Paul Sachtleben
Κωνσταντίνος Καβάφης «Εν τω Μηνί Αθύρ»
Με δυσκολία διαβάζω στην πέτρα την αρχαία.
«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ». Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.
«Εν τω μη[νί] Aθύρ» «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ήθη».
Στη μνεία της ηλικίας «Εβί[ωσ]εν ετών»,
το Κάππα Ζήτα δείχνει που νέος εκοιμήθη.
Μες στα φθαρμένα βλέπω «Aυτό[ν]... Aλεξανδρέα».
Μετά έχει τρεις γραμμές πολύ ακρωτηριασμένες·
μα κάτι λέξεις βγάζω — σαν «δ[ά]κρυα ημών», «οδύνην»,
κατόπιν πάλι «δάκρυα», και «[ημ]ίν τοις [φ]ίλοις πένθος».
Με φαίνεται που ο Λεύκιος μεγάλως θ’ αγαπήθη.
Εν τω μηνί Aθύρ ο Λεύκιος εκοιμήθη.
«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ». Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.
«Εν τω μη[νί] Aθύρ» «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ήθη».
Στη μνεία της ηλικίας «Εβί[ωσ]εν ετών»,
το Κάππα Ζήτα δείχνει που νέος εκοιμήθη.
Μες στα φθαρμένα βλέπω «Aυτό[ν]... Aλεξανδρέα».
Μετά έχει τρεις γραμμές πολύ ακρωτηριασμένες·
μα κάτι λέξεις βγάζω — σαν «δ[ά]κρυα ημών», «οδύνην»,
κατόπιν πάλι «δάκρυα», και «[ημ]ίν τοις [φ]ίλοις πένθος».
Με φαίνεται που ο Λεύκιος μεγάλως θ’ αγαπήθη.
Εν τω μηνί Aθύρ ο Λεύκιος εκοιμήθη.
Στο εξαιρετικό αυτό ποίημα ο Κωνσταντίνος Καβάφης επιχειρεί την ανάγνωση ενός επιτύμβιου επιγράμματος που προέρχεται από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια της Αιγύπτου κι ως εκ τούτου είναι φθαρμένο και δυσανάγνωστο. Η ιδιαιτερότητα του ποιήματος έγκειται στο γεγονός ότι το επίγραμμα αυτό είναι επίσης δημιούργημα του ποιητή, ο οποίος ευφυώς συνθέτει το ποίημά του με διπλή διαστρωμάτωση. Τα θραύσματα του επιγράμματος που υποτίθεται ότι έχουν διασωθεί, είναι ακριβώς εκείνα που έχει επιλέξει ο ποιητής, ώστε να επιτύχει την ανάγνωση που επιθυμεί.
Η σύντομη ιστορία που θέλει να μας πει ο Καβάφης είναι ότι ένας νεαρός άντρας, 27 ετών, πέθανε στην Αλεξάνδρεια, τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, προκαλώντας μεγάλο πόνο στους φίλους του που τον είχαν αγαπήσει πολύ.
Κάθε στοιχείο που ο ποιητής διακρίνει από το φθαρμένο επιτύμβιο έχει ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία που θέλει να αναπαραστήσει ο ποιητής. Από τον πρώτο κιόλας στίχο μας δηλώνει πως η πέτρα είναι αρχαία, οπότε όταν ξεκινά την ανάγνωση με μια προσφώνηση στον Ιησού, αντιλαμβανόμαστε πως το επιτύμβιο προέρχεται από την πρώτη περίοδο της χριστιανικής λατρείας.
Η λέξη «ψυχή» μας παραπέμπει σ’ ένα στοιχείο σημαντικό για το χριστιανισμό, που θέτει το σώμα και τις επιθυμίες του σε δεύτερη μοίρα και προτάσσει την αξία της προσπάθειας των ανθρώπων να διασώσουν την ψυχή τους.
Εν τω μηνί Αθύρ: Ο χρονικός αυτός προσδιορισμός δίνεται με βάση το αιγυπτιακό ημερολόγιο, φανερώνοντας πως στοιχεία του προ-χριστιανικού πολιτισμού είναι ακόμη κυρίαρχα εκείνη τη μεταβατική εποχή, όπου η νέα θρησκεία συνυπάρχει με τον παρακμάζοντα παγανισμό. Ο μήνας Αθύρ κάλυπτε την περίοδο Οκτωβρίου – Νοεμβρίου και είχε πάρει την ονομασία του από τη θεά Αθώρ, η οποία για τους Αιγύπτιους είχε θέση ανάλογη με την Αφροδίτη των Ελλήνων.
Ο Λεύκιος για τον οποίο έχει συντεθεί το επιτύμβιο δεν είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο, αλλά λειτουργεί κυρίως ως ένα σύμβολο για ό,τι ήταν πάντοτε σημαντικό για τον ποιητή. Είναι ένας νεαρός άντρας, ο οποίος πεθαίνει μόλις στα 27 του χρόνια και το δίχως άλλο θα ήταν όμορφος και ερωτικός. Ο ποιητής τοποθετεί το θάνατο του Λεύκιου στα 27 του χρόνια, σταματώντας τη ζωή του στην ακμή της νεότητάς του, διασώζοντάς τον από το μεγάλο φόβο του ποιητή, από τη φθορά, δηλαδή, που θα του προκαλούσε το γήρας.
Ο ποιητής επιλέγει να δημιουργήσει αυτή την καταγραφή θρήνου για έναν νεαρό άντρα, και μάλιστα για έναν Αλεξανδρινό, εντάσσοντας σ’ αυτή αναφορές στον πόνο που προκάλεσε ο χαμός του νεαρού στους φίλους του, παρά το γεγονός ότι στα χριστιανικά επιτύμβια κάτι τέτοιο δε συνηθιζόταν. Τα χριστιανικά επιτύμβια περιορίζονταν σε χρονικές και ηλικιακές αναφορές και έκλειναν με στερεότυπα λόγια παραμυθίας που σχετίζονταν με τη θνητή φύση των ανθρώπων. Ο Καβάφης εντούτοις συμπληρώνει στο επιτύμβιο που έχει δημιουργήσει κάτι που για εκείνον ήταν ολωσδιόλου αναμενόμενο, τον πόνο που προκλήθηκε στα αγαπημένα πρόσωπα του νεαρού, αναφέροντας όμως όχι τους γονείς ή τη σύζυγο, αλλά τους φίλους του, αποδίδοντας στο Λεύκιο μια στενή σχέση αγάπης μαζί τους.
Απ’ ό,τι φαίνεται, σχολιάζει ο ποιητής, ο Λεύκιος αγαπήθηκε πολύ. Το επιτύμβιο που δημιουργεί ο Καβάφης για τον εικοσιεπτάχρονο Λεύκιο, έρχεται να δώσει με έμφαση τα συναισθήματα πόνου που προκάλεσε ο θάνατός του και να αφήσει έτσι έμμεσα να εννοηθεί η ομορφιά του νεαρού, στοιχείο που για τον ποιητή είναι πάντοτε άρρηκτα συνυφασμένο με τη νεότητα.
Ο Καβάφης εδώ, μέσα από την ανάγνωση που με δυσκολία κατορθώνει, μας δίνει αποσπασματικές πληροφορίες ενός τραγικού -από κάθε άποψη- γεγονότος, και ιδίως από την οπτική του ποιητή, ο οποίος θεωρούσε πάντοτε τη νεότητα και την ομορφιά απόλυτες αξίες, που δεν χρειάζονται καμία άλλη αρετή να τις συνοδεύει για να δικαιωθούν. Η νεότητα είναι για τον ποιητή μία περίοδος στολισμένη με όλες τις σημαντικές, για εκείνον, αρετές: την ομορφιά, τον έρωτα και τον ηδονικό βίο. Ο ποιητής στέκει πάντοτε με θαυμασμό απέναντι στη νιότη, την θεωρεί πολύτιμη κι ευάλωτη μόνο στο φθοροποιό πέρασμα του χρόνου, γι’ αυτό και στην ποίησή του φροντίζει να «σώσει» αρκετούς νεαρούς άντρες, ακριβώς τότε που βρίσκονται στην ιδανική στιγμή της ζωής τους. Έτσι, και ο Λεύκιος διασώθηκε, χάρη στον ποιητή, στα 27 του χρόνια, έχοντας ακόμη ακέραιη την ομορφιά του και την αγάπη των φίλων του.