Οδυσσέας Ελύτης «Η Αυτοψία» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Οδυσσέας Ελύτης «Η Αυτοψία»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

David Talley

 
Οδυσσέας Ελύτης «Η Αυτοψία»
 
Λοιπόν, εβρέθηκε ο χρυσός της λιόριζας να ‘χει σταλάξει στα φύλλα
        της καρδίας του.
 
Κι από τις τόσες φορές οπού ξαγρύπνησε, σιμά στο κηροπήγιο, καρ-
        τερώντας τα χαράματα, μια πυράδα παράξενη του ‘χε αρπάξει τα
        σωθικά.
 
Λίγο πιο κάτω από το δέρμα, η κυανωπή γραμμή του ορίζοντα έντονα
        χρωματισμένη. Και άφθονα ίχνη γλαυκού μέσα στο αίμα.
 
Οι φωνές των πουλιών, που ‘χε σ’ ώρες μεγάλης μοναξιάς αποστηθί-
        σει, φαίνεται να ξεχύθηκαν όλες μαζί, τόσο που δεν εστάθη βο-
        λετό να προχωρήσει σε μεγάλο βάθος το μαχαίρι.
 
Μάλλον η πρόθεση άρκεσε για το Κακό
 
Που τ’ αντίκρισε -είναι φανερό- στη στάση την τρομαχτική του
        αθώου. Ανοιχτά, περήφανα τα μάτια του, κι όλο το δάσος να σα-
        λεύει ακόμη πάνω στον ακηλίδωτον αμφιβληστροειδή.
 
Στον εγκέφαλο τίποτε, πάρεξ μια ηχώ ουρανού καταστραμμένη.
 
Και μονάχα στην κόγχη από τ’ αριστερό του αυτί, λίγη, λεπτή, ψι-
        λούτσικη άμμο, καθώς μέσα στα όστρακα. Οπού σημαίνει ότι
        πολλές φορές είχε βαδίσει πλάι στη θάλασσα, κατάμονος, με το
        μαράζι του έρωτα και τη βοή του άνεμου.
 
Όσο γι’ αυτά τα ψήγματα φωτιάς πάνω στην ήβη, δείχνουν ότι στ’ α-
        λήθεια πήγαινε ώρες πολλές μπροστά, κάθε φορά οπού έσμιγε
        γυναίκα.
 
Θα ‘χουμε πρώιμους καρπούς εφέτος.
 
Οδυσσέας Ελύτης, Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό (1960)
 
Η δολοφονία ενός νεαρού λειτουργεί σε συμβολικό επίπεδο ως παραλληλισμός για τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί εις βάρος των αθώων τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Ο ποιητής συνδέει άρρηκτα το νεαρό θύμα με τη φύση, για να τονίσει την αρμονική, γνήσια και κατ’ επέκταση απολύτως αθώα διαβίωσή του, αλλά παραλλήλως και για να επιτρέψει να προκύψει ως εύλογη αναγκαιότητα είτε η επικείμενη αναγέννησή του είτε η συνέχεια της ζωής του μέσω ενός απογόνου. Οι αθώοι άνθρωποι μπορεί να δέχονται χτυπήματα από το «κακό» τίποτε όμως δεν μπορεί να τους συντρίψει, διότι η αγαθότητα, όπως η ίδια η φύση, βρίσκει διαρκώς τρόπους να αναγεννιέται και να συνεχίζει την πορεία της.
Με τον τίτλο «Αυτοψία» ο ποιητής προετοιμάζει τον αναγνώστη για μια επώδυνη διερεύνηση, μια ιδιότυπη νεκροψία, που θα τον φέρει αντιμέτωπο με το αποτέλεσμα της επίθεσης του κακού. Ένας νέος είναι νεκρός, δολοφονημένος από το κακό, με κυρίαρχη, όμως, τη λυτρωτική παρουσία της ελληνικής φύσης στη σκέψη, στο σώμα και στο είναι του.
 
«Λοιπόν, εβρέθηκε ο χρυσός της λιόριζας να ‘χει σταλάξει στα φύλλα
        της καρδίας του.»
 
Η αυτοψία του νεκρού ξεκινά από την καρδιά του, στα φύλλα της οποίας βρίσκονται ίχνη από σταλαγματιές χρυσού της «λιόριζας». Η λιόριζα ως λέξη μπορεί είτε να σημαίνει τη ρίζα της ελιάς είτε τη ρίζα του ήλιου∙ παραπέμπει, ωστόσο, και με τις δύο σημασίες της σε στοιχεία κυρίαρχα της ελληνικής φύσης. Μέσα στην καρδιά του νέου υπάρχει είτε χρυσός από το φως του ήλιου είτε χρυσός από το πολύτιμο ελαιόλαδο.
Ο ποιητής αρχίζει να παρουσιάζει τα πορίσματα της αυτοψίας με το συμπερασματικό «λοιπόν», για να τονίσει πως πρόκειται για ξεκάθαρα συμπεράσματα. Δηλώνεται, έτσι, πως η καρδιά του νέου έχει μέσα της το χρυσάφι του ήλιου ή της ελιάς, γεγονός πως τον συνδέει ακλόνητα και με απόλυτη αφοσίωση στον ελληνικό τόπο και στα βασικά του γνωρίσματα.
 
«Κι από τις τόσες φορές οπού ξαγρύπνησε, σιμά στο κηροπήγιο, καρ-
        τερώντας τα χαράματα, μια πυράδα παράξενη του ‘χε αρπάξει τα
        σωθικά.»
 
Ο νεαρός του ποιήματος, πέρα από τη σαφή αγάπη του για τη φύση και τον τόπο του, ήταν ένα άτομο που είχε περάσει πολλές νύχτες ξάγρυπνος είτε μελετώντας είτε δημιουργώντας είτε δοσμένος σε μια διαδικασία περισυλλογής. Υπό το φως του κηροπηγίου ανέμενε πολλές φορές τα χαράματα, γεγονός που είχε αφήσει ίχνη στα σωθικά του, αφού έμοιαζαν σαν να έχουν αρπάξει από τη θερμότητα της φωτιάς. Μια εσωτερική θερμότητα κινούσε τη δράση του νέου και τον κρατούσε ξάγρυπνο∙ ένδειξη πιθανώς μιας ταύτισης του ποιητή με τον δολοφονημένο νεαρό, καθώς και ο ίδιος είχε αφιερώσει πολλές ξάγρυπνες νύχτες στην τέχνη του. Επρόκειτο, άρα, για ένα νέο άτομο που γνώριζε καλά την αξία της ενδοσκόπησης και του έντονου εσωτερικού στοχασμού.
 
«Λίγο πιο κάτω από το δέρμα, η κυανωπή γραμμή του ορίζοντα έντονα
        χρωματισμένη. Και άφθονα ίχνη γλαυκού μέσα στο αίμα.»
 
Η συνέχιση της αυτοψίας φανερώνει ακόμη εντονότερη σύνδεση με την ελληνική φύση. Κάτω από το δέρμα του η μπλε γραμμή του ορίζοντα -το βαθύ μπλε του ουρανού και της θάλασσας- έντονα αποτυπωμένη, πιστοποιώντας έτι περαιτέρω τη διαρκή επαφή και συνομιλία του με τη φύση. Ακόμη και μέσα στο αίμα του υπήρχαν άφθονα ίχνη γαλάζιου, τα οποία καθιστούν προφανή την ενατένιση του ουρανού και την αγάπη για την ελληνική θάλασσα.
 
«Οι φωνές των πουλιών, που ‘χε σ’ ώρες μεγάλης μοναξιάς αποστηθί-
        σει, φαίνεται να ξεχύθηκαν όλες μαζί, τόσο που δεν εστάθη βο-
        λετό να προχωρήσει σε μεγάλο βάθος το μαχαίρι.
 
Μάλλον η πρόθεση άρκεσε για το Κακό»
 
Η διαρκής αφοσίωση του νέου στη φύση λειτουργεί εν μέρει προστατευτικά για εκείνον, αφού την κρίσιμη στιγμή, την ώρα που δεχόταν τη βίαιη μαχαιριά, ξεχύθηκαν από μέσα του οι φωνές των πουλιών που είχαν εγγραφεί στην ψυχή του απ’ τις τόσες ώρες που τις είχε ακούσει και δεν επέτρεψαν στον δράστη να μπήξει βαθιά το μαχαίρι. Τα κελαηδίσματα των πουλιών που τα είχε σχεδόν αποστηθίσει ακούγοντάς τα τις ώρες της μεγάλης μοναξιάς του ξεχύνονται για να σταματήσουν το κακό, μα η σημαντική αυτή βοήθεια δεν κατορθώνει να διασώσει τον νεαρό. Απ’ ό,τι φαίνεται και μόνο η πρόθεση του δράστη να βλάψει τον αθώο νεαρό άρκεσε για να τερματίσει τη ζωή του. Το «Κακό» υπερίσχυσε αυτή τη φορά, διότι ήρθε αντιμέτωπο με έναν απόλυτα αγνό νέο που δεν μπόρεσε να αντέξει το μίσος και την κακία πίσω από το μοιραίο χτύπημα.
 
«Που τ’ αντίκρισε -είναι φανερό- στη στάση την τρομαχτική του
        αθώου. Ανοιχτά, περήφανα τα μάτια του, κι όλο το δάσος να σα-
        λεύει ακόμη πάνω στον ακηλίδωτον αμφιβληστροειδή.»
 
Ο νέος αντικρίζει το Κακό χωρίς να είναι έτοιμος να αντιδράσει ή χωρίς να γνωρίζει πώς να το αντιμετωπίσει. Βρίσκεται, έτσι, νεκρός στη στάση του απολύτως αθώου που δεν πάλεψε καν για να σώσει τον εαυτό του, αφού δεν είχε μέσα του βίαια ένστικτα –ούτε καν εκείνα της αυτοπροστασίας. Τα μάτια του νερού απέμειναν ανοιχτά, κατά τη νεκρική ακινησία, περήφανα, όμως, καθώς ο νέος δεν είχε ποτέ μάθει να πράττει ύπουλα ούτε είχε γνωρίσει την χαμέρπεια του δόλιου. Μέσα στα αθώα μάτια του και πάνω στον ακηλίδωτο από το κακό, την υπουλότητα και την ανηθικότητα αμφιβληστροειδή μπορούσε κανείς να δει την κίνηση του δάσους να καθρεφτίζεται.
Ο νέος πεθαίνει ανυπεράσπιστος, αλλά αμόλυντος από την κακία του κόσμου. Μια διαπίστωση που αναδεικνύει την έντονη αντίθεση και τη διαρκή αντιπαράθεση ανάμεσα στους διεφθαρμένους και τους αγαθούς∙ ανάμεσα σε εκείνους που δεν διστάζουν να βλάψουν και σε εκείνους που ουδέποτε σκέφτονται κάτι κακό για τους συνανθρώπους τους. Μια πάλη που σημαδεύει διαχρονικά κάθε κοινωνία ανθρώπων.
 
«Στον εγκέφαλο τίποτε, πάρεξ μια ηχώ ουρανού καταστραμμένη.
 
Και μονάχα στην κόγχη από τ’ αριστερό του αυτί, λίγη, λεπτή, ψι-
        λούτσικη άμμο, καθώς μέσα στα όστρακα. Οπού σημαίνει ότι
        πολλές φορές είχε βαδίσει πλάι στη θάλασσα, κατάμονος, με το
        μαράζι του έρωτα και τη βοή του άνεμου.»
 
Ο θάνατος τον βρίσκει χωρίς κάποια σκέψη -ενοχή ή μεταμέλεια- να βαρύνει το μυαλό του πέρα από μια ηχώ του αγαπημένου ουρανού, η οποία όμως είχε πια καταστραφεί. Ο νεαρός, άλλωστε, ζούσε σε διαρκή επαφή με τη φύση, γι’ αυτό και μπορούσε ο παρατηρητής να δει στην άκρη στο αριστερό του αυτί να έχει κυλήσει λίγη λεπτή άμμος, όπως αυτή που βρίσκει κανείς μέσα στα όστρακα. Εύρημα που, σύμφωνα με τον ποιητή, φανερώνει πως ο νέος είχε περπατήσει πολλές φορές μοναχός του κοντά στη θάλασσα, βασανιζόμενος από τον καημό του έρωτα και ακούγοντας τη βοή του θαλασσινού ανέμου.
Ο νέος είχε γνωρίσει το μαράζι του έρωτα, τον πόνο της μοναξιάς, αλλά είχε δεχτεί και τα δώρα της ελληνικής φύσης, με την οποία επί της ουσίας ταυτίζεται, επιτρέποντας στον αναγνώστη να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του νέου το σύνολο του ελληνικού λαού και του ελληνικού χώρου. Το πλήγμα που δέχεται ο νέος το δέχεται συνολικά η ελληνική ψυχή, μα, όπως κι εκείνος, έτσι κι εκείνη κατορθώνει να συνεχίσει την πορεία της.
 
«Όσο γι’ αυτά τα ψήγματα φωτιάς πάνω στην ήβη, δείχνουν ότι στ’ α-
        λήθεια πήγαινε ώρες πολλές μπροστά, κάθε φορά οπού έσμιγε
        γυναίκα.
 
Θα ‘χουμε πρώιμους καρπούς εφέτος.»
 
Το τελευταίο εύρημα της αυτοψίας είναι εκείνο που ανοίγει ένα παράθυρο ελπίδας για τη συνέχεια της ζωής και για τη συνέχεια της παρουσίας του νέου. Πάνω στο εφήβαιο αντικρίζει κανείς μικρά ίχνη φωτιάς, τα οποία φανερώνουν τη ζωτική εκείνη ορμή που κατέκλυζε τον νέο κάθε φορά που συνευρισκόταν με μια γυναίκα. Μια ζωτική ορμή που τον ωθούσε μπροστά στο μέλλον, ανοίγοντάς του την προοπτική μιας αδιάπτωτης συνέχειας. Ο νέος είναι, βέβαια, νεκρός, αλλά όπως προβλέπει ο ποιητής σύντομα θα έχουμε καινούριους και πρώιμους καρπούς∙ τη ζωή ενός απογόνου του νέου και κατ’ επέκταση το δικαίωμά του στη συνέχιση της ύπαρξής του που τόσο βίαια τερματίστηκε.
Ο νέος υπήρξε θύμα της κακίας και της βίας, μα είχε κατορθώσει μέσω της ηθικής του αγνότητας και της επαφής του με τη φύση να διασφαλίσει τις ποιότητες εκείνες που του προσφέρουν το δικαίωμα σε μια νέα, αναβαπτισμένη ύπαρξη. Ο αγαθός άνθρωπος μπορεί να έχει την ελπίδα της επαναφοράς στη ζωή, όπως αυτό έχει δηλωθεί τόσο στη χριστιανική θρησκεία όσο και σε αρχαιοελληνικούς μύθους. Η αναγέννηση του αγνού νέου συνιστά μια νίκη απέναντι στο κακό και μια διαχρονική ελπίδα της ελληνικής σκέψης.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...