Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «θέτω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «θέτω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Rachel Watson Pattern

 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «θέτω»
 
Ενεργητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
θέτω, θέτεις, θέτει, θέτουμε, θέτετε, θέτουν (ή θέτουνε)  
Υποτακτική
να θέτω, να θέτεις, να θέτει, να θέτουμε, να θέτετε, να θέτουν (ή να θέτουνε) 
Προστακτική
β΄ ενικό: θέτε – β΄ πληθυντικό: θέτετε 
Μετοχή
θέτοντας
 
Παρατατικός
Οριστική
έθετα, έθετες, έθετε, θέταμε, θέτατε, έθεταν (ή θέτανε)  
 
Αόριστος
Οριστική
έθεσα, έθεσες, έθεσε, θέσαμε, θέσατε, έθεσαν (ή θέσανε)
Υποτακτική
να θέσω, να θέσεις, να θέσει, να θέσουμε, να θέσετε, να θέσουν (ή να θέσουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: θέσε – β΄ πληθυντικό: θέστε      
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα θέτω, θα θέτεις, θα θέτει, θα θέτουμε, θα θέτετε, θα θέτουν (ή θα θέτουνε)
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα θέσω, θα θέσεις, θα θέσει, θα θέσουμε, θα θέσετε, θα θέσουν (ή θα θέσουνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω θέσει, θα έχεις θέσει, θα έχει θέσει, θα έχουμε θέσει, θα έχετε θέσει, θα έχουν θέσει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω θέσει, έχεις θέσει, έχει θέσει, έχουμε θέσει, έχετε θέσει, έχουν θέσει
Υποτακτική
να έχω θέσει, να έχεις θέσει, να έχει θέσει, να έχουμε θέσει, να έχετε θέσει, να έχουν θέσει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα θέσει, είχες θέσει, είχε θέσει, είχαμε θέσει, είχατε θέσει, είχαν/είχανε θέσει
 
Παθητική φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
θέτομαι, θέτεσαι, θέτεται, θετόμαστε, θέτεστε, θέτονται
Υποτακτική
να θέτομαι, να θέτεσαι, να θέτεται, να θετόμαστε, να θέτεστε, να θέτονται
Προστακτική
β΄ πληθ.: θέτεστε
Μετοχή
---
 
Παρατατικός
Οριστική
θετόμουν, θετόσουν, θετόταν, θετόμαστε ή θετόμασταν, θετόσαστε ή θετόσασταν, θέτονταν ή θετόντουσαν  
(& θετόμουνα, θετόσουνα, θετότανε)
 
Αόριστος
Οριστική
τέθηκα, τέθηκες, τέθηκε, τεθήκαμε, τεθήκατε, τέθηκαν (ή τεθήκανε)
Υποτακτική
να τεθώ, να τεθείς, να τεθεί, να τεθούμε, να τεθείτε, να τεθούν (ή να τεθούνε)
Προστακτική
β΄ ενικού: θέσου β΄ πληθυντικό: τεθείτε     
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα θέτομαι, θα θέτεσαι, θα θέτεται, θα θετόμαστε, θα θέτεστε, θα θέτονται
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα τεθώ, θα τεθείς, θα τεθεί, θα τεθούμε, θα τεθείτε, θα τεθούν (ή θα τεθούνε)
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω τεθεί, θα έχεις τεθεί, θα έχει τεθεί, θα έχουμε τεθεί, θα έχετε τεθεί, θα έχουν τεθεί
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω τεθεί, έχεις τεθεί, έχει τεθεί, έχουμε τεθεί, έχετε τεθεί, έχουν τεθεί
Υποτακτική
να έχω τεθεί, να έχεις τεθεί, να έχει τεθεί, να έχουμε τεθεί, να έχετε τεθεί, να έχουν τεθεί
Μετοχή
τεθειμένος, τεθειμένη, τεθειμένη  
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα τεθεί, είχες τεθεί, είχε τεθεί, είχαμε τεθεί, είχατε τεθεί, είχαν(ε) τεθεί
 
Σημείωση: Οι τύποι θέτομαι, θέτεσαι κ.λπ. αποτελούν μεταφορά του ενεργητικού θέτω στη μεσοπαθητική φωνή με προσαρμογή στους κανονικούς ρηματικούς τύπους σε –όμαι. Οι τύποι αυτοί, αν και χρησιμοποιούνται έχοντας το πλεονέκτημα της κλιτικής ομαλότητας, θεωρούνται ότι ανήκουν στον προφορικό καθημερινό λόγο και αποφεύγονται στον γραπτό και επίσημο λόγο.
Στον γραπτό λόγο προτιμότερη είναι η χρήση του τίθεμαι και των συνθέτων αυτού.
 
Ενεστώτας
τίθεμαι, τίθεσαι, τίθεται, τιθέμεθα, τίθεσθε / τίθεστε, τίθενται
 
Παρατατικός
τιθέμην, τίθεσο, τίθετο, τιθέμεθα, τίθεσθε, τίθεντο
διατιθέμην, διατίθεσο, διατίθετο, διατιθέμεθα, διατίθεσθε, διατίθεντο

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...