Diane Millsap
Ήρωες του περιθωρίου στα κείμενα του Ιωάννου (Η μόνη κληρονομιά)
Ο Γιώργος Ιωάννου στα κείμενά του μας παρουσιάζει πρόσωπα όλων των κοινωνικών στρωμάτων, αλλά εστιάζει την προσοχή του κυρίως στη ζωή των λαϊκών ανθρώπων, που αντιμετωπίζουν εντονότερα προβλήματα και συχνά καταλήγουν στην οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση. Όπως είναι λογικό, άλλωστε, ο αντίκτυπος της οικονομικής δυσπραγίας που επέφεραν οι συνεχείς πόλεμοι στην Ελλάδα, γίνεται περισσότερο αισθητός στους φτωχότερους πολίτες, οι οποίοι απελπισμένοι από τις δυσκολίες και την ανέχεια, συχνά καταφεύγουν σε βίαιες πράξεις ή σε αναποτελεσματικές συμπεριφορές που τους απομακρύνουν από τα πρότυπα της σωστής κοινωνικής διαβίωσης.
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά πρόσωπα περιθωριακού ήρωα στα έργα του Ιωάννου συναντάμε στο διήγημα «Τα περιστέρια» στο οποίο ο συγγραφέας μας παρουσιάζει την ιστορία ενός νεαρού, τον οποίο αποκαλεί τρελό. Ο νεαρός αυτός έχει βγει στο μπαλκόνι του σπιτιού, στο οποίο συγκατοικεί με την οικογένεια του αφηγητή και με μερικά ακόμη πρόσωπα, και βγάζει έναν ασυνάρτητο λόγο για την καταπίεση που δέχεται στη ζωή του, για το γεγονός ότι άλλα είχε ελπίσει να συμβούν και άλλα συνέβησαν και στη συνέχεια προχωρά σε μια συμβολική απελευθέρωση των περιστεριών που είχε υπό την προστασία του. Έπειτα μπαίνει στο σπίτι και επιχειρεί να σκοτώσει τη μητέρα του, χωρίς πάντως να το κατορθώσει. Ο νεαρός αυτός θα καταλήξει στο Λεμπέτι όπου και θα πεθάνει από ασιτία, καθώς το κράτος δεν είχε χρήματα για τη συντήρηση των ψυχικά διαταραγμένων. Η ιστορία αυτή είναι ενδεικτική για την επίδραση που είχε η οικονομική εξαθλίωση της εποχής σε αρκετά άτομα που δεν είχαν την προσωπική δύναμη να αντέξουν τις συνεχείς ματαιώσεις των προσδοκιών τους, και μη μπορώντας να αποδεχτούν τη δική τους τελικά αδυναμία να αντεπεξέλθουν στις δύσκολες αυτές περιστάσεις, κατέληγαν να αποδίδουν τις ευθύνες για τη μιζέρια της ζωής τους σε πρόσωπα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, όπως ακριβώς κάνει αυτός ο νεαρός που θεωρεί τη μητέρα του υπεύθυνη για την κακή πορεία της ζωής του.
Σε παρόμοιο κλίμα κινείται και η ιστορία που μας παρουσιάζεται στο διήγημα «Το μαγνητόφωνο της ταβέρνας». Εδώ ο Ιωάννου έχει δημιουργήσει μια εξαιρετική μικρογραφία της στενάχωρης ζωής που εξαναγκάζονται να ζήσουν πολλοί άνθρωποι στη μεταπολεμική Ελλάδα, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα. Ο κεντρικός ήρωας του διηγήματος είναι ένας νέος άντρας που έχει μόλις χάσει τον πατέρα του. Ο πατέρας παρόλο που δεν είχε αρκετά χρήματα για να συντηρήσει την οικογένειά του, φρόντιζε να εξοικονομεί αρκετά χρήματα για να πίνει κάθε βράδυ και να γυρίζει μεθυσμένος στο σπίτι του. Η ιστορία επικεντρώνεται στην απορία του νέου για το πώς κατόρθωνε ο πατέρας του να βρίσκει τα χρήματα για το καθημερινό του κρασί και κορυφώνεται με την αποκάλυψη της συμφωνίας που είχε κάνει ο αλκοολικός πατέρας με τον ταβερνιάρη, σύμφωνα με την οποία ο πατέρας, σε αντάλλαγμα για το κρασί, θα του αγόραζε ηλεκτρικές συσκευές με διατακτικές που θα πληρώνονταν απευθείας από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν, ώστε να μην καταλαβαίνουν οι δικοί του την απώλεια των χρημάτων από το μισθό του. Ο νεαρός αισθάνεται προδομένος από τον πατέρα του αλλά και εκνευρισμένος με τον ταβερνιάρη που εκμεταλλευόταν την αδυναμία του πατέρα του και ανάγκαζε την οικογένειά του να ζει μέσα στην εξαθλίωση. Ο νεαρός επειδή δεν είναι απόλυτα βέβαιος για το ποιος είχε την ιδέα αυτής της συμφωνίας και για το αν θα πρέπει να θεωρεί τον ταβερνιάρη ως ηθικό αυτουργό αυτής της εξαπάτησης, περιορίζεται στο να σπάσει το μαγνητόφωνο της ταβέρνας, το οποίο άλλωστε είχε αγοραστεί με τα χρήματα του πατέρα του. Ο αλκοολικός πατέρας και ο δόλιος ταβερνιάρης που αποτελούν χαρακτηριστικές μορφές της παρακμάζουσας ελληνικής κοινωνίας, ωθούν με τις πράξεις τους το νεαρό γιο σε μια παραβατική συμπεριφορά εκδίκησης.
Δύο ακόμη ήρωες του περιθωρίου παρουσιάζονται στο διήγημα «Ο Θανάσης ο φονιάς», στο οποίο ο συγγραφέας μας δίνει ακόμη μια εικόνα της ζωής των μη προνομιούχων. Τόσο ο κεντρικός ήρωας του διηγήματος, όσο και ο φίλος του ο Γιαγκούλας, έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια στη φυλακή και τώρα βρίσκονται στην ίδια επαρχιακή πόλη που βρίσκεται και ο αφηγητής. Ο Θανάσης κατέληξε στη φυλακή επειδή σκότωσε έναν ξάδερφό του, ο οποίος όχι μόνο είχε δανειστεί χρήματα από το Θανάση που δεν του τα επέστρεψε ποτέ αλλά τον έκλεβε κιόλας. Η απελπισία του Θανάση ύστερα από τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε με την καντίνα που είχε, τον οδήγησε στο έγκλημα, χωρίς όμως να μας δημιουργείται η εντύπωση ότι επρόκειτο για έναν κοινό εγκληματία. Ο Θανάσης παρουσιάζεται κυρίως ως θύμα των περιστάσεων γι’ αυτό και στην πορεία του διηγήματος κατορθώνει να κερδίσει τη συμπάθεια του αναγνώστη, όπως άλλωστε και ο φίλος του, ο οποίος φυλακίστηκε γιατί πιάστηκε να προσφέρει τροφή σ’ έναν περιβόητο ληστή της εποχής, το Γιαγκούλα. Ο Θανάσης είναι πλέον ο μάγειρας του αστυνομικού τμήματος, με κλονισμένη υγεία αλλά με μεγάλο ενδιαφέρον για τη φροντίδα των αστυνομικών, των υπόλοιπων δημόσιων υπαλλήλων που έτρωγαν εκεί αλλά και του φίλου του, του Γιαγκούλα που δεν έχει χρήματα για φαγητό και ο Θανάσης έχει αναλάβει να τον προσέχει. Το διήγημα κλείνει με το θάνατο του Θανάση και την απόλυτη μοναξιά του Γιαγκούλα, ο οποίος δεν θα έχει πια κανέναν να του κάνει παρέα και να τον φροντίζει.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι ο Ιωάννου στα διηγήματά του παρουσιάζει τη ζωή, όχι μόνο καθημερινών ανθρώπων, αλλά και ατόμων που έχουν λυγίσει μπροστά στο βάρος των δυσκολιών κι έχουν καταφύγει είτε στο έγκλημα είτε σε αντικοινωνικές συμπεριφορές. Ο Ιωάννου, άλλωστε, γνωρίζει ότι οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και ότι σε εποχές με έντονα οικονομικά προβλήματα η εμφάνιση τέτοιων συμπεριφορών είναι πάντοτε ιδιαίτερα αισθητή. Θέλοντας, επομένως, να παρουσιάσει με ειλικρίνεια και ρεαλισμό τη ζωή στη χώρα μας, δε διστάζει να αφιερώσει αρκετές σελίδες από το έργο του σε ήρωες με παραβατική συμπεριφορά, σε ήρωες του περιθωρίου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου