Nicolas Martin
Γιώργος Ιωάννου «Στου Κεμάλ το Σπίτι»
Πώς αποκαλύφθηκε η τουρκική καταγωγή της γυναίκας; Επέδρασε αυτή η αποκάλυψη στα συναισθήματα που έτρεφαν γι αυτήν ο αφηγητής και οι δικοί του; Πώς δικαιολογούνται;
Η Τουρκάλα μόλις ολοκλήρωνε την «τελετουργική» επίσκεψη στο σπίτι που κάποτε ήταν το πατρικό της και τώρα διέμενε σε αυτό η οικογένεια του Ιωάννου, πήγαινε δίπλα στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ κι έβρισκε μια ομάδα Τούρκων προσκυνητών, με τους οποίους ερχόταν η γυναίκα αυτή στην Ελλάδα. Η Τουρκάλα, επομένως, ερχόταν μαζί με όσους ήθελαν να επισκεφτούν το σπίτι του Κεμάλ για να αποδώσουν τιμές στο δημιουργό του τουρκικού κράτους κι έβρισκε την ευκαιρία να επισκεφτεί το παλιό της σπίτι. Οι εκδρομές αυτές που διοργανώνονταν ως προσκυνήματα για το σπίτι του Κεμάλ αποτελούσαν ιδανική ευκαιρία για την Τουρκάλα να πραγματοποιήσει το δικό της ιδιαίτερο προσκύνημα.
Η ταυτότητα της Τουρκάλας αποκαλύφθηκε ήδη μόλις ολοκληρώθηκε η δεύτερη επίσκεψή της στο σπίτι της οικογένειας του αφηγητή, το 1938.
[Συνολικά ο αφηγητής μας μιλά για τέσσερις επισκέψεις της γυναίκας: Η πρώτη έγινε το 1936, η δεύτερη το 1938, η τρίτη το 1939 λίγο προτού ξεσπάσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και η τέταρτη και τελευταία έγινε λίγο μετά το τέλος του πολέμου, οπότε κάποια στιγμή στις αρχές του 1945. Ο αφηγητής στα πλαίσια της τρίτης επίσκεψης της Τουρκάλας, το 1939, μας εξηγεί πως κατάλαβαν για την καταγωγή της γυναίκας όταν είχε έρθει τον προηγούμενο χρόνο, το 1938: «Για να την παρηγορήσουμε της δώσαμε περισσότερα μούρα κι η γιαγιά μου της είπε κάτι που την έκανε να τιναχτεί: “Θα σου τα έβαζα σ’ ένα κουτί, αλλά δε βαστάνε για μακριά”. Και πράγματι είχαμε αρχίσει κάτι να υποπτευόμαστε. Την άλλη φορά, είδαμε πως μόλις έφυγε από μας, πήγε δίπλα στου Κεμάλ το σπίτι, όπου την περίμενε μια ομάδα από Τούρκους προσκυνητές, που κοντοστέκονταν στο πεζοδρόμιο». Είναι προφανές, επομένως, πως όταν η γιαγιά του αφηγητή κατά την τρίτη επίσκεψη της γυναίκας, της λέει πως θα σου έβαζα του μούρα σ’ ένα κουτί, αλλά δε βαστάνε για μακριά, γνωρίζει ήδη πως η ξένη γυναίκα είναι Τουρκάλα.]
Η αρχική αντίδραση της οικογένειας του αφηγητή, μόλις αντιλήφθηκαν την τουρκική καταγωγή της γυναίκας, ήταν αρνητική, καθώς θεώρησαν πως το γεγονός ότι το σπίτι του Κεμάλ ήταν δίπλα τους αποτελούσε ήδη μια αρκετά ενοχλητική καθημερινή υπενθύμιση της καταστροφής που είχαν επιφέρει οι Τούρκοι στη ζωή τους, οπότε το να έχουν και μια Τουρκάλα να τους επισκέπτεται ήταν πια υπερβολικό. Τους αρκούσε το σπίτι του Κεμάλ για να θυμούνται τους Τούρκους και τα καταστροφικά τους έργα, δε χρειάζονταν και την Τουρκάλα στη ζωή τους. Οι γονείς του Ιωάννου ήταν πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη και είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν την περιουσία τους και τον τόπο όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εξαιτίας των Τούρκων, γι’ αυτό και δεν ήθελαν να έχουν επαφές μαζί τους. Βέβαια, ακριβώς το γεγονός ότι ήταν πρόσφυγες αποτέλεσε τελικά και την αιτία που κατάφεραν πολύ γρήγορα να καταλάβουν το λόγο που τους επισκεπτόταν η Τουρκάλα και να κατανοήσουν τα συναισθήματα νοσταλγίας που έφερναν τη γυναίκα αυτή ως τη Θεσσαλονίκη. Όπως οι γονείς του Ιωάννου είχαν εγκαταλείψει τα πατρικά τους σπίτια στην Ανατολική Θράκη και είχαν πάντοτε στο νου τους τον πόνο που τους είχε προκαλέσει η ξαφνική φυγή από τα πατρογονικά τους εδάφη, έτσι και η γυναίκα αυτή είχε προφανώς εκδιωχθεί από τη Θεσσαλονίκη και ήθελε να δει ξανά το σπίτι που είχε γεννηθεί και μεγαλώσει. Με τη σκέψη αυτή η οικογένεια του Ιωάννου κατόρθωσε να κατανοήσει τον πόνο και τη νοσταλγία της Τουρκάλας, καθώς πέρα από τις διαφορές που χώριζαν τις δύο χώρες, ο πόνος της προσφυγιάς είναι κοινός και το ίδιο δυσβάστακτος και για τους δύο λαούς. Είναι, βέβαιο, πως και οι ίδιοι αν μπορούσαν να επιστρέψουν στην Ανατολική Θράκη για να δουν ξανά τα μέρη όπου μεγάλωσαν και είχαν τόσες αναμνήσεις, θα το έκαναν, οπότε μπορούσαν να νιώσουν τα δυνατά συναισθήματα που παρακινούσαν την Τουρκάλα να φτάνει ως το κατώφλι του σπιτιού τους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου