Sheila Terry
Αριστοτέλης «Μετὰ τὰ φυσικά», Α 2, 98b12-28
Διὰ γὰρ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄνθρωποι καὶ νῦν καὶ τὸ πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν, ἐξ ἀρχῆς μὲν τὰ πρόχειρα τῶν ἀτόπων θαυμάσαντες, εἶτα κατὰ μικρὸν οὕτω προϊόντες καὶ περὶ τῶν μειζόνων διαπορήσαντες, οἷον περί τε τῶν τῆς σελήνης παθημάτων καὶ τῶν περὶ τὸν ἥλιον καὶ τὰ ἄστρα καὶ περὶ τῆς τοῦ παντὸς γενέσεως. Ὁ δ’ ἀπορῶν καὶ θαυμάζων οἴεται ἀγνοεῖν (διὸ καὶ ὁ φιλόμυθος φιλόσοφός πώς ἐστιν· ὁ γὰρ μῦθος σύγκειται ἐκ θαυμασίων)· ὥστ’ εἴπερ διὰ τὸ φεύγειν τὴν ἄγνοιαν
ἐφιλοσόφησαν,
φανερὸν ὅτι διὰ τὸ εἰδέναι τὸ ἐπίστασθαι
ἐδίωκον καὶ οὐ χρήσεώς
τινος ἕνεκεν. Μαρτυρεῖ δὲ αὐτὸ τὸ συμβεβηκός· σχεδὸν γὰρ πάντων ὑπαρχόντων τῶν ἀναγκαίων καὶ τῶν πρὸς ῥᾳστώνην καὶ διαγωγὴν ἡ τοιαύτη φρόνησις ἤρξατο ζητεῖσθαι. Δῆλον οὖν ὡς δι’ οὐδεμίαν αὐτὴν ζητοῦμεν χρείαν ἑτέραν, ἀλλ’ ὥσπερ ἄνθρωπος, φαμέν, ἐλεύθερος ὁ αὑτοῦ ἕνεκα καὶ μὴ ἄλλου ὤν, οὕτω καὶ αὐτὴν ὡς μόνην οὖσαν ἐλευθέραν τῶν ἐπιστημῶν· μόνη γὰρ αὕτη αὑτῆς ἕνεκέν ἐστιν.
Γιατί, όπως συμβαίνει και τώρα, οι
άνθρωποι άρχισαν για πρώτη φορά να φιλοσοφούν από περιέργεια και θαυμασμό. Στην
αρχή θεώρησαν άξια θαυμασμού τα παράξενα της καθημερινής ζωής και, προχωρώντας
σιγά σιγά με αυτόν τον τρόπο, άρχισαν να προβληματίζονται και για τα πιο σημαντικά,
όπως λ.χ. για τα φαινόμενα της σελήνης και του ήλιου, για τα άστρα, για τη
γέννηση του σύμπαντος. Αυτός όμως που απορεί και που θαυμάζει, αντιλαμβάνεται
ότι αγνοεί (γι’ αυτό και όποιος αγαπά τους μύθους είναι κατά κάποιο τρόπο και
φιλόσοφος, αφού οι μύθοι συντίθενται από γεγονότα θαυμάσια). Εφόσον λοιπόν οι
άνθρωποι φιλοσόφησαν για να ξεφύγουν από την άγνοιά τους, είναι φανερό ότι επιζήτησαν
την επιστήμη για την ίδια τη γνώση και όχι χάριν κάποιας χρησιμότητας. Αυτό
φαίνεται και από την πορεία των πραγμάτων. Μόνο όταν όλες σχεδόν οι άμεσες ανάγκες τους
ικανοποιήθηκαν, και το ίδιο συνέβη με την άνεση και την απόλαυσή τους, μόνο
τότε οι άνθρωποι στράφηκαν σ’ αυτού του είδους την πνευματική αναζήτηση. Είναι
λοιπόν φανερό ότι τη γνώση αυτή δεν την επιζητούμε για να καλύψει άλλη ανάγκη, αλλά,
όπως λέγεται ότι ελεύθερος είναι εκείνος ο άνθρωπος που υπάρχει για τον εαυτό
του και όχι για κάποιον άλλον, έτσι επιζητούμε και αυτήν ως τη μόνη ελεύθερη
επιστήμη. γιατί είναι η μόνη που υπάρχει γι’ αυτήν την ίδια.
(μετάφραση Β. Κάλφας)
θαυμάζω: μένω έκθαμβος, νιώθω έκπληξη για
κάτι. Το ρήμα δεν μπορεί να αποδοθεί πλήρως στα νέα ελληνικά, καθώς
περιλαμβάνει τόσο την έκπληξη (ευχάριστη ή δυσάρεστη, άρα και την αμηχανία) όσο
και την περιέργεια και τον θαυμασμό.
Το θαυμάζειν αποτελεί και για
τον Πλάτωνα αρχή της φιλοσοφίας: μάλα γὰρ φιλοσόφου τοῦτο τὸ πάθος͵
τὸ θαυμάζειν. οὐ γὰρ ἄλλη ἀρχὴ φιλοσοφίας ἢ αὕτη [:
έντονα ο φιλόσοφος βιώνει την έκπληξη και τον θαυμασμό. και δεν είναι
άλλη η αρχή της φιλοσοφίας παρά ακριβώς αυτή] (Θεαίτητος 155d).
φιλοσοφῶ: Στην αρχική του ετυμολογική σημασία (φιλῶ +
σοφία) το ρήμα σημαίνει «αγαπώ τη σκέψη και τη γνώση». Η φιλοσοφία είναι
φιλία, επιθυμία σοφίας. Στην Πολιτεία (475b) του Πλάτωνα λέγεται: καὶ τὸν φιλόσοφον σοφίας φήσομεν ἐπιθυμητὴν εἶναι.
Ο Αριστοτέλης συνδέει άμεσα τη
φιλοσοφική δραστηριότητα με την αναζήτηση της αλήθειας: ὀρθῶς δ΄ ἔχει καὶ τὸ καλεῖσθαι τὴν φιλοσοφίαν ἐπιστήμην τῆς ἀληθείας [:
είναι σωστό που καλείται η φιλοσοφία επιστήμη της αλήθειας] (Μετὰ τὰ Φυσικά, 993b19-20). Γι’ αυτόν η φιλοσοφία
αποσκοπεί στην καθαρή γνώση και όχι στη χρησιμότητα.
Ήδη, λοιπόν, από την αρχαιότητα το ρήμα
φιλοσοφῶ
άρχισε να αποκτά την ειδικότερη σημασία
που έχει και σήμερα: στοχάζομαι, αναζητώ και ερευνώ σε έκταση και βάθος τη φύση
των πραγμάτων και την αλήθεια των όντων, τη γνώση, τις αξίες κ.λπ.
ἀπορῶ (στερ.
α- + πόρος): βρίσκομαι σε αδιέξοδο και αμηχανία, αδυνατώ να
καταλάβω και να εξηγήσω κάτι· διατυπώνω απορία, ρωτώ να μάθω κάτι. Ο
Αριστοτέλης (Μετὰ τὰ Φυσικά, 993a30 κ.ε.) παρομοιάζει τη διάνοια
που βιώνει την ἀπορία
με διάνοια δεμένη που επιδιώκει λύση
(λύσιμο). Με αυτό τον τρόπο η ἀπορία γίνεται αφετηρία φιλοσοφικής
αναζήτησης.
φρόνησις: Στο χωρίο αυτό η φρόνησις είναι
ισοδύναμη νοηματικά με την σοφίαν ή ἐπιστήμην. Σε άλλα κείμενα του Αριστοτέλη (π.χ.
στα Ἠθικὰ Νικομάχεια) θα πάρει τη σημασία μιας
συγκεκριμένης διανοητικής αρετής, αυτής που επιτρέπει στον άνθρωπο να κάνει
σωστές ηθικές επιλογές σε πρακτικά ζητήματα της καθημερινής ζωής.
ἐπιστήμη: ακριβής γνώση. Αντίστοιχα, το ρήμα ἐπίσταμαι σημαίνει «γνωρίζω καλά», «γνωρίζω με βεβαιότητα».
Κατά τον Αριστοτέλη η ἐπιστήμη
συνδέεται άμεσα με τη λογική λειτουργία
του ανθρώπου: ἐπιστήμη
δ΄ ἅπασα
μετὰ
λόγου ἐστί (Ἀναλυτικὰ Ὕστερα,
100b10). Η ἐπιστήμη υπερβαίνει
την απλή εμπειρική μάθηση αλλά και τη γνώση μιας τέχνης. Αποτελεί σύνολο
τεκμηριωμένων γνώσεων σε συγκεκριμένο και διακριτό τομέα του επιστητού.
Ενδεικτικές Δραστηριότητες
Α. Τι λέει το κείμενο;
1.
Ποια είναι τα επιχειρήματα στο απόσπασμα; Να προσεχθεί ο ρόλος του
συνδέσμου γάρ.
Το κείμενο ξεκινά με μια αιτιολόγηση
(γαρ) που υποδηλώνει συνέχιση -τεκμηρίωση- μιας προηγούμενης σκέψης. Στο πρώτο
επιχείρημα του κειμένου το ξεκίνημα της φιλοσοφίας αποδίδεται στην περιέργεια
και το θαυμασμό των ατόμων. Το επιχείρημα αυτό συμπληρώνεται με τη διευκρίνιση
πως αρχικά όσα κίνησαν την περιέργεια των ανθρώπων ήταν τα παράξενα της
καθημερινής ζωής κι ακολούθως ο προβληματισμός τους προχώρησε και στα πιο
ουσιώδη, όπως είναι τα φαινόμενα της σελήνης και του ήλιου, αλλά κι η
δημιουργία του σύμπαντος.
Το επόμενο επιχείρημα επισημαίνει πως
χαρακτηριστικό του ατόμου που απορεί και θαυμάζει -κατ’ επέκταση του ατόμου που
φιλοσοφεί- είναι η επίγνωση της άγνοιάς του. Το επιχείρημα αυτό συμπληρώνεται
με τη διαπίστωση πως κατά παρόμοιο τρόπο ακόμη και τα άτομα που αγαπούν τους
μύθους ασχολούνται υπό μία έννοια με τη φιλοσοφία, εφόσον στη βάση κάθε μύθου
υπάρχει κάτι το αξιοπρόσεκτο και άξιο απορίας.
Το καταληκτικό επιχείρημα αναδεικνύει
την ιδιαίτερη -ελεύθερη- φύση της φιλοσοφίας, τονίζοντας πως αφού οι άνθρωποι
οδηγήθηκαν σε αυτή μόνο για να ξεφύγουν από την άγνοιά τους, τότε η επιδίωξη
της γνώσης γίνεται για χάρη και μόνο της μάθησης κι όχι με κριτήριο τη
χρησιμότητα. Οι άνθρωποι φιλοσοφούν μόνο γιατί επιθυμούν τη γνώση κι όχι για
πρακτικούς ή άλλως αξιοποιήσιμους λόγους.
2.
Να παρουσιάσετε με δικά σας λόγια την πορεία του ανθρώπου από τον θαυμασμό
στη φιλοσοφία. Να επισημάνετε τις ενδιάμεσες φάσεις;
Οι άνθρωποι στράφηκαν στις πνευματικές
αναζητήσεις που τους οδήγησαν στη φιλοσοφία μόνο αφού πρώτα κάλυψαν τις άμεσες
ανάγκες τους και διασφάλισαν έναν σχετικά άνετο βίο, με απολαύσεις. Τότε
κινούμενοι από περιέργεια και θαυμασμό άρχισαν να φιλοσοφούν λαμβάνοντας ως
πρώτο ερέθισμα τα παράξενα της καθημερινής ζωής. Η αρχική αυτή φιλοσοφική
ενασχόληση τους οδήγησε σταδιακά και στη διερεύνηση των πιο σημαντικών, όπως
είναι τα φαινόμενα του ήλιου και της σελήνης, κι η δημιουργία του σύμπαντος. Ωστόσο,
πολύ κοντά στη φιλοσοφία βρίσκεται κι η ενασχόληση με τους μύθους, εφόσον οι
μύθοι καλούνται να δώσουν απαντήσεις σε γεγονότα ή φαινόμενα που προκαλούν
απορία και θαυμασμό στους ανθρώπους.
3.
Σε τι συνίσταται η διαφορά της φιλοσοφίας από επιμέρους τομείς της
επιστημονικής γνώσης;
Η φιλοσοφία, σε αντίθεση με άλλες
επιστήμες, δεν συνδέει το ξεκίνημα ή τη συνέχισή της με την κάλυψη κάποιας
πρακτικής ανάγκης. Οι άνθρωποι στρέφονται σε αυτή για χάρη της γνώσης και μόνο,
χωρίς να αναμένουν κάποιο άλλο όφελος. Υπ’ αυτή την έννοια η φιλοσοφία είναι
μια ελεύθερη επιστήμη, αφού υπάρχει για χάρη της ίδιας της φιλοσοφικής
διερεύνησης και δεν αποσκοπεί στην επίτευξη κάποιου μετρήσιμου αποτελέσματος.
Β. Ας εμβαθύνουμε στο νόημα του
κειμένου
1.
Ο Αριστοτέλης θεωρεί τη φιλοσοφία ὡς μόνην οὖσαν ἐλευθέραν τῶν ἐπιστημῶν.
Ποια έννοια δίνει στο επίθετο ἐλευθέρα; Με ποια αναλογία υποστηρίζει την
άποψή του;
Ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζοντας τη
φιλοσοφία ἐλευθέρα
επιχειρεί να τονίσει πως αυτή δεν ελέγχεται από την αξίωση να προσφέρει
μετρήσιμα αποτελέσματα στον τομέα του πρακτικού βίου. Οι άνθρωποι, άλλωστε, δεν
φιλοσοφούν γιατί αναμένουν να επιλύσουν κάποιο ζήτημα της καθημερινότητάς τους
ή να καλύψουν κάποια πρακτική τους ανάγκη. Η φιλοσοφία θέλγει τους ανθρώπους
χωρίς το δέλεαρ ενός χρηστικού αποτελέσματος κι αυτό την καθιστά τη μόνη
ελεύθερη επιστήμη. Υπάρχει μόνο για τον ίδιο της τον εαυτό, για την εμπειρία
του φιλοσοφικού στοχασμού και για τη διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης, κι αυτό
πιστοποιεί την ελευθερία της. Η φιλοσοφία, επομένως, είναι ελεύθερη όπως
ελεύθερος είναι ένας άνθρωπος που υπάρχει μόνο για τον εαυτό του κι όχι για
κάποιον άλλον. Όπως, λοιπόν, ο ελεύθερος άνθρωπος καθορίζει ο ίδιος τον εαυτό
του, τις επιδιώξεις του, τις αναζητήσεις και την ταυτότητά του, έτσι κι η
φιλοσοφία είναι μια επιστήμη που προσδιορίζει η ίδια τον εαυτό της, θέτοντας ως
μόνο στόχο της τη σοφία και τη γνώση.
2.
Γιατί ο φιλόμυθος είναι και κατά κάποιο τρόπο και φιλόσοφος για τον
Αριστοτέλη; Διερευνήστε τη σχέση μύθου και φιλοσοφικού στοχασμού στην
αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι όποιος αγαπά
τους μύθους (φιλόμυθος) είναι κατά κάποιο τρόπο και φιλόσοφος, εφόσον κι οι
μύθοι, ως ένα βαθμό, καλούνταν να δώσουν απαντήσεις στις απορίες των ανθρώπων
για διάφορα άξια θαυμασμού στοιχεία που παρατηρούσαν στη φύση ή στη ζωή τους.
Εμπεριέχεται υπ’ αυτή την έννοια στους μύθους η προσπάθεια να καλυφθούν κρίσιμα
ερωτήματα των ανθρώπων και να διερευνηθούν τα αίτια ορισμένων φαινομένων. Ο
μύθος, άλλωστε, υπήρξε κομμάτι του φιλοσοφικού στοχασμού, ιδίως σε ό,τι αφορά
τις συνήθεις πρακτικές του Πλάτωνα. Ο μύθος δεν εμποδίζει, αντίθετα διευκολύνει
τη φιλοσοφική αναζήτηση της αλήθειας. Κι αυτό γιατί ο μύθος έρχεται με τη
φαντασία, την αφήγηση και τη συμβολική γλώσσα να συμπληρώσει και να διευρύνει
τους ορίζοντες της λογικής σκέψης και της φιλοσοφικής επιχειρηματολογίας. Κατά
παρόμοιο τρόπο μάλιστα αξιοποιούνταν οι μύθοι από τους προσωκρατικούς
φιλοσόφους, αλλά και τους σοφιστές αργότερα, εφόσον τους προσέφεραν τη
δυνατότητα να προσεγγίσουν την αλήθεια για φαινόμενα ή γεγονότα που βρίσκονταν
πολύ πέρα από τα όρια της τότε ανθρώπινης γνώσης και επιστήμης.
Γ. Για τη γλώσσα του κειμένου
1.
Αφού εντοπίσετε τα έναρθρα απαρέμφατα, να μελετήσετε στο κείμενο την
ονοματική και ρηματική λειτουργία του καθενός.
Διὰ τὸ θαυμάζειν: Εμπρόθετος προσδιορισμός της
αιτίας. Ως υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου τίθεται το οἱ ἄνθρωποι (ταυτοπροσωπία).
διὰ τὸ φεύγειν τὴν ἄγνοιαν: Εμπρόθετος προσδιορισμός της
αιτίας. Υποκείμενο (εννοείται) οἱ ἄνθρωποι. Αντικείμενο απαρεμφάτου: τὴν ἄγνοιαν.
διὰ τὸ εἰδέναι: Εμπρόθετος προσδιορισμός της
αιτίας. Ως υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου τίθεται το οἱ ἄνθρωποι (ταυτοπροσωπία).
τὸ ἐπίστασθαι ἐδίωκον: Έναρθρο απαρέμφατο ως πτώση
αιτιατική ως αντικείμενο του ρήματος.
Η επιλογή των έναρθρων απαρεμφάτων στη
θέση αφηρημένων ουσιαστικών φανερώνει την πρόθεση του Αριστοτέλη να τονίσει την
ενεργητική διάθεση του φιλοσοφικού στοχασμού. Η φιλοσοφία δεν είναι μια στατική
κατάσταση κι αυτό διαφαίνεται πληρέστερα με την αξιοποίηση έναρθρων
απαρεμφάτων, εφόσον αυτά πέρα από τη δήλωση της αφηρημένης έννοιας, έχουν και
ρηματική φύση, οπότε εκφράζουν ενέργεια.
2.
Να αναζητήσετε στο κείμενο όλους τους τρόπους αιτιολόγησης. Τι
αιτιολογούν κάθε φορά οι συγκεκριμένες εκφράσεις/συντακτικές δομές;
Διὰ γὰρ τὸ θαυμάζειν:
Εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας. Με τον εμπρόθετο αυτό αιτιολογείται η
στροφή των ανθρώπων στη φιλοσοφία ως αποτέλεσμα της απορίας και του θαυμασμού τους
για τα παράδοξα του καθημερινού τους βίου.
διὸ καὶ ὁ φιλόμυθος φιλόσοφός πώς ἐστιν· Με τον αιτιολογικό σύνδεσμο διό
(δι’ ὅ = δι’ ὅν λόγον) ο Αριστοτέλης αιτιολογεί τη διασύνδεση
μεταξύ φιλοσοφίας και αγάπης για τους μύθους στην κοινή και στις δύο δραστηριότητες
απορία και ανάγκη για κάποια εύλογη εξήγηση.
ὁ γὰρ
μῦθος σύγκειται ἐκ θαυμασίων: Σε άμεση συσχέτιση με την προηγούμενη
πρόταση η αιτιολόγηση εξειδικεύεται με τη διευκρίνιση του φιλοσόφου πως και ο
μύθος διαμορφώνεται με γεγονότα που προκαλούν το θαυμασμό.
διὰ τὸ φεύγειν
τὴν ἄγνοιαν ἐφιλοσόφησαν: Με τον εμπρόθετο της αιτίας
τονίζεται πως βασικό κίνητρο για την έναρξη του φιλοσοφικού στοχασμού υπήρξε η επιθυμία
των ανθρώπων να ξεφύγουν από την άγνοια.
φανερὸν ὅτι διὰ τὸ εἰδέναι
τὸ ἐπίστασθαι ἐδίωκον: Κατά παρόμοιο τρόπο, ο εμπρόθετος
της αιτίας επισημαίνει πως οι άνθρωποι επιδίωξαν την επιστήμη για χάρη της ίδιας
της γνώσης.
οὐ χρήσεώς τινος ἕνεκεν:
Με τον εμπρόθετο τελικού αιτίου τονίζεται πως η φιλοσοφία δεν καλείται να
καλύψει κάποια πρακτική ανάγκη.
μόνη γὰρ
αὕτη αὑτῆς ἕνεκέν
ἐστιν: Με τον αιτιολογικό σύνδεσμο γάρ
και με τον εμπρόθετο του τελικού αιτίου, επισημαίνεται εμφατικά η ελεύθερη φύση
της φιλοσοφίας, αφού είναι η μόνη επιστήμη που υπάρχει γι’ αυτή την ίδια, χωρίς
την αξίωση να αποδείξει τη χρησιμότητά της σε πρακτικό επίπεδο.
3.
Με ποιους όρους και με ποια μορφή ορίζονται οι χρονικές φάσεις στο κείμενο;
καὶ νῦν καὶ τὸ πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν, ἐξ ἀρχῆς μὲν τὰ πρόχειρα τῶν ἀτόπων θαυμάσαντες, εἶτα κατὰ μικρὸν οὕτω προϊόντες καὶ περὶ τῶν μειζόνων διαπορήσαντες
Με το χρονικό επίρρημα «νῦν» δηλώνεται πως ακόμη και τώρα, και
σήμερα, οποιαδήποτε στιγμή η έναρξη του φιλοσοφικού στοχασμού αντλεί το πρώτο
του ερέθισμα απ’ όσα προκαλούν απορία και θαυμασμό στους ανθρώπους.
Με το τακτικό αριθμητικό «τὸ πρῶτον» (σε επιρρηματική χρήση) δηλώνεται
πως η πρώτη αρχή της φιλοσοφίας προέκυψε εξαιτίας της απορίας των ανθρώπων για
τα παράδοξα του καθημερινού βίου. Πρόκειται για την απορία εκείνη που μπορεί να
πυροδοτήσει τη φιλοσοφική διαδικασία ανά πάσα στιγμή, σε όποια χρονική περίοδο
τώρα ή στο μέλλον.
Το ρήμα ἤρξαντο και ο εμπρόθετος προσδιορισμός χρόνου ἐξ ἀρχῆς επισημαίνουν πως αρχή του φιλοσοφικού
στοχασμού αποτέλεσε ο θαυμασμός για τα παράδοξα της καθημερινότητας, για όσα
δηλαδή αποτελούσαν μέρος του καθημερινού βίου κι ήταν ως εκ τούτου πιο εύκολο
να προξενήσουν το ενδιαφέρον του ατόμου, αλλά και πιο εύκολο να
αντιμετωπιστούν.
Με το επίρρημα «εἶτα» δηλώνεται το σταδιακό πέρασμα σε
πιο δύσκολες φιλοσοφικές αναζητήσεις, εφόσον οι άνθρωποι πέρασαν από τα
παράξενα της καθημερινότητας σε πολύ πιο σημαντικά κι ως εκ τούτου πολύ πιο
δύσκολο να ερμηνευτούν ζητήματα, όπως τα φαινόμενα που αφορούσαν τον ήλιο και
τη σελήνη, αλλά και την ίδια τη γέννηση του σύμπαντος.
Ακολούθως, ο φιλόσοφος επανέρχεται στην
αρχή της φιλοσοφικής αναζήτησης (ἡ τοιαύτη φρόνησις ἤρξατο ζητεῖσθαι) προκειμένου να διευκρινίσει πως
αυτή ξεκίνησε μόνο όταν οι άνθρωποι κάλυψαν τις άμεσες ανάγκες τους και κατόρθωσαν
να διασφαλίσουν μια σχετική άνεση στον καθημερινό τους βίο, εφόσον η φιλοσοφία
δεν επιδιώκεται για την κάλυψη πρακτικών αναγκών και δεν συνιστά ως εκ τούτου
άμεση προτεραιότητα των ανθρώπων.
Παράλληλα Κείμενα
1.
ΠΛΑΤΩΝ Συμπόσιον 203e-204b
Το αρχαιοελληνικό συμπόσιο, εκτός από
το δείπνο, περιλάμβανε συζήτηση, διασκέδαση, ύμνους προς τους θεούς κ.λπ. Στο
ομότιτλο έργο του Πλάτωνα βασικό θέμα συζήτησης, για το οποίο μιλούν διαδοχικά
ορισμένοι από τους συνδαιτυμόνες, είναι ο έρωτας. Το ακόλουθο απόσπασμα ανήκει
σε συζήτηση που είχε ο Σωκράτης με τη σοφή ιέρεια Διοτίμα, η οποία μιλά για τον
έρωτα ως γιο του Πόρου και της Πενίας, ως μια ενδιάμεση κατάσταση όπου η
αίσθηση της έλλειψης γεννά την επιδίωξη της ολοκλήρωσης –συμβαίνει και με τη
φιλοσοφία. Τον λόγο της μεταφέρει ο Σωκράτης στους συνδαιτυμόνες του Συμποσίου (αφηγημένος
πλάγιος λόγος).
«Ούτε άπορος ποτέ τελείως είν’ ο Έρως,
ούτε πλούσιος εις μέσα. Και πάλι ευρίσκεται εις το μέσον μεταξύ σοφίας και
μωρίας. Τα πράγματα δηλαδή έχουν ως εξής: Θεός κανένας δεν φιλοσοφεί, ούτε
ποθεί σοφός να γίνει, αφού είναι, ομοίως και οιοσδήποτ’ άλλος είναι σοφός, δεν
φιλοσοφεί. Αφ’ ετέρου ούτε οι μωροί φιλοσοφούν, ούτε ποθούν σοφοί να γίνουν.
Διότι αυτό ακριβώς είναι το κακόν της μωρίας, το ότι, χωρίς να είναι κανείς
ωραίος και καλός και φρόνιμος, είναι ικανοποιημένος από τον εαυτόν του· εκείνος
επομένως, που δεν φαντάζεται ότι του λείπει τίποτε, δεν έχει τον πόθον εκείνου,
το οποίον δεν φαντάζεται πως του χρειάζεται».
«Και ποίοι είναι τότε οι φιλοσοφούντες,
Διοτίμα» ηρώτησα εγώ «αφού δεν είναι μήτε οι σοφοί μήτε οι μωροί;».
«Μα αυτό επιτέλους» είπε, «είναι και
εις ένα παιδί φανερόν: ακριβώς όσοι ευρίσκονται εις το μέσον αυτών των δύο.
Μεταξύ αυτών θα πρέπει να είναι και ο Έρως. Διότι η σοφία ανήκει φυσικά εις τα
ωραιότερα πράγματα⸱
ο Έρως είναι έρως προς το ωραίον. κατ’ ανάγκην άρα ο Έρως είναι φιλόσοφος, και
ως φιλόσοφος που είναι, ευρίσκεται μεταξύ της σοφίας και της μωρίας. Οφείλεται δε
και τούτο εις την καταγωγήν του. επειδή είναι από πατέρα μεν σοφόν και
πολυμήχανον, από μητέρα δε αμήχανον και όχι σοφήν».
(μετάφραση Ι. Συκουτρής)
Ενδεικτικές Δραστηριότητες
1.
Το απόσπασμα είναι τυπικό για δύο γνωστά χαρακτηριστικά της πλατωνικής
φιλοσοφικής γραφής: τον διάλογο και τις μυθολογικές αναφορές. Θεωρείτε
ότι αυτά τα δύο χαρακτηριστικά προάγουν για έναν φιλόσοφο την αναζήτηση της
αλήθειας, όπως την εννοεί ο Αριστοτέλης στο Κείμενο Αναφοράς;
Ζητούμενο του φιλοσοφικού στοχασμού
είναι η γνώση, ώστε το άτομο να είναι σε θέση να κατανοεί και να εξηγεί όσα του
προκαλούν θαυμασμό είτε αυτά αφορούν μερικότερα ζητήματα του καθημερινού βίου
είτε πιο δύσκολα στην προσέγγιση ζητήματα, όπως αυτά που σχετίζονται με τη
δημιουργία του σύμπαντος. Ο Αριστοτέλης θέτει, επομένως, ως στόχο την κατάκτηση
της γνώσης, χωρίς να θέτει περιορισμούς στο πώς θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός.
Άρα, η αναζήτηση της αλήθειας μπορεί να γίνει τόσο με τον διάλογο, αφού αυτός
λειτουργεί ως δραστική εξωτερίκευση μιας εσωτερικής συζήτησης, όσο και με τον
μύθο, αφού μέσω της φαντασίας που αξιοποιεί αυτός διευρύνονται τα όρια της
λογικής σκέψης.
2.
Ποιο είναι, σύμφωνα με το κείμενο, το βασικό χαρακτηριστικό όσων φιλοσοφούν;
Το κείμενο, καταγράφοντας την άποψη της
Διοτίμας, προσδιορίζει ως βασικό χαρακτηριστικό όσων φιλοσοφούν το γεγονός πως
βρίσκονται σε μια μέση κατάσταση ανάμεσα στη σοφία και την ανοησία. Μπαίνουν,
άρα, στη διαδικασία να φιλοσοφήσουν, αφενός διότι δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να
γίνουν σοφοί κι έχουν έτσι πολλά που θέλουν να μάθουν, κι αφετέρου διότι δεν
είναι ανόητοι, ώστε να μην έχουν επίγνωση της άγνοιάς τους.
3.
Ποιοι, κατά τα λόγια της Διοτίμας, δεν φιλοσοφούν και για ποιον λόγο;
Σύμφωνα με τη Διοτίμα δεν φιλοσοφούν
εκείνοι που είναι ήδη σοφοί -θεοί ή άνθρωποι-, εφόσον έχουν επιτύχει την
κατάκτηση της γνώσης, κι οι ανόητοι, οι οποίοι δεν έχουν μάλιστα καμία επιθυμία
να γίνουν σοφοί. Χαρακτηριστικό, άλλωστε, των ανόητων ανθρώπων είναι ότι δεν
επιδιώκουν τη βελτίωση του εαυτού τους, επειδή αισθάνονται ικανοποιημένοι με
αυτό που είναι. Προκειμένου, βέβαια, να αναζητήσει και να θελήσει κάποιος κάτι,
οφείλει να έχει επίγνωση πως το στερείται. Οι ανόητοι, όμως, ακριβώς επειδή
αισθάνονται επαρκείς και ολοκληρωμένοι, δεν επιδιώκουν την κατάκτηση της
σοφίας, διότι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν πόσο τη χρειάζονται. Έτσι,
εκείνοι που χρειάζονται περισσότερο τη σοφία δεν την επιδιώκουν, μιας και δεν
αντιλαμβάνονται μήτε ότι δεν την κατέχουν, μήτε πόσο θα τους ωφελούσε αν την
κατακτούσαν.
2.
ΡΕΝΕ ΝΤΕΚΑΡΤ Αρχές Φιλοσοφίας
Ο γάλλος φιλόσοφος René Descartes
(1596-1650), γνωστός και με το εξελληνισμένο όνομα Καρτέσιος, είναι ένας από
τους θεμελιωτές της νεότερης φιλοσοφίας. Σε αυτό το διδακτικό εγχειρίδιο (1644)
συνοψίζει τη δική του φιλοσοφία. Ωστόσο, στο παρακάτω απόσπασμα (από την
προλογική επιστολή), περιγράφει την έννοια της φιλοσοφίας, αναφέροντας πρώτα
απόψεις που παραπέμπουν στην αρχαιότητα και ήταν γνωστές στους τότε σπουδαστές.
Θα ήθελα πρώτα πρώτα να εξηγήσω τι
είναι φιλοσοφία, αρχίζοντας από τα πλέον κοινότοπα: ότι η λέξη φιλοσοφία
σημαίνει τη μελέτη της σοφίας κι ότι ως σοφία δεν εννοούμε μόνο τη σύνεση σε
πρακτικές υποθέσεις, αλλά μια τέλεια γνώση όλων όσα μπορεί να γνωρίσει ο
άνθρωπος, τόσο για την καθοδήγηση της ζωής του όσο και για τη διατήρηση της
υγείας του και για την επινόηση όλων των τεχνών. Προκειμένου αυτή η γνώση να
είναι τέτοιου είδους, είναι αναγκαίο να συνάγεται από τα πρώτα αίτια. για να
μελετήσουμε πώς την αποκτάμε, ό,τι δηλαδή για την ακρίβεια ονομάζουμε
φιλοσοφείν, πρέπει ν’ αρχίζουμε από την αναζήτηση των πρώτων αιτίων, δηλαδή των
αρχών.
(μετάφραση Β. Γρηγοροπούλου)
Ενδεικτικές Δραστηριότητες
1.
Σε ποια σημεία συμφωνεί ο Ντεκάρτ με τον Αριστοτέλη (Κείμενο Αναφοράς)
σχετικά με το περιεχόμενο του όρου «φιλοσοφία» και τους λόγους για τους οποίους
ο άνθρωπος φιλοσοφεί;
Ο Ντεκάρτ, αν και διευρύνει σημαντικά
το περιεχόμενο του όρου «φιλοσοφία», επισημαίνει εντούτοις πως η μελέτη αυτή
της σοφίας δεν σχετίζεται -μόνο- με τις πρακτικές υποθέσεις του ανθρώπινου
βίου. Ως προς αυτό συμφωνεί με τον Αριστοτέλη, ο οποίος τονίζει πως η αναζήτηση
της γνώσης δεν γίνεται χάριν κάποιας χρησιμότητας. Παράλληλα, η σύνδεση της
φιλοσοφίας με την αναζήτηση των πρώτων αιτιών βρίσκει το ανάλογό της στη σκέψη
του Αριστοτέλη πως σταδιακά μέσω της φιλοσοφίας οι άνθρωποι οδηγήθηκαν στα
σημαντικά ερωτήματα, όπως είναι για παράδειγμα το πώς προέκυψε η γέννηση του
σύμπαντος.
2.
Ο Ντεκάρτ συνδέει εμφατικά τη φιλοσοφία με την αναζήτηση των πρώτων αιτίων.
Εντοπίζετε κάποια σχετική νύξη στο αριστοτελικό κείμενο;
Ο Ντεκάρτ τονίζει πως προκειμένου η
γνώση που θα προκύψει να έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει καθοδηγητή σε όλους
τους τομείς του ανθρώπινου βίου, οφείλει να ξεκινά από τα πρώτα αίτια, ώστε να
έχει ασφαλές υπόβαθρο. Αναφορά στα πρώτα αίτια εντοπίζουμε και στο κείμενο του
Αριστοτέλη, έστω κι αν έχει διαφορετικό χαρακτήρα. Ο Αριστοτέλης δεν
προσδιορίζει τα πρώτα αίτια ως αρχή του φιλοσοφικού στοχασμού, τα τοποθετεί ως
επιδίωξη που προέκυψε σταδιακά, όταν οι άνθρωποι πέρασαν από τα παράξενα της
καθημερινότητας στα πιο σημαντικά ζητήματα. Έτσι, η ενασχόληση της φιλοσοφικής
σκέψης με τη γέννηση του σύμπαντος δεν αποτέλεσε το πρώτο φιλοσοφικό ερώτημα,
προέκυψε όμως στην πορεία, καθώς ωρίμαζε η διάθεση της φιλοσοφικής αναζήτησης
κι είχε δοκιμαστεί ήδη σε θέματα μικρότερης σημασίας, αλλά και μικρότερης
δυσκολίας.