοιβές να φτιάξουν τα πανάκριβα προϊόντα
πολυεθνικών εταιρειών. Ελάχιστοι καταναλωτές επώνυμων προϊόντων αναλογίζονται,
άλλωστε, την εξαθλίωση που βιώνουν οι εργάτες που τα παράγουν.
Με την καταγραφή του πλήθους των
προϊόντων που παράγονται από τον μεταξοσκώληκα ο συγγραφέας καθιστά εμφανέστερη
την αντίθεση που προκύπτει λόγω της ασημότητας του «παραγωγικότατου» αυτού
εργάτη. Μπορεί τα προϊόντα του να είναι πανάκριβα και να τα αξιοποιούν οι καλύτεροι
μόδιστροι, ο ίδιος ο μεταξοσκώληκας όμως βρίσκεται στην αφάνεια και οι κόποι
του μένους χωρίς ουσιαστική ανταμοιβή. Ακριβώς, θα έλεγε κανείς, όπως συμβαίνει
και με τους κακοπληρωμένους εργάτες που φτιάχνουν όλα τα επώνυμα ενδύματα και
τα κάθε λογής ακριβά προϊόντα.
«μια φορά γίνεται μεγάλη επίδειξη μόδας
στου Κριστιάν Ντιορ, είσοδος μόνο με προσκλήσεις, ντουζίνες αυτοκίνητα
κουβαλάνε τους πιο κομψευόμενους ανθρώπους απ’ όλα τα σημεία της γης, ο
μεταξοσκώληκας τυχαίνει να περνάει αποκεί, θα πρέπει να ‘ναι ενδιαφέρον,
σκέφτεται, και σκαρφαλώνει στα σκαλιά, όμως εκεί, στο κεφαλόσκαλο, στέκεται ο
πορτιέρης με τη μεγάλη στολή: έχετε πρόσκληση, κύριε;»
Με το λογοτεχνικό εύρημα της επίδειξης
μόδας ο συγγραφέας επιτυγχάνει να δώσει θεατρικότητα στο κείμενό του, το οποίο
κερδίζει έτσι σε ζωντάνια κι ενδιαφέρον. Ο προσωποποιημένος μεταξοσκώληκας
τυχαίνει να περνά έξω από το χώρο όπου πραγματοποιείται η επίδειξη των έργων
του, χωρίς, βέβαια, να έχει πρόσκληση γι’ αυτή, αφού κανείς δεν είναι
διατεθειμένος να του αποδώσει εύσημα για την κοπιώδη εργασία του. Τα εύσημα
«ανήκουν» σ’ εκείνους που πλουτίζουν και αποκτούν φήμη εκμεταλλευόμενοι τη
δουλειά του.
Ο μεταξοσκώληκας χωρίς να
προβληματίζεται για το γεγονός ότι κανείς δεν τον έχει καλέσει σε μια επίδειξη
που είναι αφιερωμένη στα δικά του δημιουργήματα, αναλογίζεται με την αγαθότητα
και την απλότητα που τον διακρίνουν πως θα έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσει
την παρουσίαση αυτή. Ωστόσο, μόλις καταφέρνει να σκαρφαλώσει στα σκαλιά και να
φτάσει στο κεφαλόσκαλο, έρχεται αντιμέτωπος με τον επιβλητικό πορτιέρη, ο
οποίος ζητά να δει την πρόσκλησή του. Ο μεταξοσκώληκας αντιμετωπίζεται ως
παρείσακτος -έστω κι αν στην επίδειξη θα παρουσιαστούν τα δικά του έργα-, όπως
ακριβώς θα συνέβαινε αν επιχειρούσε να μπει στο πολυτελές κτήριο κάποιος
εργάτης από την Ινδία που έχει φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια τα ενδύματα
αυτά. Ο ταπεινός μεταξοσκώληκας δεν έχει καμία θέση σε μια τόσο επίσημη και
προβεβλημένη επίδειξη μόδας.
«Ο μεταξοσκώληκας δεν έχει πρόσκληση,
πού θα μπορούσε διάβολε να τη βρει, δεν έχει άλλωστε καιρό να ασχολείται με
προσκλήσεις, είναι πάρα πολύ απασχολημένος με την ύφανση όλων αυτών των ωραίων
μεταξωτών, ξανακατεβαίνει λοιπόν από τα σκαλιά, κάνει έναν άσκοπο περίπατο γύρω
στην πλατεία κι έπειτα γυρίζει σπίτι και πέφτει νωρίς-νωρίς να κοιμηθεί. Τι
άλλο να κάνει με τόση δουλειά που τον περιμένει το πρωί.»
Ο μεταξοσκώληκας παρά το γεγονός ότι
του αρνούνται την είσοδο σε μια επίδειξη που είναι αφιερωμένη στα δικά του
έργα, δεν απογοητεύεται ιδιαιτέρως. Ευφυής η χρήση του προφορικού ύφους για να
δηλωθεί η πρόσκαιρη αγανάκτηση του αδικημένου ήρωα «δεν έχει πρόσκληση, πού θα
μπορούσε διάβολε να τη βρει».
Ο μεταξοσκώληκας δεν έχει πρόσκληση,
όχι μόνο γιατί κανείς δεν θέλησε να τον καλέσει, αλλά και γιατί ο ίδιος δεν
έχει χρόνο και διάθεση να ασχολείται με τέτοιου είδους δημόσιες εκδηλώσεις.
Ό,τι ενδιαφέρει κυρίως τον ήρωα του κειμένου είναι η δουλειά του, η δημιουργική
αυτή δραστηριότητα που του επιτρέπει να φτιάνει όλα τα ωραία μεταξωτά έργα του.
Έτσι, ενώ θα περίμενε κανείς μια πιο έντονη αντίδραση από τη μεριά του,
φανερώνεται εντέλει πως ο μεταξοσκώληκας διόλου δεν πτοείται από την απουσία
αναγνώρισης των κόπων του. Ο ίδιος, άλλωστε, αντλεί την αναγκαία ικανοποίηση
μέσα από την ίδια του τη δουλειά. Η επίγνωση πως ο καθημερινός του μόχθος
οδηγεί στη δημιουργία έξοχων έργων του είναι αρκετή για να διατηρεί άκαμπτη την
αποφασιστικότητά του να συνεχίσει να εργάζεται.
Ο μεταξοσκώληκας δεν επιδιώκει τη φήμη
ή τα πλούτη. Η δική του χαρά και ικανοποίηση αντλούνται από την ίδια του την εργασία,
αφού είναι αυτή που τον κάνει να αισθάνεται χρήσιμος, παραγωγικός και
δημιουργικός. Απλοϊκός, ολιγαρκής και αφοσιωμένος στην εργασία του, ο
μεταξοσκώληκας έχει βρει τη δική του προσωπική ισορροπία εκεί που άλλου βλέπουν
μόνο σκληρή δουλειά και καταπόνηση. Εντούτοις ο εργαζόμενος που αγαπά
πραγματικά τη δουλειά του, δεν αφοσιώνεται σ’ αυτή αναμένοντας πλούτο και δόξα,
οδηγείται σ’ αυτή την αφοσίωση επειδή αισθάνεται και γνωρίζει πως μέσω αυτής
προσφέρει στους άλλους κάτι το ουσιώδες.
Ερωτήσεις
1. Γιατί
η ιστορία του μεταξοσκώληκα, όπως τη διηγείται ο Ματσόουρεκ, έχει ευτράπελο χαρακτήρα;
Ο ευτράπελος χαρακτήρας της ιστορίας
προκύπτει αφενός από την ενδιαφέρουσα επιλογή του πρωταγωνιστή κι αφετέρου από
την αξιοποίηση στοιχείων προφορικού λόγου στην αφήγηση. Ο μεταξοσκώληκας, το
άκρως εργατικό αυτό έντομο, που αποκτά ιδιότητες ανθρώπου -διατηρώντας ωστόσο
αναλλοίωτη την αφοσίωσή του στην εργασία του-, εμπλέκεται σ’ ένα απρόσμενο
επεισόδιο, στο πλαίσιο του οποίου, με εξαίρετη θεατρικότητα, οδηγείται μπροστά
στα σκαλιά μιας λαμπερής επίδειξης μόδας. Εκεί, ο ήρωας της ιστορίας θα φανερώσει
με την αγαθότητά του το πόσο τελικά αδιάφορο του είναι το αν οι άλλοι τον
γνωρίζουν ή όχι.
Οι εκφράσεις που του αποδίδει ο
συγγραφέας «πού θα μπορούσε διάβολε να τη βρει, δεν έχει
άλλωστε καιρό να ασχολείται με προσκλήσεις», όπως κι η χαλαρή διάθεσή του που
τον οδηγεί σε μια άσκοπη βόλτα, προσδίδουν ανάλαφρο χαρακτήρα σε μια ιστορία
που φανερώνει, ωστόσο, μια ξεκάθαρη κοινωνική αδικία κι έναν κόσμο συνεχούς
εκμετάλλευσης.
2. Με
ποια άλλα ζώα ή ανθρώπους μπορεί να παραλληλιστεί η εργασία του μεταξοσκώληκα;
Βρείτε αντιστοιχίες με τη ζωή άλλων
όντων, τεκμηριώνοντας τις εκτιμήσεις σας.
Ο μεταξοσκώληκας με τη σκληρή δουλειά
του προσφέρει σημαντικά οικονομικά έσοδα στους ανθρώπους, όπως ακριβώς
συμβαίνει με κάθε άλλο εξημερωμένο ζώο που εργάζεται για τον άνθρωπο. Έχουμε,
έτσι, τα γαϊδούρια που αξιοποιούνται για τις μεταφορές αγαθών και ανθρώπων, τις
αγελάδες που προσφέρουν το γάλα, μα και το κρέας τους, κι αντιστοίχως τις
κατσίκες και τα πρόβατα. Κάθε ένα από αυτά τα ζώα, ακουσία μεν αδιάκοπα δε,
προσφέρουν τον κόπο και τη ζωή τους για να εξυπηρετούνται οι διατροφικές και
οικονομικές ανάγκες των ανθρώπων.
Σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους ο
μεταξοσκώληκας της ιστορίας βρίσκει το αντίστοιχό του σε όλους αυτούς που
εργάζονται στην παραγωγή ενδυμάτων λαμβάνοντας πενιχρά ημερομίσθια, αλλά και σε
κάθε χειρώνακτα του οποίου ο κόπος γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης χωρίς ο
ίδιος να λαμβάνει κάποια αναγνώριση ή ουσιαστική ανταμοιβή. Ας μη λησμονούμε,
άλλωστε, την τακτική μεγάλων εταιρειών να παράγουν τα προϊόντα τους σε χώρες
όπου τα ημερομίσθια είναι εξαιρετικά χαμηλά, ώστε να αυξάνουν έτσι κατακόρυφα
τα περιθώρια του κέρδους.
Μίλος
Ματσόουρεκ [Milos
Macourek]
(1926-2002)
Σπούδασε θέατρο και μουσική και εργάστηκε περιστασιακά σε διάφορα
επαγγέλματα, χειρωνακτικά και διανοητικά. Το βιβλίο του Ζωολογία κυκλοφόρησε το
1962.