Greg Olsen
Μανόλης Αναγνωστάκης «Στο παιδί μου»
Το ποίημα εντάσσεται στην ποιητική συλλογή O στόχος, η οποία πρωτοεμφανίστηκε το 1970 στη συλλογική έκδοση Δεκαοχτώ κείμενα, μια σημαντική αντιδικτατορική κατάθεση κορυφαίων πνευματικών ανθρώπων. O ποιητής υποστηρίζει τη συγκεκριμένη και κυριολεκτική αναφορά στην πραγματικότητα αντί της ωραιοποιημένης εκδοχής που παρουσιάζουν τα «παραμύθια».
Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο
Μα στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.
Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.
Μ. Αναγνωστάκης, Τα ποιήματα, Πλειάς
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης επιχειρεί στο συγκεκριμένο ποίημα να στηλιτεύσει την τάση των ενηλίκων να ωραιοποιούν την πραγματικότητα και να αποκρύπτουν την αλήθεια, όταν μιλούν στα παιδιά‧ έστω κι αν ο απώτερος στόχος τους είναι να τα προφυλάξουν από επώδυνες συνειδητοποιήσεις και οδυνηρές πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο ίδιος θεωρεί πως οι ενήλικες οφείλουν να λένε πάντοτε την αλήθεια στα παιδιά, όσο σκληρή κι αν είναι αυτή. Στην προσπάθειά του, ωστόσο, να αποστασιοποιηθεί από τους ενήλικες που ωραιοποιούν καταστάσεις υποπίπτει σε ένα διαφορετικό σφάλμα, αφού εκείνος τείνει να «προσηλυτίζει» το παιδί του, χειραγωγώντας τον τρόπο με τον οποίο εκείνο μαθαίνει να κατανοεί την πραγματικότητα.
«Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια
Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο
Μα στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια»
Στις αρχικές στροφές του ποιήματος δημιουργείται σχήμα κύκλου με την επανάληψη της διαπίστωσης πως "στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια". Μέσω του σχήματος αυτού προσδίδεται έμφαση στο γεγονός πως το ίδιο το παιδί δεν ήθελε να ακούει παραμύθια, διότι δεν του άρεσαν. Με τη λέξη παραμύθια, βέβαια, ο ποιητής αναφέρεται στις λαϊκές και φανταστικές διηγήσεις, αλλά υπονοεί τα ψέματα και την απόκρυψη της αλήθειας.
Παρά την απροθυμία του παιδιού να ακούει παραμύθια κάποιοι ("του μιλούσανε") του τα έλεγαν ούτως ή άλλως. Με τη χρήση του γ΄ πληθυντικού ο ποιητής υποδηλώνει πως άλλα άτομα του περιβάλλοντος του παιδιού είχαν τη συνήθεια να καταφεύγουν στην αξιοποίηση των παραμυθιών για να το ψυχαγωγήσουν ή να το διαπαιδαγωγήσουν. Ο ποιητής δεν διευκρινίζει ποια ήταν τα πρόσωπα αυτά, αλλά μπορούμε να εικάσουμε πως επρόκειτο είτε για συγγενικά πρόσωπα που πρόσεχαν το μικρό παιδί (γιαγιάδες, παππούδες) είτε για τους παιδαγωγούς στο σχολείο.
Ο ποιητής παραθέτει μερικές έμμεσες αναφορές, οι οποίες παραπέμπουν σε μυθικές διηγήσεις και γνωστά παραμύθια. Οι δράκοι αποτελούν χαρακτηριστικό σύμβολο του κακού σε πολλά παραμύθια, θα μπορούσε, βέβαια, ο ποιητής να υπονοεί τη μυθική αφήγηση για τη σφαγή ενός δράκου από τον Άγιο Γεώργιο‧ η αναφορά στο πιστό σκυλί θα μπορούσε να υπονοεί τον Άργο, το σκυλί του Οδυσσέα που τον περίμενε για είκοσι χρόνια‧ η αναφορά στα ταξίδια της Πεντάμορφης υπονοεί πιθανά την «Πεντάμορφη και το τέρας», ενώ η αναφορά στον άγριο λύκο ενδέχεται να υπονοεί την «Κοκκινοσκουφίτσα». Πρόκειται για γνωστά παραμύθια και συνήθεις μυθικές αφηγήσεις που εμπλουτίζουν τα ακούσματα των περισσότερων παιδιών στη χώρα μας. Ο ποιητής, ωστόσο, δεν έχει επί της ουσίας αντίρρηση τόσο απέναντι στις μυθικές αυτές αφηγήσεις όσο στο γεγονός ότι τα παιδιά αργούν να έρθουν σε επαφή με την αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα.
«Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.»
Στη στροφή αυτή ο ποιητής περνά από το παρελθόν ("του μιλούσανε") στο παρόν ("τώρα") για να τονίσει την αντίθεση που έχει προκύψει από τη στιγμή που ανέλαβε ο ίδιος προσωπικά τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού του. Ο ποιητής αποφεύγει την αλληγορική αναφορά στο κακό, όπως αυτή συνηθίζεται στα παραμύθια, κι επιλέγει να λέει τα πράγματά με το όνομά τους, βασιζόμενος στην ανάδειξη της πραγματικής φύσης των πραγμάτων. Με το ασύνδετο σχήμα του δεύτερου στίχου τονίζει εμφατικά ακριβώς αυτή τη διαδικασία δήλωσης των πραγμάτων με το όνομά τους και ακριβώς ως έχουν ("το σκοτάδι σκοτάδι"). Παραλλήλως, ο ποιητής δεν διστάζει να υποδεικνύει στο παιδί του τους κακούς ανθρώπους και να του αποκαλύπτει την πραγματική τους ταυτότητα, εφόσον πιστεύει πως η ειλικρίνεια απέναντι στα παιδιά είναι απολύτως αναγκαία.
Στη συνέχεια, ωστόσο, η παραδοχή του ότι "του μαθαίνει ονόματα σαν προσευχές" δημιουργεί ένα σημαντικό πρόβλημα, εφόσον μια τέτοια διαδικασία υποδηλώνει πως ο γονιός όχι μόνο υποδεικνύει στο παιδί ποια πρόσωπα υπηρέτησαν ουσιαστικές αξίες, αλλά το καθοδηγεί στο να μαθαίνει τα ονόματά τους "σαν προσευχές", σαν να πρόκειται, δηλαδή, για ιερά πρόσωπα, όπως φανερώνει η παρομοίωση. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, παρακάμπτει την μερικώς ανεπτυγμένη λογική κρίση του παιδιού και το μαθαίνει ο ίδιος ποια πρόσωπα και ποιες αξίες να σέβεται. Δημιουργεί, έτσι, έναν συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα σε πρόσωπα του παρελθόντος και στο παιδί του, χωρίς να λαμβάνει υπόψη πως με την προσέγγιση αυτή υπονομεύει τη μεταγενέστερη κρίση του παιδιού, εφόσον αυτό θα έχει ήδη "αγιοποιήσει" συγκεκριμένα πρόσωπα, χωρίς να είναι ικανό να αξιολογήσει αυτόνομα και αντικειμενικά τη δράση τους. Αντιστοίχως, η παραδοχή του ποιητή ότι "του τραγουδά τους νεκρούς μας" -κι όχι τους ήρωές μας- υποδηλώνει πως πρόκειται για τη διαμόρφωση ενός επιλεγμένου πλαισίου προσώπων που πέθαναν για συγκεκριμένα ιδανικά, τα οποία -με δεδομένη την πολιτική ταυτότητα του ποιητή- ανήκουν πιθανά σε συγκεκριμένη παράταξη και όχι για πρόσωπα που υπηρέτησαν το συλλογικά και εθνικά επωφελές. Πρόκειται, ειδικότερα, για πρόσωπα που ανήκουν στην αριστερή παράταξη, στην οποία ανήκε ιδεολογικά ο ποιητής. Φροντίζει, έτσι, όπως ο ίδιος παραδέχεται, να προσηλυτίσει το παιδί του σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία, χωρίς να προβληματίζεται για το γεγονός ότι με αυτό τον τρόπο δεν σέβεται το δικαίωμα του παιδιού να αξιολογήσει με τη δική του κρίση την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας.
«Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.»
Ο ποιητής εκφράζει την αγανάκτησή του για το γεγονός πως οι ενήλικες αποφεύγουν να λένε την αλήθεια στα παιδιά, και εκφράζει την άποψη πως χρέος των ενηλίκων είναι να μιλούν πάντοτε με ειλικρίνεια στα παιδιά, φανερώνοντάς τους την αλήθεια. Η άποψη αυτή του ποιητή είναι σαφώς ορθή, υπό την προϋπόθεση πως η αλήθεια θα έχει τη μορφή της αντικειμενικής παρουσίασης των γεγονότων σε όλες τις διαστάσεις τους, και όχι με ιδεολογική μονομέρεια. Όταν, άλλωστε, η αλήθεια απομακρύνεται από τα γεγονότα, οδηγείται κατ' ουσία στην έννοια της ερμηνείας και κατ' επέκταση της ιδεολογικής οπτικής υπό την οποία εξετάζει κάποιος τα γεγονότα. Έτσι, ακόμη κι αν ο γονιός θεωρεί πως είναι «κάτοχος» της αλήθειας, η αλήθεια αυτή ενδέχεται να συνιστά απότοκο της δικής του ερμηνείας των πραγμάτων και όχι μιας πολύπλευρης προσέγγισης των γεγονότων. Θα ήταν, άρα, προτιμότερο να γίνεται εγκαίρως σαφές πως σε ορισμένα ζητήματα υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο γεγονός και στο πώς το ερμηνεύει κάθε πρόσωπο ανάλογα με τις ιδεολογικές και κομματικές του πεποιθήσεις. Η αλήθεια, ως εκ τούτου, δεν είναι πάντοτε μονοσήμαντη, ούτε εύκολα προσεγγίσιμη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου