David
Talley
Οδυσσέας Ελύτης «Η Αυτοψία»
της καρδίας του.
τερώντας τα χαράματα, μια πυράδα παράξενη του ‘χε αρπάξει τα
σωθικά.
χρωματισμένη. Και άφθονα ίχνη γλαυκού μέσα στο αίμα.
σει, φαίνεται να ξεχύθηκαν όλες μαζί, τόσο που δεν εστάθη βο-
λετό να προχωρήσει σε μεγάλο βάθος το μαχαίρι.
αθώου. Ανοιχτά, περήφανα τα μάτια του, κι όλο το δάσος να σα-
λεύει ακόμη πάνω στον ακηλίδωτον αμφιβληστροειδή.
λούτσικη άμμο, καθώς μέσα στα όστρακα. Οπού σημαίνει ότι
πολλές φορές είχε βαδίσει πλάι στη θάλασσα, κατάμονος, με το
μαράζι του έρωτα και τη βοή του άνεμου.
λήθεια πήγαινε ώρες πολλές μπροστά, κάθε φορά οπού έσμιγε
γυναίκα.
Με τον τίτλο «Αυτοψία» ο ποιητής προετοιμάζει τον αναγνώστη για μια επώδυνη διερεύνηση, μια ιδιότυπη νεκροψία, που θα τον φέρει αντιμέτωπο με το αποτέλεσμα της επίθεσης του κακού. Ένας νέος είναι νεκρός, δολοφονημένος από το κακό, με κυρίαρχη, όμως, τη λυτρωτική παρουσία της ελληνικής φύσης στη σκέψη, στο σώμα και στο είναι του.
της καρδίας του.»
Ο ποιητής αρχίζει να παρουσιάζει τα πορίσματα της αυτοψίας με το συμπερασματικό «λοιπόν», για να τονίσει πως πρόκειται για ξεκάθαρα συμπεράσματα. Δηλώνεται, έτσι, πως η καρδιά του νέου έχει μέσα της το χρυσάφι του ήλιου ή της ελιάς, γεγονός πως τον συνδέει ακλόνητα και με απόλυτη αφοσίωση στον ελληνικό τόπο και στα βασικά του γνωρίσματα.
τερώντας τα χαράματα, μια πυράδα παράξενη του ‘χε αρπάξει τα
σωθικά.»
χρωματισμένη. Και άφθονα ίχνη γλαυκού μέσα στο αίμα.»
σει, φαίνεται να ξεχύθηκαν όλες μαζί, τόσο που δεν εστάθη βο-
λετό να προχωρήσει σε μεγάλο βάθος το μαχαίρι.
αθώου. Ανοιχτά, περήφανα τα μάτια του, κι όλο το δάσος να σα-
λεύει ακόμη πάνω στον ακηλίδωτον αμφιβληστροειδή.»
Ο νέος πεθαίνει ανυπεράσπιστος, αλλά αμόλυντος από την κακία του κόσμου. Μια διαπίστωση που αναδεικνύει την έντονη αντίθεση και τη διαρκή αντιπαράθεση ανάμεσα στους διεφθαρμένους και τους αγαθούς∙ ανάμεσα σε εκείνους που δεν διστάζουν να βλάψουν και σε εκείνους που ουδέποτε σκέφτονται κάτι κακό για τους συνανθρώπους τους. Μια πάλη που σημαδεύει διαχρονικά κάθε κοινωνία ανθρώπων.
λούτσικη άμμο, καθώς μέσα στα όστρακα. Οπού σημαίνει ότι
πολλές φορές είχε βαδίσει πλάι στη θάλασσα, κατάμονος, με το
μαράζι του έρωτα και τη βοή του άνεμου.»
Ο νέος είχε γνωρίσει το μαράζι του έρωτα, τον πόνο της μοναξιάς, αλλά είχε δεχτεί και τα δώρα της ελληνικής φύσης, με την οποία επί της ουσίας ταυτίζεται, επιτρέποντας στον αναγνώστη να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του νέου το σύνολο του ελληνικού λαού και του ελληνικού χώρου. Το πλήγμα που δέχεται ο νέος το δέχεται συνολικά η ελληνική ψυχή, μα, όπως κι εκείνος, έτσι κι εκείνη κατορθώνει να συνεχίσει την πορεία της.
λήθεια πήγαινε ώρες πολλές μπροστά, κάθε φορά οπού έσμιγε
γυναίκα.
Ο νέος υπήρξε θύμα της κακίας και της βίας, μα είχε κατορθώσει μέσω της ηθικής του αγνότητας και της επαφής του με τη φύση να διασφαλίσει τις ποιότητες εκείνες που του προσφέρουν το δικαίωμα σε μια νέα, αναβαπτισμένη ύπαρξη. Ο αγαθός άνθρωπος μπορεί να έχει την ελπίδα της επαναφοράς στη ζωή, όπως αυτό έχει δηλωθεί τόσο στη χριστιανική θρησκεία όσο και σε αρχαιοελληνικούς μύθους. Η αναγέννηση του αγνού νέου συνιστά μια νίκη απέναντι στο κακό και μια διαχρονική ελπίδα της ελληνικής σκέψης.