Franziskus Pfleghart
Κωνσταντίνος Καβάφης «Γένεσις
ποιήματος»
Μια νύχτα που το φως τ’ ωραίο της
σελήνης
στην κάμαρή μου εχύθη… η φαντασία, κάτι
παίρνοντας της ζωής: πολύ ολίγο πράγμα
–
μια μακρυνή σκηνή, μια μακρυνή ηδονή –
ένα είδωμα
δικό της έφερε της σαρκός,
ένα
είδωμα δικό της σε κλίνη ερωτική…
Κ. Π. Καβάφης «Ατελή Ποιήματα,
1918-1932», Φιλολογική έκδοση και σχόλια RENATA LAVAGNINI, Εκδόσεις Ίκαρος
Στο ποίημα «Γένεσις ποιήματος», όπως χαρακτηριστικά
δηλώνει ο τίτλος του, παρουσιάζεται από τον Καβάφη η διαδικασία εκείνη που οδηγεί
στη σύνθεση ορισμένων ποιημάτων του και ειδικότερα εκείνων που έχουν ερωτικό
περιεχόμενο. Βασικό ρόλο στην ποιητική αυτή δημιουργία διαδραματίζει η
φαντασία, η οποία συνηθέστερα αξιοποιεί μνήμες τους παρελθόντος. Ο ποιητής, στα
ποιήματα αυτής της κατηγορίας, μοιάζει να μη γράφει υπό την επίδραση της άμεσης
εντύπωσης⸱ προτιμά
περισσότερο την ανάκληση παλαιότερων εμπειριών, όταν απομένουν ελάχιστα
στοιχεία αυτών στη μνήμη κι απαιτείται η συνδρομή της φαντασίας για τη
συμπλήρωσή τους. Μια τέτοια διαδικασία καθιστά επιτρεπτή αφενός την ωραιοποίηση
της ανακαλούμενης εμπειρίας και αφετέρου την απόκρυψη λεπτομερειών ή αναφορών
που θα μπορούσαν να συνδεθούν με συγκεκριμένα πρόσωπα ή συγκεκριμένα μέρη.
Έτσι, ό,τι φτάνει ως τον αναγνώστη από τις ερωτικές αυτές εμπειρίες του ποιητή
είναι ατελείς εντυπώσεις και μια έντονη αίσθηση νοσταλγίας.
Η διαδικασία «γένεσις» που αποδίδεται
στο συγκεκριμένο ποίημα δεν σχετίζεται, βέβαια, με τα ποιήματα εκείνα που
κυρίως χαρακτηρίζουν το έργο του Καβάφη και τα οποία έχουν φιλοσοφικό, πολιτικό
και διδακτικό χαρακτήρα. Σ’ αυτά τα πολιτικής υφής ποιήματα ο ποιητής αξιοποιεί
την Ιστορία προκειμένου να αντλήσει τα κατάλληλα παραδείγματα, ώστε είτε να
αναδείξει ορθές συμπεριφορές πολιτικού ήθους είτε να στηλιτεύσει ελαττώματα των
πολιτικών προσώπων και κατ’ επέκταση των πολιτών. Τα «πολιτικά» αυτά ποιήματα
αποτελούν προϊόν ιστορικής μελέτης και βασίζονται στη λογική επεξεργασία των
ιστορικών δεδομένων. Συνήθως, μάλιστα, προσεγγίζουν διαχρονικά ζητήματα της ανθρώπινης
συμπεριφοράς, διασφαλίζοντας και τα ίδια διαχρονική ισχύ, εφόσον η ανθρώπινη
φύση παραμένει στον πυρήνα της αναλλοίωτη. Αρνητικές ποιότητες, όπως η
πλεονεξία, η αχαριστία, η αγάπη για την εξουσία, η προδοσία κ.ά., συνοδεύουν σταθερά
τους ανθρώπους, επιτρέποντας στα διδακτικά ποιήματα του Καβάφη να παραμένουν
διαρκώς επίκαιρα. Αντιστοίχως, τα πρότυπα πολιτικού ήθους που αναδεικνύει ο
ποιητής και τα οποία αφορούν πολιτικούς ηγέτες που τίθενται πραγματικά στην
υπηρεσία των πολιτών, παραμένουν διαρκώς επιθυμητά και άξια θαυμασμού.
Μια νύχτα που το φως τ’ ωραίο της
σελήνης
στην κάμαρή μου εχύθη…
Ο Καβάφης δεν εντάσσει, παρά σπάνια, στοιχεία
της φύσης στην ποίησή του, εφόσον, όπως ο ίδιος δηλώνει, δεν έχει ιδιαίτερη
επαφή με το φυσικό περιβάλλον («Ποτέ μου δεν έζησα στην εξοχή. Ουδ’ επεσκέφθην
εξοχάς καν δια σύντομα διαστήματα, ως άλλοι» 5.7.1902). Το ωραίο φως της σελήνης
που διαχέεται στην κάμαρά του, δεν έλκει επί της ουσίας το θαυμασμό του ποιητή⸱ λειτουργεί περισσότερο ως μέσο για να
δημιουργηθεί το κατάλληλο σκηνικό που θα αφυπνίσει τη μνήμη του και θα θέσει σε
κίνηση τη φαντασία του.
Η αναφορά στο φως της σελήνης μάς
φέρνει στη σκέψη ένα άλλο ποίημα του Καβάφη, το «Εν Πόλει της Oσροηνής», όπου έχουμε
μια παραπλήσια αναφορά: «Απ’ τα παράθυρα που αφίσαμεν ολάνοιχτα, / τ’ ωραίο του σώμα στο κρεββάτι φώτιζε η
σελήνη.»
… η φαντασία, κάτι
παίρνοντας της ζωής: πολύ ολίγο πράγμα
–
μια μακρυνή σκηνή, μια μακρυνή ηδονή –
Η φαντασία του ποιητή ενεργοποιείται με
τη βοήθεια του φεγγαρόφωτος, αντλώντας ως αναγκαίο υλικό για να δημιουργήσει το
δικό της όραμα κάτι ελάχιστο από τη μνήμη του ποιητή, μια μακρινή σκηνή, μια
ηδονική εμπειρία του παρελθόντος. Τής αρκεί, ωστόσο, αυτό το ελάχιστο υλικό από
την πραγματική ζωή του ποιητή, αφού στο πλαίσιο μιας ερωτικής αναπόλησης, είναι
σε θέση να ανασυνθέσει μια ολοκληρωμένη εμπειρία, όπως την επιθυμεί ο ποιητής.
Είναι σύνηθες, άλλωστε, στον ποιητικό κόσμο του Καβάφη να ανασυντίθενται
ολοκληρωμένες εικόνες και πλήρη βιώματα μέσα από τις σκόρπιες του μνήμες.
Χαρακτηριστικό ως προς αυτό το ποίημά του «Εκόμισα εις την Τέχνη»:
Κάθομαι και ρεμβάζω. Επιθυμίες κ’ αισθήσεις
εκόμισα εις την Τέχνην— κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ή γραμμές· ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες. Aς αφεθώ σ’ αυτήν.
Ξέρει να σχηματίσει Μορφήν της Καλλονής·
σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα,
συνδυάζουσα εντυπώσεις, συνδυάζουσα τες μέρες.
Ας αφεθώ, σχολιάζει ο ποιητής στην
Τέχνη μου, η οποία ξέρει πως να σχηματίσει απ’ όλα αυτά τα «μισοειδωμένα»
πρόσωπα, μιαν άρτια μορφή της «Καλλονής», μια πλήρη εικόνα ομορφιάς. Η ποίηση
κατορθώνει, σχεδόν ανεπαίσθητα, να προσφέρει στην ζωή του ποιητή μια αίσθηση
πληρότητας, συνδυάζοντας τις αποσπασματικές εντυπώσεις του και τις μέρες που
πέρασαν.
ένα είδωμα δικό της έφερε της σαρκός,
ένα είδωμα δικό της σε κλίνη ερωτική…
Κατά τρόπο ανάλογο λειτουργώντας η φαντασία του, φέρνει στη σκέψη του μια
δική της εικόνα της ερωτικής «σαρκός», σαφώς εξιδανικευμένη και σαφώς παρουσιασμένη
με την επιθυμητή αρτιότητα, τοποθετημένη, μάλιστα, σε κλίνη ερωτική. Το ποίημα
κλείνει με αποσιωπητικά, τα οποία υπονοούν τη συνέχιση της «φαντασίωσης» αυτής,
στο πλαίσιο της οποίας θα ολοκληρωθεί το ερωτικό σμίξιμο με το ιδανικό σώμα που
τόσο έντεχνα έπλασε και προσέφερε στον ποιητή η φαντασία του.