Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Πραξικόπημα
Πλαστήρα 1933 (επεξεργασία πηγής)
Στις εκλογές του Μαρτίου, που
πραγματοποιήθηκαν με πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, οι αντιβενιζελικοί, μετά την
προσχώρηση των Κονδύλη και Χατζηκυριάκου, κέρδισαν τις περισσότερες έδρες. Τα
βενιζελικά κόμματα, αναλυτικότερα, υπό την επωνυμία «Εθνικός Συναπισμός» είχαν
συγκεντρώσει ποσοστό 46,3% έναντι του 46,1% της αντιβενιζελικής «Ηνωμένης
αντιπολίτευσης». Την ίδια νύχτα, ο στρατηγός Πλαστήρας για να προλάβει, καθώς
ισχυρίστηκε, την επιβολή δικτατορίας από τους «Λαϊκούς», ηγήθηκε
πραξικοπήματος. Την επομένη δε απευθύνθηκε με το ακόλουθο διάγγελμα στον
ελληνικό λαό: «Δύο εν συνεχεία εντός πέντε μηνών εκλογαί απέδειξαν εκείνο το
οποίον παρ’ όλων επιστεύετο, ότι το κοινοβουλευτικόν πολίτευμα εκτός των άλλων
του βαθέων ελαττωμάτων δια τα οποία υποκύπτει ολοέν εις περισσοτέρας χώρας,
έχει παρ’ ημίν επί πλέον το θανάσιμον δια την χώραν μειονέκτημα να μη δύναται
με κανέν εκλογικόν σύστημα ν’ αποδώση Κυβέρνησιν βιώσιμον.
Αιχμάλωτον της δημαγωγίας από φύσεως το
κοινοβουλευτικόν πολίτευμα επέφερεν εδώ όχι μόνον κυβερνητικήν αδυναμίαν, αλλά
και ενίσχυσιν του κομμουνισμού τόσον μάλλον επίφοβον καθ’ όσον συμπίπτει
ακριβώς με την αδυναμίαν αναδείξεως ισχυράς κυβερνήσεως.
Παρά πάσαν προσπάθειάν μου το ολέθριον
τούτο αποτέλεσμα εγκολπούν βεβαίους κινδύνους ακυβερνησίας και οικονομικής
συμφοράς δια την χώραν δεν έγινε δυνατόν να αποτραπή και την νύκτα σήμερον η
απειλή της διασαλεύσεως της τάξεως και της αδελφοκτόνου αναρχίας εξεδηλώθη ωμή.
Κατόπιν τούτου ηναγκάσθην να παρέμβω.
Εμελέτησα την κατάστασιν με πολυτίμους
συνεργάτες και ανεμέτρησα πάσας τας ευθύνας.
Εν πλήρει μετά πολυτίμων συνεργατών
συμφωνία με πίστιν βαθείαν εις τον Θεόν και τας δυνάμεις της Φυλής, δυνατός εκ
της ενισχύσεως του Λαού και της υποστηρίξεως της αμερίστου των ενόπλων δυνάμεων
του Έθνους, αναλαμβάνω την Εξουσίαν.
Εντός της σήμερον Κυβέρνησις εγκυομένη
την γαλήνην, την ησυχίαν, την οικονομικήν περισυλλογήν, την κοινωνικήν
κατωχύρωσιν, θα δώση τον όρκον.
Παρέχω περί των άνω την υπόσχεσιν μου.
Αι διατάξεις του Συντάγματος
αναστέλλονται.
Οι χρηστοί και τίμιοι πολίται εις το
μέτρον τούτο οφείλουν να ίδουν μονον την απόφασιν μου ν’ ασφαλίσω την γαλήνην
και μιαν κυβέρνησιν στερεάν δι’ όλων των μέσων.
Με τον Θεόν, με τον Λαόν, και την
ένοπλον εκδήλωσίν του, τας αμυντικάς δυνάμεις της Χώρας, εμπρός δια την Πατρίδα
και τα ανώτερά της συμφέροντα».
Είναι περιττό βέβαια να υπογραμμιστεί
ότι και στην κρίσιμη αυτή φάση της όξυνσης των πολιτικών παθών ο ξένος
παράγοντας ήταν φυσικά παρών: Όσο η Μεγάλη Βρετανία (η κύρια πιστώτρια του
ελλληνικού δημοσίου με άμεσο έλεγχο πάνω στις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις)
προωθούσε βαθμιαία την επαναφορά της βασιλείας και την παλινόρθωση του
Γεωργίου, τόσο οι δημοκρατικές πεποιθήσεις πολλών κορυφαίων παραγόντων του
βενιζελισμού υποχωρούσαν.
Παύλος Πετρίδης, Το «βενιζελικό»
κίνημα, της 1ης Μαρτίου 1935 και η ανακίνηση του καθεστωτική, σσ. 176-178
Λαμβάνοντας υπόψη σας το κείμενο του
βιβλίου σας και το περιεχόμενο της πηγής:
α)
Να παρουσιάσετε τους λόγους, τους οποίους επικαλείται ο Πλαστήρας στο διάγγελμα
του, προκειμένου να ανασταλλούν οι διατάξεις του Συντάγματος.
β)
Να επισημάνετε τις συνέπειες που είχε το πραξικόπημα του Πλαστήρα στη πολιτική
ζωή, παρότι κατεστάλη αμέσως.
α)
Κατά την περίοδο 1928-1932 η Κυβέρνηση των Φιλελευθέρων έχει να επιδείξει
σημαντικά επιτεύγματα σε ό,τι αφορά την οικονομική ανόρθωση της χώρας, την
παιδεία και την εξωτερική πολιτική. Στις εκλογές του 1932, όμως, οι
Φιλελεύθεροι υπέστησαν μεγάλες απώλειες και έχασαν την απόλυτη πλειοψηφία των
εδρών της Βουλής. Σε νέες εκλογές το 1933 επικράτησε ο συνασπισμός του Λαϊκού
Κόμματος.
Ο Πλαστήρας, με την ανοχή του
Βενιζέλου, επιχείρησε στρατιωτικό κίνημα, θέλοντας να εμποδίσει το Λαϊκό Κόμμα
να σχηματίσει κυβέρνηση. Διαφορετικά αιτιολογείται το γεγονός αυτό από τον
Παύλο Πετρίδη, ο οποίος αναφέρει ότι ο ισχυρισμός του Πλαστήρα ήταν πως
θέλησε να προλάβει με το πραξικόπημά του την επιβολή δικτατορίας από το Λαϊκό
Κόμμα. Ο Πλαστήρας συμμεριζόταν τις ανησυχίες των βενιζελικών αξιωματικών, οι
οποίοι έβλεπαν να εκτίθεται σε κίνδυνο η επαγγελματική τους εξέλιξη, εάν
σχημάτιζε κυβέρνηση το Λαϊκό Κόμμα. Σύμφωνα με το διάγγελμα που απηύθυνε στους πολίτες
την επόμενη μέρα του πραξικοπήματος, όπως αυτό παρουσιάζεται στο κείμενο του
Παύλου Πετρίδη, ο Νικόλαος Πλαστήρας παρουσίασε μια σειρά από λόγους για τους
οποίους προέβη στην κίνηση αυτή. Ανέφερε, λοιπόν, πως οι δύο κατά σειρά
πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις, σε διάστημα μόλις πέντε μηνών, απέδειξαν πως
το κοινοβουλευτικό σύστημα, πέραν των άλλων σημαντικών του ελαττωμάτων εξαιτίας
των οποίων υποχωρούσε σε ολοένα και περισσότερες χώρες, δεν έχει τη δυνατότητα
να αποδώσει μια βιώσιμη κυβέρνηση. Όπως χαρακτηριστικά σχολίαζε, το
κοινοβουλευτικό πολίτευμα επειδή είναι από τη φύση του δέσμιο της δημαγωγίας,
προκάλεσε στην Ελλάδα όχι μόνο αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης, αλλά και
ενίσχυση του κομμουνισμού. Θεωρούσε, άρα, πως το εκλογικό αποτέλεσμα
εγκυμονούσε πολλούς κινδύνους, όπως της ακυβερνησίας, της οικονομικής
καταστροφής, της διατάραξης της τάξης, αλλά και της αναρχίας που θα οδηγούσε σε
αδελφοκτόνες αναμετρήσεις. Η απόφασή του, μάλιστα, όπως τόνιζε, υπήρξε αποτέλεσμα
μελέτης της κατάστασης που είχε διαμορφωθεί, καθώς και αναλογισμού όλων των σχετικών
ευθυνών. Ισχυριζόταν, έτσι, πως προχωρούσε στην ανάληψη της εξουσίας, έχοντας
βαθιά πίστη στον Θεό και στις δυνάμεις της ελληνικής φυλής, αλλά και τη στήριξη
τόσο των πολιτών όσο και των ενόπλων δυνάμεων. Η κίνησή του αυτή, άλλωστε,
αποσκοπούσε στο να διασφαλίσει τη γαλήνη, την ησυχία, την οικονομική
σταθερότητα και την κοινωνική κατοχύρωση με τη δημιουργία μιας σταθερής
κυβέρνησης.
β)
Το κίνημα του Πλαστήρα κατεστάλη, όμως στην πολιτική ζωή έκανε ξανά έντονη την
παρουσία της η τακτική της βίας. Εκτός από τους στρατιωτικούς άρχισαν και
πολιτικοί να δικαιολογούν ξανά τη χρήση βίας. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, που
προέκυψε από τις εκλογές του 1933, επιχείρησε να ακολουθήσει έναν ήπιο δρόμο
και ανακοίνωσε ότι δεν θα υιοθετούσε την τακτική των αυθαίρετων διώξεων των
αντιπάλων, αλλά θα στηριζόταν μόνο στην ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Τρεις μήνες,
όμως, μετά το κίνημα του Πλαστήρα, έγινε απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου. Το
γεγονός αυτό όξυνε τα πνεύματα και ο φανατισμός και στα δύο στρατόπεδα έφτασε στο
αποκορύφωμα με την αποστράτευση βενιζελικών αξιωματικών. Αυτό προκάλεσε
ανασφάλεια στους βενιζελικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς. Οι αντιβενιζελικοί
αξιωματικοί, όσο ενίσχυαν τις θέσεις τους, τόσο ασκούσαν πίεση στον Τσαλδάρη να
διακόψει τις συνεννοήσεις με τους Φιλελευθέρους. Οι έντονες αντιθέσεις ανάμεσα
στα δύο κόμματα οδήγησαν και τα δύο στο φόβο ότι το καθένα αποσκοπεί στην
διάλυση του άλλου. Αυτήν την περίοδο σχηματίσθηκαν συνωμοτικοί κύκλοι
αξιωματικών διαφόρων αποχρώσεων, οι οποίοι λειτουργούσαν ως ομάδες πίεσης στα
θεσμικά όργανα και περίμεναν να βρουν την ευκαιρία για επέμβαση. Σύμφωνα,
μάλιστα, με τον Παύλο Πετρίδη, κατά την κρίσιμη εκείνη περίοδο της όξυνσης
των πολιτικών αντιπαλοτήτων ήταν δεδομένη κι η ανάμειξη του ξένου παράγοντα.
Ειδικότερα, η εντεινόμενη προσπάθεια της Μεγάλης Βρετανίας, που ήταν η βασική
πιστώτρια χώρα του ελληνικού κράτους, να επαναφέρει τη βασιλεία και να επιτύχει
την παλινόρθωση του Γεώργιου, είχε ως αποτέλεσμα να κάμπτονται σταδιακά οι
δημοκρατικές πεποιθήσεις πολλών σημαντικών στελεχών της βενιζελικής παράταξης.
Ο Βενιζέλος προχώρησε τον Μάρτιο του
1935 σε αποτυχημένο στρατιωτικό κίνημα, αποσκοπώντας και πάλι στην κάθαρση του
στρατού και της αστυνομίας από τους βασιλικούς. Ακριβώς αυτό το αποτυχημένο
κίνημα έδωσε λαβή στην κυβέρνηση, υπό την πίεση αξιωματικών της άλλης πλευράς,
να σκληρύνει τη στάση της: διέλυσε το Κοινοβούλιο, παραβιάζοντας το σύνταγμα,
και προκήρυξε εκλογές για Εθνοσυνέλευση. Οι Φιλελεύθεροι απείχαν από τις εκλογές
της 9ης Ιουνίου 1935. Στις 10 Οκτωβρίου 1935 ο Κονδύλης επιχείρησε στρατιωτικό
κίνημα, με στόχο την παλινόρθωση της βασιλείας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου