Κλείτος Κύρου «Οπτική απάτη» παράλληλο για τον Κρητικό
Κατατρύχονταν
από μια μορφή γυναίκας
Την έβλεπε στον ύπνο του μ’ υψωμένα
Χέρια να παραληρεί με θέρμη
Την έβλεπε κάθε πρωί να γνέφει
Στο απέναντι παράθυρο να χαμογελά
Μ’ αστραπές στα μάτια και στα δόντια
Μες στο μισοσκότεινο δωμάτιο
Σύμβολο της άυλης παντοτινά γυναίκας
Έτσι νόμιζε τουλάχιστο δεν είχε διδαχθεί
Τους παράγοντες της οφθαλμαπάτης.
Όταν πια κατάλαβε είχε ξημερώσει
Σα να κύλησε μια ατελείωτη νύχτα
Κι ήταν μόνος πάλι και ξεφύλλιζε
Παλιές πολύ παλιές φωτογραφίες.
«Ο Κρητικός» 4 [21]
Κατατρύχονταν
από μια μορφή γυναίκας
Την έβλεπε στον ύπνο του μ’ υψωμένα
Χέρια να παραληρεί με θέρμη
Την έβλεπε κάθε πρωί να γνέφει
Στο απέναντι παράθυρο να χαμογελά
Μ’ αστραπές στα μάτια και στα δόντια
Μες στο μισοσκότεινο δωμάτιο
Σύμβολο της άυλης παντοτινά γυναίκας
Έτσι νόμιζε τουλάχιστο δεν είχε διδαχθεί
Τους παράγοντες της οφθαλμαπάτης.
Όταν πια κατάλαβε είχε ξημερώσει
Σα να κύλησε μια ατελείωτη νύχτα
Κι ήταν μόνος πάλι και ξεφύλλιζε
Παλιές πολύ παλιές φωτογραφίες.
«Ο Κρητικός» 4 [21]
Εκοίταξε τα’ αστέρια, κι εκείνα αναγάλλιασαν,
Και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν•
Κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει,
Κυπαρισσένιο ανάερα τα’ ανάστημα σηκώνει,
Κι ανεί τς αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη,
Κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη.
Τότε από φως μεσημερνό ή νύχτα πλημμυρίζει,
Κι η χτίσις έγινε ναός πού ολούθε λαμπυρίζει.
Τέλος σ’ εμέ πού βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα,
Καταπώς στέκει στο Βοριά η πετροκαλαμήθρα,
Όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει•
Την κοίταζα ό βαριόμοιρος, μ’ έκοίταζε κι εκείνη.
Έλεγα πώς την είχα ιδεί πολύν καιρόν οπίσω,
Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο,
Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου,
Καν τα’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου•
Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη,
Που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει•
Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζη
Ξάφνου οχ τα βάθη του βουνού, κι ο ήλιος το στολίζει.
Βρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα,
Κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολλή ώρα,
Γιατί άκουγα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου,
Που ετρέμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου•
Όμως αυτοί είναι θεοί, και κατοικούν απ’ όπου
Βλέπουνε μες στην άβυσσο και στην καρδιά τα’ ανθρώπου,
Κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου
Πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου:
«Κοίτα με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι
Η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης στον Κρητικό αποτελεί μία υπερβατική εμπειρία, καθώς η θεϊκή αυτή γυναίκα κατέχει δυνάμεις πρωτόγνωρες που της παρέχουν τη δυνατότητα να επιβάλλεται στο χώρο γύρω της, φωτίζοντας τη νύχτα με φως μεσημεριού, υπερκαλύπτοντας το φως των αστεριών και πατώντας πάνω στα νερά της θάλασσας χωρίς καν να τα ταράζει. Η Φεγγαροντυμένη με τη θεϊκή της υπόσταση μαγεύει τον ήρωα και ξυπνά μέσα του μνήμες ερωτικών πόθων, θρησκευτικής κατάνυξης αλλά και της μητρικής στοργής, δίνοντας έτσι στον Κρητικό την υπόσχεση πως είναι εκεί για να καλύψει κάθε του ανάγκη. Η Φεγγαροντυμένη εισδύει στα βάθη της ψυχής του ήρωα, αποκαλύπτει κάθε πληγή του και αποδέχεται με πλήρη κατανόηση τις ανησυχίες του, προσφέροντάς του έτσι την επίφαση της ιδανικής αγάπης, υπό την έννοια πως εμφανίζεται σ’ αυτόν ως η γυναίκα που διαθέτει αξεπέραστη ομορφιά και καλοσύνη, δείχνει να ενδιαφέρεται αποκλειστικά για εκείνον και μοιάζει ικανή να του παράσχει ικανοποίηση για κάθε ανάγκη της ψυχής του. Ο ήρωας βρίσκεται απέναντι σε μια γυναίκα που συνδυάζει όλες τις αρετές και μοιάζει να του προσφέρει άνευ όρων την αγάπη της, αλλά στην πραγματικότητα ο ήρωας αγνοεί τις αληθινές προθέσεις της Φεγγαροντυμένης, καθώς η θεϊκή αυτή γυναίκα βρίσκεται εκεί για να παρασύρει τον ήρωα και να τον απομακρύνει από την επίτευξη του στόχου του, δηλαδή από τη σωτηρία της αγαπημένης του. Ο Κρητικός έρχεται αντιμέτωπος με μια δοκιμασία, χωρίς να το έχει καν συνειδητοποιήσει. Η Φεγγαροντυμένη αποτελεί περισσότερο μια «απάτη» παρά -όπως νομίζει ο ίδιος- μια θετική παρουσία.
Με παρόμοιο τρόπο ο ήρωας του ποιήματος του Κλείτου Κύρου εγκλωβίζεται από την έλξη που του ασκεί μια γυναίκα, η οποία μοιάζει να είναι ιδανική. Η γυναίκα αυτή έχει κυριεύσει τον ήρωα που τη βλέπει στα όνειρά του να παρακαλεί για κάτι, ίσως για την αγάπη του ήρωα και φροντίζει να του δείχνει πως ενδιαφέρεται γι’ αυτόν και είναι έτοιμη να αφοσιωθεί σ’ αυτόν. Του γνέφει και του χαμογελά, με την ομορφιά της να γίνεται έκδηλη σαν αστραπές που εκπέμπονται τόσο από το χαμόγελό της όσο και από τα μάτια της. Φαίνεται σαν να είναι το σύμβολο της άυλης παντοτινά γυναίκας, φαίνεται δηλαδή να κατέχει όλες εκείνες τις ιδιότητες που συνιστούν την ιδιαίτερη γυναικεία ομορφιά, την οποία δεν μπορεί κάποιος να περιγράψει με λόγια, όσο να βιώσει με τις αισθήσεις του. Ο ήρωας παγιδεύεται από τη γοητεία της γυναίκας αυτής και της παραδίδεται, καθώς δε γνωρίζει τους παράγοντες της οφθαλμαπάτης, δε γνωρίζει δηλαδή πως μια γυναίκα είναι πάντοτε σε θέση να γοητεύσει έναν άντρα μόνο και μόνο για να δοκιμάσει τη δύναμη που της έχει χαρίσει η φύση ή απλώς για να τον εκμεταλλευτεί. Η γυναίκα αυτή δεν είχε αγαθές προθέσεις κι έτσι ο ήρωας σύντομα μένει μόνος του με τις μνήμες ενός έρωτα που ήρθε και παρήλθε, αφήνοντάς τον να αναπολεί τις στιγμές του παρελθόντος. Η γυναίκα που κάποτε έμοιαζε τόσο υπέροχη και μαγευτική, ήθελε απλώς να κερδίσει κάτι από αυτόν και ύστερα τον εγκατέλειψε.
Η φυγή της ιδανικής γυναίκας στην Οπτική απάτη μας παραπέμπει στη φυγή της Φεγγαροντυμένης που αφήνει τον Κρητικό με την ανάμνηση μόνο της ασύλληπτης παρουσίας της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου